123 69 9MB
Greek Pages 456 [408] Year 2010
ΚΟ ΙΝ Ω ΝΙ ΚΕ Σ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ 1 SOC IAL SC IEN C ES
|
CHARLES TILLY
Κοινωνικά κινήματα
1768-2004
Σαββάλας ■ B ΕΚΔΟΣΕΙΣ *
Κ ο ιν ω ν ικ ά Κ ιν ή μ α τ α 1768-2004
ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ Ε111ΣΤΗ ΜΕ J
SOCIAL SCIENCES
CHARLES TILLY
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
φΣαββάλας "
" εκδόσεις 9
ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜ ΕΣ / SOCIAL SCIENCES
Διεύθυνση σειράς: Μιχάλης Σπσυρδαλάκης
Εκδόσεις Σαββάλας Charles Tilly Κοινωνικά κινήματα 1768-2004 Τίτλος πρωτοτύπου: Social movements 1768-2004 Μετάφραση: Θανάσης Τσακίρης Επιμέλεια: Χρήστος Μήτσης Διόρθωση: Αρετή Μπουκάλα Ηλεκτρονική σελιδοποίηση: Φανή Κορκολή Φιλμ - μοντάζ: «Σύνθεση» Β. Γραμέλης - Λ. Πεδιωτη Σχεδίαση εξωφύλλου: Βάσω Αβραμοπούλου © Copyright για την ελληνική έκδοση Εκδόσεις Σαββάλας, Αθήνα 2007 Charles Tilly Κοινωνικά κινήματα 1768-2004/Charles Tilly μετ. Θανάσης Τσακίρης - επιμ. Χρήστος Μήτσης Αθήνα: Σαββάλας 2007 (Κοινωνικές Επιστήμες = Social Sciences) 1, Κοινωνικά κινήματα I. Τσακίρης, Θανάσης II. Μήτσης, Χρήστος, ΙΠ. Τίτλος IV. Σειρά 303.484.-dc22 Σελίδες: 416 Σχήμα 14x21 ISBN: 978-960-449-582-5 Κ_Α.: 22606
Απαγορεύεται κάθε ολική ή μερική αναπαραγωγή του έργου με οποιονόήποτε τρόπο χωρίς την έγγραφη άδεια του εκδότη Εκδόσεις Σαββάλας Ζωοδ. Πηγής 18,106 81 Αθήνα τηλ.: 210-33.01.251 Fax: 210-33.06.918
Κεντρική διάθεση: Τζαβέλλα 14,106 81 Αθήνα τηλ.: 210-33.02.600 Fax:210-33.06.943
Περιεχόμενα Πρόλογος
11
1. ΤΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ ΩΣ ΠΟΛΠΊΚΗ Ερμηνείες των κοινωνικών κινημάτων Προς αναζήτηση ιστορικών εξηγήσεων
15 25 39
2. ΕΠΙΝΟΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ Ο πόλεμος και τα στοιχεία των κοινωνικών κινημάτων Πολιτικό και κοινωνικό πλαίσιο Αποκρυστάλλωση του βρετανικού κοινωνικού κινήματος Κοινωνικά κινή ματα παρ’ όλα αυτά; Επανεξέταση των επιχειρημάτων
47
3. ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΕΣ ΤΟΥ 19ου ΑΙΩΝΑ Συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις στο Βέλγιο Χαρτιστές Μια ματιά στις Ηνωμένες Πολιτείες του 19ου αιώνα Κοινωνικά κινήματα: πού, πότε και γιατί; Πολιτικά δικαιώματα Κοινωνικά κινήματα ίσον εκδημοκρατισμός; Το παζλ της Ελβετίας Κοινωνικά κινήματα στην Αργεντινή Διεθνοποίηση των κοινωνικών κινημάτων
59 68 77 82 91 97 105 113 119 127 132 137 144 150 153
4. ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΚΑΙ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ 20(5 ΑΙΩΝΑ Το κύμα των κοινωνικών κινημάτων μετά το 1968 Κρίσεις και μεταβάσεις το 1989 Ήταν αυτά κοινωνικά κινήματα; Μεταλλάξεις του 20ού αιώνα Κινήματα και μέσα ενημέρωσης Η οικειοποίηση των μορφών των κοινωνικών κινημάτων από τη Δεξιά Διεθνής προσαρμογή των μορφών των κοινωνικών κινημάτων 5. ΤΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ ΕΙΣΕΡΧΟΝΤΑΙ ΣΤΟΝ 21ο ΑΙΩΝΑ Παγκοσμιοποίηση Παγκοσμιοποίηση και κοινωνικά κινήματα Στις Φιλιππίνες και πάλι Βγαίνοντας στο διεθνές πεδίο 6. ΕΚΔΗΜΟΚΡΑΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ Πώς αναγνωρίζουμε τη δημοκρατία και τον εκδημοκρατισμό; Το εμπειρικό πρόβλημα Γιατί λοιπόν συμβαίνει εντέλει ο εκδημοκρατισμός; Διεργασίες που προωθούν τόσο τον εκδημο κρατισμό όσο και τα κοινωνικά κινήματα Πώς ο εκδημοκρατισμός ευνοεί τα κοινωνικά κινήματα Πότε και πώς τα κοινωνικά κινήματα προωθούν τον εκδημοκρατισμό
156 163 171 184 193 199 210 213
222 230 237 250 262 282 290 294 300 310 313 319
7. ΟΙ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΕΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΙΝΗΜΑΤΩΝ
Πώς μπορούμε να διαβάσουμε το μέλλον; Πιθανές εκδοχές του μέλλοντος ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
328 337 347 357
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΤΟΥ ΤΣΑΡΛΣ ΤΙΛΙ ΓΙΑ ΤΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ, 1977-2004 ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ
387 391
Πρόλογος
2003, όταν οι άξιοι γιατροί του Πρε σβυτεριανού Νοσοκομείου της Νέας Υόρκης ξεκίνη σαν την -από μια αισιόδοξη προοπτική προβλεπόμενη- τε τράμηνη ή πεντάμηνη περίοδο χημειοθεραπείας μου και των σχετικών θεραπευτικών αγωγών για λέμφωμα, με έφε ραν αντιμέτωπο με μια ενδιαφέρουσα ευκαιρία επιλογής: να παραστήσω τον ανάπηρο ή να επινοήσω ένα ειδικό πρόγραμμα που θα έδινε νόημα σε μια δύσκολη ανάπαυλα. Με την υψηλή έμπνευση την οποία μου εμφύσησαν οι φίλοι μου υπομένοντας απτόητοι τις δικές τους δυσκολίες, η δεύ τερη επιλογή μού φάνηκε πιο ελκυστική. Καθώς με είχε απασχολήσει από καιρό η σκέψη ότι κάποιος άλλος θα έγραφε το βιβλίο που κρατάτε σήμερα στα χέρια σας, άρχι σα να το γράφω για να καλμάρω τα νεύρα μου, στη διάρ κεια της πρώτης χημειοθεραπευτικής περιόδου φανταζόμενος ότι θα μπορούσα να το τελειώνω τη στιγμή ακριβώς που θα εισέρρεε στις φλέβες μου η τελευταία σταγόνα χη μικής ουσίας την τελευταία ημέρα της θεραπείας. Όπως οι περισσότερες φαντασιώσεις, έτσι κι αυτή δεν εξελίχτηκε κατά τα αναμενόμενα. Πειθάρχησε όμως τις προσπάθειές μου στη διάρκεια των μηνών της χημειοθεραπείας και οδή γησε στην ολοκλήρωση του βιβλίου στην προσδοκώμενη από όλους μας τελική φάση της θεραπείας. Αν και δεν είχα μιλήσει για «διεκδικητές» πριν από τη δεκαετία του 1970 και δεν είχα ορίσει σαφώς το θέμα μου
Τ
ΟΝ ΙΟΥΝΙΟ TOY
11
Πρόλογος
2003, όταν οι άξιοι γιατροί ταυ Πρε σβυτεριανού Νοσοκομείου της Νέας Υόρκης ξεκίνη σαν την -από μια αισιόδοξη προοπτική προβλεπόμενη- τε τράμηνη ή πεντάμηνη περίοδο χημειοθεραπείας μου και των σχετικών θεραπευτικών αγωγών για λέμφωμα, με έφε ραν αντιμέτωπο με μια ενδιαφέρουσα ευκαιρία επιλογής: να παραστήσω τον ανάπηρο ή να επινοήσω ένα ειδικό πρόγραμμα που θα έδινε νόημα σε μια δύσκολη ανάπαυλα. Με την υψηλή έμπνευση την οποία μου εμφύσησαν οι φίλοι μου υπομένοντας απτόητοι τις δικές τους δυσκολίες, η δεύ τερη επιλογή μού φάνηκε πιο ελκυστική. Καθώς με είχε απασχολήσει από καιρό η σκέψη ότι κάποιος άλλος θα έγραφε το βιβλίο που κρατάτε σήμερα στα χέρια σας, άρχι σα να το γράφω για να καλμάρω τα νεύρα μου, στη διάρ κεια της πρώτης χημειοθεραπευτικής περιόδου φανταζόμενος ότι θα μπορούσα να το τελειώνω τη στιγμή ακριβώς που θα εισέρρεε σας φλέβες μου η τελευταία σταγόνα χη μικής ουσίας την τελευταία ημέρα της θεραπείας. Όπως οι περισσότερες φαντασιώσεις, έτσι κι αυτή δεν εξελίχτηκε κατά τα αναμενόμενα. Πειθάρχησε όμως τις προσπάθειές μου στη διάρκεια των μηνών της χημειοθεραπείας και οδή γησε στην ολοκλήρωση του βιβλίου στην προσδοκώμενη από όλους μας τελική φάση της θεραπείας. Αν και δεν είχα μιλήσει για «διεκδικητές» πριν από τη δεκαετία του 1970 και δεν είχα ορίσει σαφώς το θέμα μου
Τ
ΟΝ ΙΟΥΝΙΟ TOY
ιι
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
12
ως «σύγκρουση» μέχρι τη δεκαετία του 1980, ούτε είχα αρ χίσει να διατυπώνω τη θεωρία της «συγκρσυσιακής πολιτι κής» ως τη δεκαετία του 1990, επί μισό αιώνα μια βασική συνιστώσα της δουλειάς μου αφορούσε το πώς, πότε και γιατί οι συνηθισμένοι άνθρωποι διατυπώνουν συλλογικές διεκδικήσεις έναντι των δημόσιων αρχών, άλλων κατόχων εξουσίας, ανταγωνιστών, εχθρών και στόχων της λαϊκής δυσαρέσκειας και αποδοκιμασίας. Για πολλά χρόνια, γενι κώς απέφευγα τον όρο κοινωνικό κίνημα επειδή συμψήφι ζε πολλές διαφορετικές έννοιες και, ως εκ τούτου, συσκότι ζε περισσότερες απ’ όσες διευκρίνιζε. Όταν όμως ετοίμα ζα τους λεπτομερείς καταλόγους των συγκρουσιακών γε γονότων για χρονικά διαστήματα μεταξύ του 17ου και του 20ού αιώνα στη Δυτική Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική, άλλαξα γνώμη. Οι κατάλογοι κατέστησαν σαφές ότι στα ποικίλα μέσα με τα οποία οι συνηθισμένοι άνθρωποι δια τύπωναν συλλογικές διεκδικήσεις έναντι άλλων -τα διεκδικητικά συγκρουσιακό ρεπερτόριά τους- έγιναν μεγάλες μεταβολές στις περιοχές αυτές μεταξύ 1750 και 1850. Μά λιστα, παρά τις σημαντικές διαφορές από καθεστώς σε κα θεστώς, στο καθένα απ’ αυτά οι μεταβολές συμπτύσσονταν με τρόπο που διαμορφώθηκε εντέλει ένας ιδιαίτερος συν δυασμός εκστρατειών, παραστάσεων και επιδείξεων. Οι συμμετέχοντες στις κινητοποιήσεις αυτές, όπως και οι πα ρατηρητές τους, άρχισαν τελικά να αποκαλούν «κίνημα» αυτή τη νέα μορφή πολιτικής. Γιατί λοιπόν να μη χαρτο γραφήσουμε αυτή την αλλαγή; Παρά την τρέχουσα τάση να αποκαλούμε κίνημα το κα θετί, από τις περαστικές μόδες ώς τις κατεστημένες ομάδες συμφερόντων, η εμφάνιση, ο μετασχηματισμός και η επιβίωση αυτής της ιδιαίτερης νέας μορφής πολιτικής αξίζουν
Π ΡΟ Λ Ο ΓΟ Σ
την προσοχή από ιστορική σκοπιά. Φοβούμενος τις συνηθι σμένες σχολαστικές αντεγκλήσεις και διαμάχες για θέμα τα ορολογίας, αποφάσισα να χρησιμοποιήσω τον καθιερω μένο όρο κοινωνικό κίνημα αντί να επινοήσω κάποιο υπο κατάστατο του τύπου «πλήρως αναπτυγμένο κίνημα» ή «το είδος κοινωνικού κινήματος που πρωτοεμφανίστηκε στη Δυτική Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική στα τέλη του 18ου αιώνα». Σίγουρα το κείμενο έγινε απλούστερο. Ευτυχώς για τη φιλία και τη μελλοντική συνεργασία μας, στο βιβλίο του -που μοιάζει ιδιαίτερα με το ανά χείρας όσον αφορά τα επιχειρήματα και το περιεχόμενο- ο φίλος και συνεργάτης μου Sidney Tarrow (Σίντνεϊ Τάροου) αποποιείται σαφώς την ευθύνη της συγγραφής μιας ιστο ρίας των κοινωνικών κινημάτων (Tarrow, 1998:3). Επομέ νως, το ανά χείρας βιβλίο ξεκινάει από εκεί όπου σταμα τάει η έξοχη μελέτη των κοινωνικών κινημάτων από τον Τά ροου. Το βιβλίο Κοινωνικά κινήματα, 1768-2004 προσφέ ρει μια ιστορική έρευνα των κοινωνικών κινημάτων από τις απαρχές τους στον 18ο αιώνα έως τον 21ο και καταλήγει με σκέψεις για τις πιθανές μελλοντικές προοπτικές των κοινωνικών κινημάτων. Για να μην παραφορτώσω το κείμενο με παραπομπές σε προηγούμενες δημοσιεύσεις μου, δανείστηκα ελεύθερα ιστορικές μαρτυρίες από την προηγούμενη δουλειά μου, χωρίς, ως επί το πλείστον, να τις παραθέσω. Προσάρμοσα αποσπάσματα από τα βιβλία Stories, Identities, and Political Change (Rowman & Littlefield, 2002), The Politics o f Col lective Violence (Cambridge University Press, 2003) και Con tention and Democracy in Europe, 1650-2000 (Cambridge University Press, 2004), όμως τουλάχιστον το 95% του κει μένου είναι τελείως καινούργιο.
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
Για πληροφορίες, παραθέσεις, κριτικές και συμβουλές για την επιμέλεια είμαι ευγνώμων στους Lance Bennett, Vince Boudreau, Pamela Burke, Dana Fisher, Elisabeth Jay Friedman, William Ivey, Vina Lanzona, Daniel Menchik, Vicente Rafael, Sidney Tarrow, Cecelia Walsh-Russo, Lesley Wood και Viviana Zelizer. Ελπίζω ότι θα νιώσουν ευχάριστη έκπληξη μ’ αυτό που βοήθησαν να δημιουργηθεί.
14
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
ΤΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ ΩΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ ΕΝΟΣ ΙΣΧΥΡΟΥ κοινωνικού κινήμα τος υπέρ της δημοκρατίας», έγραφε στο κύριο άρ θρο της η εφημερίδα Harare Daily News της Ζιμπάμπουε στις 5 Δεκεμβρίου 2002,
Η
είναι πάντοτε το καθήκον μιας κοινωνίας πολιτών όταν λει τουργεί μέσα σε καταπιεστικό πολιτικό περιβάλλον... Έ να σημείο εκκίνησης θα ήταν να διατυπώσουμε έναν ορισμό του κοινωνικού κινήματος. Ό πως δείχνει και το όνομά τους, τα κοινωνικά κινήματα είναι ευρείες οργανώσεις που αποτε λούνται από διάφορες ομάδες συμφερόντων. Σε ένα κοινωνι κό κίνημα θα πρέπει να συμμετέχουν σημαντικά στρώματα της κοινωνίας, όπως οι εργάτες, ομάδες γυναικών, οι φοιτη τές, η νεολαία και ο παράγοντας της διανόησης. Οι διάφοροι αυτοί φορείς κοινωνικών συμφερόντων θα πρέπει να ενώνο νται για έναν κοινό σκοπό που, στις περισσότερες των περι πτώσεων, θα είναι η συνήθως παρατηρούμενη έλλειψη δημο κρατίας στο συγκεκριμένο πολιτικό περιβάλλον. Τέτοια ήταν, για παράδειγμα, η υπόθεση του αγώνα ενάντια στο απαρτχάιντ τις δύο τελευταίες δεκαετίες στη Νότια Αφρική, και -ακόμη πιο χαρακτηριστικά- στη Ζιμπάμπουε τα τελευ ταία τέσσερα χρόνια. Η μόνη σημαντική διαφορά μεταξύ του κοινωνικού κινήματος στη Νότια Αφρική και αυτού στη Ζι μπάμπουε είναι ότι το τελευταίο τείνει να γίνει όλο και λιγό-
15
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
τερο προσδιορίσιμο και επικεντρωμένο. Είναι ως εκ τούτου συγγνωστή η γνώμη πολλών στη Ζιμπάμπουε ότι το κοινωνι κό κίνημα έχει διασπαστεί. {Harare Daily News, 2002:1)
16
Οι ηγέτες της αντιπολίτευσης ενάντια στο βίαιο και εκδι κητικό καθεστώς του Ρόμπερτ Μουγκάμπε του 2002 απο δοκίμασαν το διχασμό που επέφερε στους βασανισμένους πολίτες της πολιορκημένης χώρας τους η διπρόσωπη καθε στωτική πολιτική της καταπίεσης και του προσεταιρισμού. Θεώρησαν ως πρότυπο την προγενέστερη και πιο πετυχη μένη μαζική κινητοποίηση ενάντια στο απαρτχάιντ. Απηυθυναν έκκληση για ένα μεγαλύτερο και πιο αποτελεσματι κό κοινωνικό κίνημα αντίστασης στην τυραννία και υπέρ της δημοκρατίας. Για το «θράσος» της να δώσει φωνή στην αντίσταση, το καθεστώς του Μουγκάμπε έκλεισε το Σε πτέμβριο του 2003 τη Harare Daily News. Στις 17 Σεπτεμ βρίου, δυνάμεις του καθεστώτος συνέλαβαν περίπου εκα τό πολίτες που τόλμησαν να πραγματοποιήσουν πορεία στους δρόμους της Χαράρε διαμαρτυρόμενοι για το κλείσι μο της εφημερίδας και απευθύνοντας έκκληση για ένα νέο σύνταγμα {Economist, 2003b: 46). Ενόσω η αντιπολίτευση στη Ζιμπάμπουε επιδίωκε να επιλύσει ένα πολιτικό πρόβλημα με εκκλήσεις για ένα κοι νωνικό κίνημα, είχε πλήθος φίλων ανάτον κόσμο. Το 1997, η σοσιαλιστική επιθεώρηση International Viewpoint, με έδρα το Μάντσεστερ, απηύθυνε έκκληση για ένα «ευρω παϊκό κοινωνικό κίνημα» υποστήριξης των δικαιωμάτων των εργαζομένων επειδή η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προω θούσε την περικοπή των κοινωνικών δαπανών {Interna tional Viewpoint, 1997). Τα επόμενα χρόνια, οι Ευρωπαίοι ακτιβιστές -σοσιαλιστές και άλλοι- συνέχιζαν να καλούν για ένα αυθεντικό κοινωνικό κίνημα σε ηπειρωτική κλίμα-
ΤΑ Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Α Κ ΙΝ Η Μ Α ΤΑ ΩΣ Π Ο Λ ΙΤ ΙΚ Η
κα. Έ να ευρωκεντρικό αλλά παγκόσμιο δίκτυο αποκαλούμενο «Ιωβηλαίο 2000» εκστράτευε υπέρ της διαγραφής του χρέους του Τρίτου Κόσμου. Σύμφωνα με έναν από τους ορ γανωτές του: Ένα παγκόσμιο κοινωνικό κίνημα οικοδομηθηκε ενωτικά γύρω από αυτό το μοναδικό αίτημα. Το 2000, μετά από τέσ σερα μόλις χρόνια εκστρατείας, υπήρχαν σε 68 χώρες εκ στρατείες με τον τίτλο «Ιωβηλαίο 2000», διαφορετικές ως προς τη δύναμη και το χαρακτήρα. Οι εθνικές εκστρατείες ήταν αυτόνομες αλλά μοιράζονταν γενικούς στόχους, σύμβο λα και πληροφορίες - και ένα εντυπωσιακό αίσθημα αλλη λεγγύης. Οι εκστρατείες είχαν την έδρα τους σε χώρες πολύ διαφορετικές μεταξύ τους, όπως η Αγκόλα και η Ιαπωνία, η Κολομβία και η Σουηδία, η Ονδούρα και το Ισραήλ, το Τόγκο και οι Ηνωμένες Πολιτείες. Η συνεργασία και ο συντονισμός των εκστρατειών αυτών ενισχύθηκαν σε πολύ μεγάλο βαθμό από τη χρήση του διαδικτύου. (Pettifor, 2001:62" έμφαση στο πρωτότυπο)
Το 2004, πολλοί Ευρωπαίοι έβλεπαν με ελπίδα την κινητο ποίηση εναντίον του παγκόσμιου κεφαλαίου ως το κίνημα που θα μπορούσε να αναζωογονήσει τις τσακισμένες ελπί δες των Ευρωπαίων εργατών και να γλιτώσει τον Τρίτο Κόσμο από τις κακοδαιμονίες του. Οι χώρες της Λατινικής Αμερικής και της Ασίας ανταποκρίθηκαν κι αυτές. Το Μ άρτιο του 2002, η ομάδα Rehydration Project κατά της διάρροιας που εδρεύει στην Κόστα Ρίκα δημοσίευσε στην ιστοσελίδα της ένα άρθρο του Σαμπίτ Μουσταφά (Sabit Mustafa), συνεκδότη της εφημε ρίδας Financial Express της Ντάκας. Ο Μουσταφά τιτλοφό ρησε το άρθρο του «Ο έλεγχος της διάρροιας μετατρέπεται σε κοινωνικό κίνημα στο Μπάνγκλαντες» (Mustafa, 2002).
17
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
Το άρθρο ανέφερε ότι ένας μεγάλος αριθμός «δασκάλων, θρησκευτικών ηγετών, εθελοντικών οργανώσεων, αγροτι κών ιατρών, επαρχιακών ομάδων, ακόμη και τοπικών βοη θητικών δυνάμεων της αστυνομίας του Μπάνγκλαντες» προωθούν ενεργητικά μέτρα κατά της επιδημίας (ειδικά τη θεραπεία της επανενυδάτωσης διά του στόματος) για να σώσουν τη ζωή παιδιών. Επίσης, η ελπιδοφόρα έκκληση προς τα κοινωνικά κι νήματα ακουγεται απ’ άκρη σ’ άκρη της Βόρειας Αμερικής. Το 1999, ο Καναδός ακτιβιστής Μάρεϊ Ντόμπιν (Murray Dobbin) απηυθυνε έκκληση για την «οικοδόμηση ενός κοι νωνικού κινήματος στον Καναδά» για να διασφαλιστεί ότι το αριστερών αποκλίσεων Νέο Δημοκρατικό Κόμμα, όπου αναλάμβανε όντως αξιώματα, δεν θα εγκατέλειπε το εκλο γικό του σώμα:
18
Η πιο βασική διαπίστωση της θεωρίας του κράτους είναι ότι, όταν ένα σοσιαλδημοκρατικό κόμμα κερδίσει την «εξουσία» σε μια εκλογική αναμέτρηση, στην πραγματικότητα μόνο αυ τό δεν έχει κάνει. Οι ανώτεροι γραφειοκράτες, οι οποίοι -όλοι τους ουσιαστικά- έχουν διαμορφωθεί από τη νεοφιλε λεύθερη ιδεολογία και την έχουν ενστερνιστεί, δρουν ως πέ μπτη φάλαγγα σαμποτάροντας τις προοδευτικές πολιτικές. Επίσης, όταν οι μεγάλες υπερεθνικές επιχειρήσεις απειλούν με απεργία κεφαλαίου, όπως έκαναν στο Οντάριο και μετα φέρθηκαν στη Β.Κ. [Βρετανική Κολομβία], βλέπουμε ότι οι κυβερνήσεις του Νέου Δημοκρατικού Κόμματος δεν έχουν την «εξουσία» να τις σταματήσουν. Εδώ είναι που υπεισέρχονται τα κοινωνικά κινήματα. Κι αν δεν μπορούμε να βγάλουμε χιλιάδες ανθρώπους στους δρόμους (χωρίς να χρειαστεί να ξοδέψουμε εκατοντάδες χι λιάδες δολάρια και αρκετούς μήνες οργανωτικής δουλειάς) θα πρέπει να περιμένουμε ότι οι κυβερνήσεις θα υποκύψουν
ΤΑ Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Α Κ ΙΝ Η Μ Α ΤΑ ΩΣ Π Ο Λ ΙΤ ΙΚ Ι
στην άκρως πραγματική εξουσία των μεγάλων ετ η οποία ασκείται με εκπληκτικά αποφασιστικό καθημερινή βάση. Όπου λοιπόν εμφανίστηκαν κόϊνω>... νήματα που αντιπαρατεθηκαν ενεργά στην εξουσία των με γάλων επιχειρήσεων, τα είδαμε να αποτυγχάνουν στον ίδιο σχεδόν βαθμό με το Νέο Δημοκρατικό Κόμμα. (Dobbin,
1999:2) Στις αρχές του 21ου αιώνα, άνθρωποι απ’ όλο τον κόσμο αναγνωρίζουν τον όρο κοινωνικό κίνημα ως προσκλητήριο σάλπισμα, ως αντίβαρο στην καταπιεστική εξουσία, ως κά λεσμα για λαϊκή δράση εναντίον ενός ευρέος φάσματος πηγών καταπίεσης και προβλημάτων. Δεν ήταν πάντα έτσι. Παρόλο που λαϊκοί ξεσηκωμοί του ενός ή του άλλου τύπου συμβαίνουν σε όλο τον κόσμο χιλιάδες χρόνια τώρα, αυτό που περιέγραφε η Harare Daily News ως «ευρείες οργανώσεις αποτελούμενες από ποικί λες ομάδες συμφερόντων» δεν υπήρχε πουθενά στον κό σμο τρεις αιώνες πριν. Τότε, τον ύστερο 18ο αιώνα, πληθυ σμοί της Βόρειας Αμερικής και της Δυτικής Ευρώπης εγκαινίασαν ένα νέο, αποφασιστικής σημασίας πολιτικό φαινόμενο. Άρχισαν να συγκροτούν κοινωνικά κινήματα. Το παρόν βιβλίο σκιαγραφεί την ιστορία αυτής της επινοη μένης πολιτικής μορφής. Αντιμετωπίζει τα κοινωνικά κινή ματα ως μια ξεχωριστή μορφή συγκρουσιακής πολιτικής συγκρουσιακής με την έννοια ότι τα κοινωνικά κινήματα αφορούν τη συλλογική διατύπωση διεκδικήσεων που, αν υλοποιηθούν, θα συγκρούονται με τα συμφέροντα κάποιου άλλου, πολιτικής με την έννοια ότι οι κυβερνήσεις του ενός ή του άλλου τύπου εμφανίζονται κατά κάποιον τρόπο στη διαδικασία διαμόρφωσης, είτε ως διεκδικήτριες είτε ως στόχοι-αποδέκτες των διεκδικήσεων (ή σύμμαχοι των στό-
19
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
χων) ή πάλι ως επιτηρητές της σύγκρουσης (McAdam, Tarrow και Tilly, 2001). Το βιβλίο .Κοινωνικά κινήματα, 1768-2004 δείχνει ότι αυτή η ιδιαίτερη εκδοχή συγκρουσιακής πολιτικής προϋ ποθέτει ιστορική αντίληψη. Η ιστορία βοηθάει εδώ επειδή εξηγεί πώς τα κοινωνικά κινήματα ενσωμάτωσαν ορισμέ να ζωτικά χαρακτηριστικά (π.χ., την πειθαρχημένη πορεία στους δρόμους) που ξεχώρισαν το κοινωνικό κίνημα από άλλα είδη πολιτικής. Επίσης, η ιστορία βοηθάει επειδή αναγνωρίζει τις σημαντικές αλλαγές στη λειτουργία των κοινωνικών κινημάτων (π.χ., την εμφάνιση αδρά χρηματο δοτούμενων επαγγελματικών επιτελείων και ειδικευμένων οργανώσεων που ασχολούνταν με τα προγράμματα των κοινωνικών κινημάτων) και έτσι μας προειδοποιεί για τις δυνατότητες νέων αλλαγών στο μέλλον. Τέλος, η ιστορία βοηθάει με το να εφιστά την προσοχή στη μεταβλητότητα των πολιτικών συνθηκών, οι οποίες έκαναν εφικτά τα κοι νωνικά κινήματα. Αν τα κοινωνικά κινήματα αρχίσουν να φθίνουν, αυτό θα σημαίνει ότι ένα βασικό μέσο συμμετο χής των απλών ανθρώπων στη δημόσια πολιτική βρίσκεται σε παρακμή. Η άνοδος και η πτώση των κοινωνικών κινη μάτων σηματοδοτούν την επέκταση, αντίστοιχα, ή τη συρ ρίκνωση των δημοκρατικών ευκαιριών. Το κοινωνικό κίνημα, που αναπτύχθηκε στη Δύση μετά το 1750, αναδείχτηκε από μια καινοτόμα και σημαντικότα τη σύνθεση των εξής τριών στοιχείων: 1. μια επίμονη οργανωμένη δημόσια προσπάθεια διατύ πωσης συλλογικών διεκδικήσεων έναντι κατεστημέ νων αρχών-στόχων (ας την ονομάσουμε εκστρατεία), 2. χρήση συνδυασμών από τις παρακάτω μορφές πολιτι κής δράσης: δημιουργία ενώσεων και συνασπισμών
ΤΑ Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Α Κ ΙΝ Η Μ Α ΤΑ ΩΣ Π Ο Λ ΙΤ ΙΚ Η
ειδικού σκοπού, δημόσιες συγκεντρώσεις, επίσημες παρελάσεις, ολονυχτίες, συλλαλητήρια, διαδηλώσεις, εκστρατείες για συγκεκριμένα αιτήματα, δηλώσεις και καταχωρίσεις στα μέσα ενημέρωσης και διανομή φυλλαδίων (ας αποκαλέσουμε το μεταβαλλόμενο αυ τό σύνολο παρασιάσεων ρεπερτόριο του κοινωνικού κινήματος), και 3. συντονισμένες δημόσιες παραστάσεις α ε π δ : Αξιοσύ νης, Ενότητας, Πολυαρίθμου και Δέσμευσης των συμμετεχόντων για λογαριασμό τους ή/και απέναντι στους υποστηρικτές τους (ας τις ονομάσουμε επιδεί ξεις ΑΕΠΔ). Μια εκστρατεία, σε αντίθεση με τις κινητοποιήσεις που ολοκληρώνονται με μία μόνο πρωτοβουλία (ένα αίτημα, μια διακήρυξη, μια μαζική συγκέντρωση), επεκτείνεται πέ ρα από κάθε ξεχωριστό γεγονός - παρότι τα κοινωνικά κι νήματα περιλαμβάνουν αιτήματα, διακηρύξεις και μαζικές συγκεντρώσεις. Μια εκστρατεία συνδέει πάντοτε τρία του λάχιστον μέρη: μια ομάδα που τα μέλη της αυτοπροσδιορίζονται ως διεκδικητές, ορισμένο(-συς) στόχο(-ους) και κά ποιου είδους κοινό. Οι διεκδικήσεις μπορεί να έχουν στο στόχαστρό τους κυβερνητικούς αξιωματούχους και «αρ χές», όπου όμως εν προκειμένω μπορεί να συμπεριλαμβάνονται κάτοχοι περιουσιών, θρησκευτικοί λειτουργοί και άλλοι, των οποίων οι ενέργειες (ή οι παραλείψεις) επηρεά ζουν σε σημαντικό βαθμό την ευημερία πολλών ανθρώπων. Δεν είναι οι μοναχικές ενέργειες των διεκδικητών, ο(οι) στόχος(-οι) ή το κοινό που συνιστούν κοινωνικό κίνημα αλ λά οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ των τριών. Άλλωστε, ακόμη και αν κάποιοι ζηλωτές αφιερωθούν μέρα και νύχτα στο
21
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
κίνημα, το μεγαλύτερο μέρος των συμμετεχόντων αναλώ νει την ενέργεια του στη διαδικασία δημόσιας διατύπωσης διεκδικήσεων και σε παρεμφερείς δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένης της καθημερινής οργανωτικής δουλειάς που απαιτεί μια εκστρατεία. Το ρεπερτόριο ενός κοινωνικού κινήματος αλληλεπικαλύπτεται με τα ρεπερτόρια άλλων πολιτικών φαινομένων, όπως είναι η συνδικαλιστική δραστηριότητα και οι εκλογι κές εκστρατείες. Στη διάρκεια του 20ού αιώνα, οι ενώσεις ειδικού σκοπού και ιδίως οι συνασπισμοί τους ανέπτυξαν μια εντυπωσιακή σε όγκο και ποικιλία πολιτική δράση σε όλο τον κόσμο. Όμως η ενσωμάτωση των περισσότερων ή όλων αυτών των παραστάσεων σε επίμονες εκστρατείες εί ναι που διαφοροποιεί τα κοινωνικά κινήματα από άλλες εκδοχές πολιτικής. Ο όρος αεπδ ηχεί παράξενα αλλά αναπαριστά κάτι οι κείο. Οι επιδείξεις αυτές μπορεί να πάρουν τη μορφή δη λώσεων, συνθημάτων και επωνυμιών που υπονοούν ΑΕΠΔ: Ενωμένοι Πολίτες για τη Δικαιοσύνη, Υπογράφοντες την Υπόσχεση, Υποστηρικτές του Συντάγματος κ.ο.κ. Επιπλέον, οι μαζικές επιδείξεις συχνά υιοθετούν στην έκφρασή τους ιδιώματα που αναγνωρίζονται ως οικεία από το εκάστοτε τοπικό ακροατήριο, παραδείγματος χάρη: • Αξιοσύνη: σοβαρή συμπεριφορά, κομψό ντύσιμο, πα ρουσία κλήρου και μεγαλοσχημόνων, αξιωματούχων και μητέρων με παιδιά· • Ενότητα: κονκάρδες, κεφαλόδεσμοι, πανό, στολές, στοιχισμένες πορείες, τραγούδια και ρυθμικά συνθή ματα· • Πολυάριθμο: καταμέτρηση συμμετεχόντων, υπογρα-
ΤΑ Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Α Κ ΙΝ Η Μ Α ΤΑ ΩΣ Π Ο Λ ΙΤ ΙΚ Η
φές σε αιτήματα, μηνύματα από υποστηρικτές, κατάκλυση δρόμων • Δέσμευση: παράβλεψη της τυχόν κακοκαιρίας την ώρα της συγκέντρωσης, εμφανής συμμετοχή ηλικιω μένων και ατόμων με ειδικές ανάγκες, αντίσταση στην καταπίεση, επίδειξη αυταπάρνησης, συνεισφο ρά ή και αγαθοεργία. Τα ιδ ιώ μ α τα π ο ικ ίλ λ ο υ ν πο λύ κ α τ ά π ερ ίσ τα σ η , α λ λ ά το γ ε ν ικ ό επ ικ ο ιν ω ν ια κ ό μοτίβο Α Ε Π Δ τα σ υσ σ ω μ α τώ νει.
Βεβαίως, και τα τρία στοιχεία και οι υποδιαιρέσεις τους είχαν ιστορικά προηγούμενα. Πολύ πριν από το 1750, για να πάρουμε ως παράδειγμα μια σαφή περίπτωση, οι προτεστάντες της Ευρώπης είχαν διοργανώσει κατ’ επανάλη ψη επίμονες δημόσιες εκστρατείες εναντίον των καθολι κών αρχών, υπέρ του δικαιώματος να ασκήσουν την αιρετι κή τους πίστη. Οι Ευρωπαίοι ενεπλάκησαν επί δύο αιώνες σε εμφύλιους πολέμους και εξεγέρσεις στις οποίες πρωτα γωνιστούσαν οι διχόνοιες προτεσταντών-καθολικών (te Brake, 1998). Ό σο για τα διάφορα στοιχεία του ρεπερτο ρίου: ενώσεις ειδικού σκοπού, δημόσιες συγκεντρώσεις, πο ρείες και άλλες μορφές κινητοποίησης, αυτά υπήρχαν με μονωμένα πολύ πριν συνδυαστούν στο πλαίσιο των κοινω νικών κινημάτων. Σύντομα θα δούμε πώς οι πιονέροι των κοινωνικών κινημάτων προσάρμοσαν, επεξέτειναν και συ νέδεσαν αυτές τις μορφές δράσης. Οι επιδείξεις ΑΕΠΔ προϋπήρχαν με τη μορφή του θρησκευτικού μαρτυρικού θανάτου, της αυτοθυσίας των πολιτών, της αντίστασης απέ ναντι στον κατακτητή- μόνο η τυποποίηση και η ενσωμάτω σή τους στο καθιερωμένο ρεπερτόριο ξεχώρισαν τις επι δείξεις του κοινωνικού κινήματος από εκείνες τις πρόδρο μες μορφές. Τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του κοινωνικού
23
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
κ ιν ή μ α το ς δ ε ν το ν δ η μ ιο ύ ρ γη σ ε κ α ν έ ν α σ το ιχείο α π ό μ όνο το υ α λ λ ά ο
συνδυασμός το υ ρ ε π ε ρ τ ο ρ ίο υ κ α ι τω ν ε π ιδ ε ί
ξ ε ω ν ΑΕΠΔ στο π λ α ίσ ιο τω ν εκσ τρα τειώ ν.
24
Εμφανίστηκαν, επίσης, ορισμένα αλληλεπικαλυπτόμενα κοινωνικά φαινόμενα την εποχή των κοινωνικών κινη μάτων. Όπως θα φανεί λεπτομερειακά στα επόμενα κεφά λαια, τα κόμματα συνεργάστηκαν κατά καιρούς σε εκτετα μένο βαθμό με τα κοινωνικά κινήματα στις πολιτικές τους εκστρατείες και στις εκλογικές αναμετρήσεις, αν και ανέ πτυξαν τα δικά τους σώματα δικαιωμάτων, υποχρεώσεων, προσωπικού και πρακτικών. Στη διάρκεια του 19ου αιώνα, οι εργάτες των καπιταλιστικών χωρών απέκτησαν σε γενι κές γραμμές το δικαίωμα της οργάνωσης, του συνέρχεσθαι, της απεργίας και του συλλογικού λόγου, ορισμένες φορές μάλιστα το πέτυχαν με κοινωνικό κίνημα: εκστρα τείες, παραστάσεις και επιδείξεις ΑΕΠΔ. Οργανωμένες ομάδες συμφερόντων, όπως οι βιομήχανοι και οι επαγγελματίες γιατροί κατέκτησαν επίσης με τρόπους ανάλογους ειδικά πολιτικά δικαιώματα συλλογικού λόγου και δράσης, αν και σπανίως χρειάστηκε συγκρότηση κοινωνικού κινή ματος γι’ αυτό. Οι ομάδες που είχαν σημαντικούς πόρους, διασυνδέσεις και αίγλη, απέκτησαν, ως επί το πλείστον, τα δικαιώματα που επιδίωξαν μέσω της απευθείας διαπραγ μάτευσης με τις κυβερνήσεις. Στη διάρκεια του 19ου και του 20ού αιώνα, τα περισσό τερα κράτη που είχαν ήδη καθιερωμένες εκκλησίες παρα χώρησαν σε νέες θρησκευτικές σέκτες τουλάχιστον τα δι καιώματα του συνέρχεσθαι και του λόγου, όχι όμως και το δικαίωμα να επιβάλλουν τα δόγματα ή τις πρακτικές τους στα μέλη. Οι αποχωριστικές κοινότητες -θρησκευτικές, πολιτικές ή τρόπου ζωής- αναδε ίχτηκαν ορισμένες φορές
ΤΑ Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Α Κ ΙΝ Η Μ Α ΤΑ ΩΣ Π Ο Λ ΙΤ ΙΚ Η
από κοινωνικά κινήματα, παρόλο που τα περισσότερα κα θεστώτα είτε κατέστειλαν είτε περιόρισαν δραστικά τις κοινότητες αυτές. Επιπλέον, οι οργανώσεις που συμμετεί χαν σε κοινωνικά κινήματα κινήθηκαν ορισμένες φορές σε αυτές τις άλλες πολιτικές σφαίρες: διεξαγωγή πολιτικών εκστρατειών, ίδρυση εργατικών συνδικάτων, συγκρότηση ανθεκτικών ομάδων συμφερόντων, μετατροπή σε θρη σκευτικές σέκτες ή σχηματισμός αποχωριστικών κοινοτή των. Οι αλληλεπικαλύψεις αυτές δεν αναιρούν τη διαπί στωση ότι μετά το 1750 γύρω από τα κοινωνικά κινήματα αυτά καθ’ εαυτά αναπτύχθηκε ένα ξεχωριστό σώμα νομο θεσίας και πρακτικής.
ΕΡΜΗΝΕΙΕΣ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΙΝΗΜΑΤΩΝ
Στο βιβλίο History o f the French Social Movementfrom 1789 to the Present (1850) ο Γερμανός κοινωνιολόγος Λόρεντς φον Στάιν (Lorenz von Stein) εισήγαγε τον όρο κοινωνικό κίνημα στις συζητήσεις των ερευνητών για τη λαϊκή πολιτι κή πάλη (von Stein, 1959). Αρχικά απέδιδε την ιδέα μιας συνεχούς και ενιαίας διεργασίας με την οποία το σύνολο της εργατικής τάξης απέκτησε αυτοσυνείδηση και δύναμη. Ό ταν έγραφε ο φον Στάιν, ο Μαρξ και ο Ένγκελς με το Κομμουνιστικό μανιφέστο (1848) είχαν υιοθετήσει ήδη μια τέτοια ακριβώς σημασία στην πρόσφατη διακήρυξή τους: «Όλα τα προηγούμενα κινήματα ήταν κινήματα μειοψη φούν ή για τα συμφέροντα μειοψηφιών. Το προλεταριακό κίνημα είναι το αυτοτελές κίνημα της τεράστιας πλειοψηφίας προς όφελος της τεράστιας πλειοψηφίας» (Marx και Engels, 1958:1,44).
25
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
26
Ωστόσο, το 1848 οι πολιτικοί αναλυτές μίλησαν, εκτός των άλλων, και για κοινωνικά κινήματα στον πληθυντικό. Το γερμανικό περιοδικό Die Gegenwart (Το Παρόν) αποφάνθηκε ότι «εν γένει τα κοινωνικά κινήματα δεν είναι τί ποτε άλλο από μια πρώτη αναζήτηση ενός έγκυρου ιστορι κού αποτελέσματος» (Wirtz, 1981:20). Τον 19ο αιώνα, οι περισσότεροι αναλυτές των κοινωνικών κινημάτων τα δια φοροποίησαν ανάλογα με το πρόγραμμα, την οργάνωση και το πλαίσιο. Ο ίδιος ο Ένγκελς υιοθέτησε τον πληθυντι κό αριθμό στον Πρόλογό του για την αγγλική έκδοση του Μανιφέστου το 1888, σημειώνοντας ότι «όσα ανεξάρτητα προλεταριακά κινήματα συνέχιζαν να δίνουν σημεία ζωής διώκονταν ανελέητα» (Marx και Engels, 1958:1,26). Από τα τέλη του 19ου αιώνα και εφεξής, οι πολιτικοί αναλυτές δεν μιλούσαν απλώς στον πληθυντικό αναφερόμενοι στα κοινωνικά κινήματα, αλλά τα επεξέτειναν κιόλας πέρα από τους οργανωμένους προλεταρίους στους αγρότες, στις γυναίκες και σε μια μεγάλη ποικιλία διεκδικητών (Heberle, 1951:2-11). Οι ονομασίες των πολιτικών γεγονότων αποκτούν βα ρύτητα όταν φέρνουν ευρύτατα αναγνωρισμένα αποτελέ σματα και όταν προκύπτουν σαφείς συνέπειες από το ότι ένα γεγονός αποκτά μια ονομασία - ή αποτυγχάνει να την αποκτήσει. Με το να αποκαλέσουμε ένα γεγονός ως ταρα χή, θορυβώδη διαπληκτισμό ή περίπτωση γενοκτονίας, στιγματίζουμε όσους συμμετέχουν σ’ αυτό. Με το να το χα ρακτηρίσουμε αντίθετα ως εκλογικό θρίαμβο, στρατιωτική νίκη ή ειρηνευτική συμφωνία, βελτιώνουμε σε γενικές γραμμές τη φήμη των οργανωτών τους. "Οταν λοιπόν τέτοια γεγονότα συμβαίνουν σε μεγάλη κλίμακα, οι επικριτές των αμφισβητούμενων ενεργειών από τη μια μεριά και οι υπε-
ΤΑ Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Α Κ ΙΝ Η Μ Α ΤΑ ΩΣ Π Ο Λ ΙΤ ΙΚ Η
ρασπιστές τους από την άλλη προσάπτουν σ’ αυτές τους αντίστοιχους χαρακτηρισμούς: μια αντιπαράθεση του αντι πάλου με την αστυνομία θα χαρακτηριστεί ως ταραχή, μια επιτυχημένη αναχαίτιση θα ερμηνευτεί ως στρατιωτική νί κη κ.ο.κ. Ό πω ς δείχνουν οι αναφορές μας στη Ζιμπά μπουε, στην Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.), στο Μπάνγκλαντες και τον Καναδά, ο όρος κοινωνικό κίνημα απέκτησε ελκυ στικούς συνειρμούς σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Κατά συνέ πεια, αυτό τον καιρό οι παρατηρητές -και οι αναλυτέςπου εγκρίνουν ένα επεισόδιο λαϊκής συλλογικής δράσης το αποκαλούν κοινωνικό κίνημα, ανεξάρτητα αν αυτό αφορά το συνδυασμό εκστρατείας, ρεπερτορίου και επιδείξεις ΑΕΠΔ.
Στις περιπτώσεις γεγονότων που ταιριάζουν από κά ποιες απόψεις με τα ως άνω πρότυπα, παρατηρούνται συ χνά οι εξής τρεις συγχύσεις: 1. Οι αναλυτές και οι ακτιβιστές συνηθίζουν να εκτεί νουν καταχρηστικώς τον όρο κοινωνικό κίνημα σε κά θε σχετική λαϊκή συλλογική δράση ή τουλάχιστον σε κάθε λαϊκή συλλογική δράση που εγκρίνουν. Για πα ράδειγμα, στο κίνημα των γυναικών οι φεμινίστριες συμπεριλαμβάνουν αναδρομικά ηρωικές γυναίκες της εποχής πριν από το 1750, ενώ για τους περιβαλλοντιστές ακτιβιστές κάθε λαϊκή πρωτοβουλία υπέρ του πε ριβάλλοντος, όπου κι αν εκδηλώνεται, συνυπολογίζε ται στο παγκόσμιο περιβαλλοντικό κίνημα. 2. Οι αναλυτές συχνά συγχέουν τη συλλογική δράση ενός κινήματος με τις οργανώσεις και τα δίκτυα που υποστηρίζουν τη δράση ή ακόμη θεωρούν ότι οι ορ γανώσεις και τα δίκτυα αποτελούν το κίνημα. Έτσι έχουμε, π.χ., την ταύτιση του περιβαλλοντικού κινή-
27
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
ματος με τους ανθρώπους, τα διαπροσωπικά δίκτυα και τις οργανώσεις που ευνοούν την προστασία του περιβάλλοντος αντί με τις εκστρατείες στις οποίες εμπλέκονται. 3. Συχνά, οι αναλυτές αντιμετωπίζουν «το κίνημα» ως ενιαίο υποκείμενο παραβλέποντας α) τις αδιάκοπες μανούβρες και αναδιατάξεις που συμβαίνουν πάντο τε στο πλαίσιο των κοινωνικών κινημάτων, και β) την αλληλεπίδραση μεταξύ των ακτιβιστών, των ψηφοφό ρων, των στόχων, των αρχών, των συμμάχων, των αντιπάλων, των εχθρών και των ακροατηρίων που διαμορφώνουν τη μεταβαλλόμενη υφή των κοινωνι κών κινημάτων.
28
Η διεύρυνση του όρου ώστε να συμπεριληφθούν σ’ αυτόν όλα τα είδη λαϊκής συλλογικής δράσης στο παρόν και το παρελθόν, η ταύτιση του κινήματος με τον πληθυσμό, τα δί κτυα ή τις οργανώσεις που το υποστηρίζουν και η αντιμε τώπιση των κινημάτων ως ενιαίων δρώντων υποκειμένων, όλα αυτά δεν βλάπτουν ιδιαίτερα τη συνηθισμένη επιφα νειακή πολιτική συζήτηση για τα κοινωνικά κινήματα. Υπο βοηθούν μάλιστα τη στρατολόγηση, την κινητοποίηση και το ηθικό. Δυσκολεύουν όμως κάθε προσπάθεια περιγρα φής και εξήγησης του πραγματικού τρόπου λειτουργίας τους -ειδικά όταν το θέμα είναι να τοποθετήσουμε τα κοι νωνικά κινήματα στην ιστορία- και αυτός είναι εν προκειμένω ο σκοπός. Για να είμαστε ξεκάθαροι, κανείς δεν έχει αποκλειστι κά δικαιώματα στον όρο κοιναχνικό κίνημα: αναλυτές, υποστηρικτές και επικριτές είναι ελεύθεροι να χρησιμοποιούν την έκφραση όπως νομίζουν. Όμως μια διακριτή μορφή δημόσιας πολιτικής δράσης εμφανίστηκε σε χώρες της
ΤΑ Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Α Κ ΙΝ Η Μ Α ΤΑ ΩΣ Π Ο Λ ΙΤ ΙΚ Η
Δύσης στη διάρκεια του υστέρου 18ου αιώνα, κατακτώντας -τον 19ο αιώνα- ευρεία αναγνώριση στη Δυτική Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική. Στα μέσα του ίδιου αιώνα σταθε ροποιήθηκε σε ένα ανθεκτικό σύνολο στοιχείων και ανα πτύχθηκε από αυτό το σημείο κι ύστερα αργά και σταθερά και διαδόθηκε απ’ άκρη σ’ άκρη του δυτικού κόσμου αποκαλούμενη εντέλει «κοινωνικό κίνημα». Αυτό το πολιτικό σύμπλεγμα συνδύασε τρία στοιχεία: 1) εκστρατείες συλλο γικών διεκδικήσεων με επιλεγμένες αρχές-αποδέκτες στο στόχαστρο· 2) μια σειρά πρωτοβουλιών για τη διατύπωση αιτημάτων συμπεριλαμβανομένων των ενώσεων ειδικού σκοπού, των δημόσιων συγκεντρώσεων, των δηλώσεων προς τα ΜΜΕ και των διαδηλώσεων· 3) δημόσιες επιδείξεις ΑΕΠΔ υπέρ μιας υπόθεσης. Το παρόν βιβλίο αφηγείται την ιστορία αυτού του συμπλέγματος. Παρά τις συνεχείς -μικρής συνήθως κλίμακας- καινο τομίες και τις αποκλίσεις από το ένα πολιτικό πλαίσιο στο άλλο, τα στοιχεία του κοινωνικού κινήματος εξελίχτηκαν και διαδόθηκαν ως συνεκτικό σύνολο. Με την έννοια αυτή, το κοινωνικό κίνημα διαθέτει ιστορία. Μια ιστορία που το διακρίνει από εκείνη των άλλων πολιτικών μορφών όπως είναι οι εκλογικές εκστρατείες, οι πατριωτικές εκδηλώ σεις, οι επιδείξεις στρατιωτικής ισχύος, οι εκδηλώσεις για την εγκατάσταση των δημόσιων αξιωματούχων στα αξιώματά τους, το συλλογικό πένθος. Επομένως, όταν το παρόν βιβλίο αναφέρεται σε κοινωνικά κινήματα δεν εννοεί κάθε λαϊκή ενέργεια, κάθε ενέργεια στην οποία προβαίνουν οι πολίτες για λογαριασμό μιας υπόθεσης, όλους τους ανθρώ πους και τις οργανώσεις που υποστηρίζουν τις ίδιες υποθέ σεις ή τους ήρωες που αναδεικνύουν τα ιστορικά γεγονό τα. Εννοεί ένα συγκεκριμένο, συγκροτημένο και εξελισσό-
29
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
30
μενο ιστορικό σύνολο πολιτικών αλληλεπιδράσεων και πρακτικών. Εννοεί τον διακριτό συνδυασμό εκστρατείας, ρεπερτορίου και επιδείξεων α ε π δ . Με βάση τα απαιτητικά αυτά κριτήρια μπορούν να χα ρακτηριστούν κοινωνικά κινήματα οι κινητοποιήσεις της Ζιμπάμπουε, της Ευρώπης, του Μπάνγκλαντες και του Κα ναδά, με τις οποίες αρχίσαμε; Ως επί το πλείστον, ναι. Το 2002 και το 2003 η αντιπολίτευση στη Ζιμπάμπουε χρησιμο ποιούσε διαδικασίες κοινωνικού κινήματος για τη διατύπω ση διεκδικήσεων, π.χ. διαδηλώσεις, συνελεύσεις και δελτία τύπου απέναντι σ’ ένα καθεστώς που αντιμετώπιζε αυτά τα αιτήματα ως υπονομευτικά. Η εκστρατεία επανενυδάτωσης στο Μπάνγκλαντες ξεπέρασε το όριο μεταξύ των κυβερνη τικών μέτρων ρουτίνας για τη δημόσια υγεία και της λαϊκής κινητοποίησης μέσω ενώσεων, πορειών και συνελεύσεων. Αντιμέτωποι με μια ολοένα και πιο ισχυρή Ε.Ε. και τη διε θνοποίηση του κεφαλαίου, οι Ευρωπαίοι εργαζόμενοι διε νεργούσαν δύσκολα πειράματα επεκτείνοντας σε διεθνή κλίμακα οικείες πρακτικές των εθνικών κοινωνικών κινη μάτων, καθώς οι Ευρωπαίοι διοργανωτές ενεπλάκησαν ενεργητικά οι ίδιοι στο συντονισμό μιας παγκόσμιας εκ στρατείας για το χρέος του Τρίτου Κόσμου, το AIDS και εκατοντάδες άλλα ζητήματα. Στις αρχές του 21ου αιώνα, οι Καναδοί ακτιβιστές -στους οποίους συμπεριλαμβάνονται υποψιασμένοι υποστηρικτές του Νέου Δημοκρατικού Κόμ ματος- μπορούσαν να αναφέρονται σε ένα παρελθόν σχε δόν δύο αιώνων δημιουργίας ενώσεων, διεξαγωγής διαδη λώσεων και συνελεύσεων, και διατύπωσης αιτημάτων με το σχήμα ΑΕΠΔ. Σε πολλές περιοχές του κόσμου το κοινωνικό κίνημα έγινε οικείο και γενικά αξιόπιστο όχημα λαϊκής πολττικής (Buechler, 2000· Edelman, 2001■ Ibarra και Tejerina,
ΤΑ Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Α Κ ΙΝ Η Μ Α ΤΑ ΩΣ Π Ο Λ ΙΤ ΙΚ Η
1998· Mamdani και Wamba-dia-Wamba, 1996· Ray και Korteweg, 1999· Tarrow, 1998· Wignaraja, 1993). Εν μέρει λόγω ταυ αδιαμφισβήτητου κύρους των κοινω νικών κινημάτων σήμερα οι μελετητές τους δεν έχουν δεί ξει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την τοποθέτηση των συγκε κριμένων κινημάτων στο πλαίσιο της ευρύτερης ιστορίας του κοινωνικού κινήματος ως μορφής πολιτικής. Γενικώς, οι αναλυτές των κοινωνικών κινημάτων τα αντιμετωπίζουν ως εκφράσεις επίκαιρων στάσεων, συμφερόντων ή κοινω νικών συνθηκών και όχι ως στοιχεία πιο μακροχρόνιων ιστορικών διαδικασιών. Οι μελετητές των κινημάτων του 19ου αιώνα, όπως αυτών ενάντια στη δουλεία, υπέρ της πο τοαπαγόρευσης και υπέρ του δικαιώματος ψήφου, θα έπρεπε να τα τοποθετούν στο ιστορικό τους πλαίσιο και να παρακολουθούν την ιστορική τους ανάπτυξη (βλ., π.χ., d’Anjou, 1996· Buechler, 1990- Drescher, 1986,1994· Eltis, 1993· Gusfield, 1966· McCammon και Campbell, 2002Young, 2002). Οι αυτοαποκαλούμενες ωστόσο ιστορίες των διαφόρων περιφερειακών, εθνικών ή διεθνών εργατι κών κινημάτων ανατρέχουν συχνά σε γεγονότα που προηγήθηκαν πολύ των ένδοξων περιόδων του 19ου αιώνα (για να τα ενσωματώσουν εκ των υστέρων) και συχνά επίσης διατρέχουν ένα φάσμα κοινωνικών κινημάτων πολύ ευρύ τερο από το σύνολο των κινημάτων που εστιάζουν στην ευ ημερία των εργατών (βλ. Bogolyubov, R’izhkova, Popov και Dubinskii, 1962* Dolleans και Crozier, 1950· Kuczynski, 1967a, 1967b· Zaleski, 1956). Εκτεταμένες έρευνες για τη διαμαρτυρία, τη βία και την πολιτική σύγκρουση διατέμνουν τακτικά τη ζώνη της δρα στηριότητας του κοινωνικού κινήματος (βλ. Ackerman και Du Vail 2000· Botz, 1976,1987· Brown, 1975· Gilje, 1987,
31
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
32
1996· Grimsted, 1998· Lindenberger, 1995· McKivigan και Harrold, 1999- Mikkelsen, 1986· Tilly, Tilly και Tilly, 1975· R. Tilly, 1980· Walton και Seddon, 1994· Williams, 2003). Κοντά σ’ αυτό, οι καθρέφτες μιας άφθονης ιστορικής φιλο λογίας για την αστυνόμευση, την επιτήρηση και την κατα στολή συλλαμβάνουν συχνά τα κοινωνικά κινήματα υπό ασυνήθιστες οπτικές γωνίες (βλ. Balbus, 1973· Broeker, 1970· Bruneteaux, 1993· Earl, Soule και McCarthy, 2003· Emsley, 1983- Emsley και Weinberger, 1991· Fillieule, 1997b· Goldstein, 1983,2000,200Γ Gurr, 2000· Huggins, 1985,1998· Husung, 1983· lessen, 1994· Liang, 1992· Liidtke, 1989,1992· Monjardet, 1996· Munger, 1979,1981· Palmer, 1988· Storch, 1976· Wilson, 1969). Κάποιες συγκεκριμένες κινητοποιήσεις -ορισμένες γαλ λικές ιδίως και ιρλανδικές πορείες και διαδηλώσεις- έχουν δώσει πρώτης τάξεως ιστορικές καταγραφές (Blackstock, 2000· Farrell, 2000· Favre, 1990· Fillieule, 1997a* Jarman, 1997· Mirala, 2000· Pigenet και Tartakowsky, 2003· Robert, 1996· Tartakowsky, 1997,1999). Επιπλέον, κοινωνικές και πολιτικές μελέτες ευρύτερης ιστορικής προβληματικής δί νουν συνήθως ιδιαίτερη προσοχή στα κοινωνικά κινήματα καθώς παρακολουθούν τις γενικές ιστορικές τάσεις (π.χ., Anderson και Anderson, 1967· Cronin και Schneer, 1982· Gonzalez Calleja, 1998,1999· Hobsbawm, 1975,1988,1994Montgomery, 1993). Ό λα αυτά τα είδη ιστορικής μελέτης θα μας χρησιμεύσουν πολύ στα επόμενα κεφάλαια. Εντού τοις, ακόμη κι αν ληφθούν όλες μαζί, δεν παρέχουν μια συ νεκτική ιστορία του κοινωνικού κινήματος ως πολιτικού φαινομένου. Μια ιστορία παράλληλη, ας πούμε, με εκείνες των εκλογών για το νομοθετικό σώμα, των πολιτικών κομμάτων, των επαναστάσεων ή των πραξικοπημάτων.
ΤΑ Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Α Κ ΙΝ Η Μ Α ΤΑ ΩΣ Π Ο Λ ΙΤ ΙΚ Η
Υπάρχουν ωστόσο, για συγκεκριμένες χώρες και πε ριόδους, μερικές ιστορικές έρευνες για τα κοινωνικά κινή ματα αυτά καθ’ εαυτά (βλ., π.χ., Ash, 1972· Bright και Hardling, 1984· Burke, 1988· Castells, 1983· Clark, 1959· Clark, Grayson και Grayson, 1975· Duyvendak, van den Heijden, Koopmans και Wijmans, 1992· Friedrickson, 1997· Gamson, 1990· Kaplan, 1992· Klausen και Mikkelsen, 1988· Kriesi, Koopmans, Duyvendak και Giugni, 1995· Luncvist, 1977" Nicolas, 1985· Tarrow, 1996· Wirtz, 1981). Σε μία από τις πιο οξυδερκείς δηλώσεις που διαθέτουμε επί του θέματος, ο Τζον Μάρκοφ (John Markoff) θέτει με επιδέξιο τρόπο το πρόβλημα της εξήγησης: Τα κοινωνικά κινήματα, όπως τα γνωρίζουμε, πρωτοάνθησαν στην Αγγλία τον ύστερο 18ο αιώνα και στη συνέχεια ρί ζωσαν στην Ευρώπη, στη Βόρεια Αμερική και αλλού τον 19ο αιώνα. Για να αντιληφθούμε το γιατί, πρέπει να λάβουμε υπόψη πολλές αλληλένδετες εξελίξεις: μια ενισχυμένη κυ βέρνηση και μια εξασθενημένη βασιλεία, πολίτες που αυτοοργανώνονται για τη διεκδίκηση αιτημάτων από την κυβέρ νηση αυτή, μια πολιτική ελίτ εθισμένη να ισχυρίζεται ότι κυ βερνά στο όνομα του λαού, εξελίξεις στις μεταφορές και τις εμπορικές σχέσεις που συνδέουν απομακρυσμένους πληθυ σμούς, εξάπλωση της εγγραμματοσύνης και νέα μέσα επικοι νωνίας που οδηγούν χωρικά διιστάμενους ανθρώπους να αι σθάνονται ότι κινούνται μ’ έναν κοινό ρυθμό. (Markoff, 1996b:45)
Σε γενικές γραμμές όμως, οι έρευνες αυτές υποτάσσουν την ιστορία σε κάποιο άλλο κριτήριο ανάλυσης, όπως, π.χ., η παρουσίαση από τον Σ.Ντ. Κλαρκ (S.D. Clark) της από κλισης των διαδρομών που ακολούθησαν τα κινήματα του Καναδά και των ΗΠΑ μετά τη δεκαετία του 1830 και η
33
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
34
έρευνα του Γουίλιαμ Γκέιμσον (William Gamson) για το πόσο στένεψε ο πολιτικός ορίζοντας στην Αμερική τον 20ό αιώνα. Ο ίδιος ο Μάρκοφ υπάγει στην ανάλυσή του το σχη ματισμό και το μετασχηματισμό των κοινωνικών κινημά των στην εξάπλωση της δημοκρατίας. Αντλώ κατ’ επανάλη ψη στοιχεία από τις έρευνες αυτές καθώς και από ιστορι κές μελέτες συγκεκριμένων κινημάτων. Δίνω ειδική σημα σία σε χρονολογίες και καταλόγους όπως είναι αυτοί του Γκέιμσον επειδή παρέχουν υλικό για σύγκριση και συστη ματικά τεκμήρια για τις διαφοροποιήσεις (Tilly, 2002b). Επιπλέον, η ιστορική ανάλυση που ακολουθεί απαίτησε αρκετές παρεμβολές, συνθέσεις και δανεισμούς από τη δι κή μου έρευνα. Η ιστορία του κοινωνικού κινήματος παρέχει ένα γλα φυρό παράδειγμα ενός χαρακτηριστικού προβλήματος στην πολιτική ανάλυση. Αναμφισβήτητα, τα κοινωνικά κι νήματα έχουν μια διακριτή και συνεκτική ιστορία. Αυτήν ακριβώς παρακολουθείτο παρόν βιβλίο. Αυτή η συνεκτι κότητα γεννάει δύο ισχυρούς -κ α ι αντίθετους- πειρα σμούς. Ο γοητευτικός πρώτος πειρασμός είναι να αντιμε τωπίσουμε το κοινωνικό κίνημα ως φαινόμενο «εξ εαυτού» και να αναζητήσουμε τους γενικούς νόμους λειτουργίας του. Παρόμοιοι πειρασμοί ταλαιπωρούν τους μελετητές των επαναστάσεων, των απεργιακών κυμάτων και των εκλογικών εκστρατειών. Η αναζήτηση όμως μεγάλων νό μων στα ανθρώπινα πράγματα, νόμων συγκρίσιμων με εκείνους της νευτώνειας μηχανικής έχει οριστικά αποτύχει. Κάποιοι τέτοιοι νόμοι είναι ίσως νοητοί (με τη μορφή, ας πούμε, των νομοτελειών της εξέλιξης ή της γενετικής), σίγουρα όμως δεν διέπουν συγκεκριμένες δομές και διαδικασίες όπως είναι οι εκκλησίες, οι μεγάλες επιχειρήσεις,
ΤΑ Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Α Κ ΙΝ Η Μ Α ΤΑ ΩΣ Π Ο Λ ΙΤ ΙΚ Η
οι επαναστάσεις ή τα κοινωνικά κινήματα. Όποιος θέλει να εξηγήσει πολιτικές δομές και διαδικασίες στην παρού σα φάση της γνώσης θα προσφέρει περισσότερα αν εστιά σει την προσπάθεια του στο να διαχωρίσει τους πιο οροθετημένους αιτιακούς μηχανισμούς που προξενούν τις αλλα γές, τις παραλλαγές και τα πιο αδρά χαρακτηριστικά αυ τών των δομών και των διαδικασιών. Η προσπάθεια απαι τεί την αποστροφή του βλέμματός μας από τους «νόμους» των κοινωνικών κινημάτων και την εστίαση στις αιτιακές σχέσεις και τις αναλογίες μεταξύ ξεχωριστών όψεων των κοινωνικών κινημάτων και άλλων εκδοχών της πολιτικής (Goldstone, 2003· Tilly, 2001a, 2001b). Εξάλλου, οι εξηγή σεις των κοινωνικών κινημάτων και της ιστορίας τους πρέ πει να εναρμονίζονται με εκείνες των άλλων τύπων συγκρουσιακής πολιτικής. Αυτή η προσπάθεια όμως ανακαλεί στο νου τον αντίθε το πειρασμό. Μπορεί κανείς, έχοντας παρατηρήσει κά ποιες μικρής κλίμακας κανονικότητες στα κοινωνικά κινή ματα, να αρχίσει να βλέπει παντού κοινωνικά κινήματα. Εκστρατείες και παραστάσεις όπως είναι οι δημόσιες συ γκεντρώσεις, η προβολή αιτημάτων και οι επιδείξεις ΑΕΠΔ, οι κονκάρδες, η επίδειξη αυταπάρνησης, απαντούν και εκτός των κοινωνικών κινημάτων, δηλαδή σε εκκλησίες, σχολεία, μεγάλες επιχειρήσεις, πνευματικές κοινότητες και αλλού (Binder, 2002· Davis, McAdam, Scott και Zald, 2005' David και Thompson, 1994). Ορισμένες φορές απο κτούν, κατ’ αναλογία, και την ταμπέλα του «κινήματος». Πάρτε το λεγόμενο κίνημα των πολιτοφυλακών στις ΗΠΑ τη δεκαετία του 1990. Απ’ άκρη σ’ άκρη των ΗΠΑ εκατο ντάδες μικρές χαλαρά συνδεδεμένες ομάδες φορώντας στρατιωτική στολή και οργανώνοντας πολεμικά παιχνίδια, 35
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
36
μοίραζαν κείμενα αποκάλυψης, διακήρυτταν την ανεξαρ τησία τους από τη δικαιοδοσία των ΗΠΑ -συμπεριλαμβανομένης της υποχρέωσης καταβολής φόρων- και ετοιμάζο νταν για τον Αρμαγεδδώνα που προφήτευαν οι ηγέτες τους για το 2000. To Southern Poverty Law Center, το οποίο πα ρακολουθεί στενά αυτές τις ομάδες, κατέγραψε 858 πολι τοφυλακές σ’ όλη τη χώρα κατά την ακμή τους, το 1996, αριθμός που μειώθηκε σε 143 έως το 2003 {Economist, 2003a: 22). Εάν οι ομάδες αυτές υιοθετούσαν έναν πλήρη συνδυα σμό εκστρατειών, παραστάσεων και επιδείξεων α ε π δ , τό τε θα εισέρχονταν στο πεδίο των κοινωνικών κινημάτων με την κατάλληλη έννοια του όρου. Αν πάλι οργανώνονταν σε Κόμμα Πολιτοφυλακών, κατεβάζοντας υποψηφίους σε το πικές ή σε πολιτειακές εκλογές και ξεκινούσαν να αγορά ζουν χρόνο σε τοπικούς τηλεοπτικούς σταθμούς, θα είχαν επιλέξει μια άλλη διαθέσιμη μορφή δημόσιας πολιτικής, εκείνη δηλαδή της εκλογικής εκστρατείας. Ελλείψει τέ τοιων -απίθανων άλλωστε- αλλαγών στρατηγικής, αντί της διακήρυξης ότι οι δραστηριότητες των πολιτοφυλακών «εί ναι πράγματι» κοινωνικά κινήματα, είναι πιο πρόσφορη -για το σκοπό της εξήγησης- η αναγνώρισή τους ως αποτελούντων μια άλλη μορφή συγκρουσιακής πολιτικής. Αυτή η αναγνώριση μας επιτρέπει να μελετήσουμε τις ομοιότητές τους με τα κοινωνικά κινήματα αλλά και να δούμε ποια εί ναι τα ξεχωριστά προβλήματα που θέτουν. Στον αξιοσέβαστο κόσμο της επιστήμης και της ιατρικής ανακύπτουν επίσης πότε πότε ανάλογα των κοινωνικών κι νημάτων, τα οποία όμως, ως επί το πλείστον, δεν φτάνουν στην πλήρη ανάπτυξή τους. Ας πάρουμε ως τέτοιο παράδείγμα τις πρόσφατες διαμάχες για τα ύδατα του αρδευτι-
ΤΑ Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Α Κ ΙΝ Η Μ Α ΤΑ ΩΣ Π Ο Λ ΙΤ ΙΚ Η
κού οργανισμού του ποταμού Κλάμαθ κοντά στα σύνορα των πολιτειών Ουάσινγκτον και Όρεγκον. Με τα νερά του Κλάμαθ και με αυτά της περιβαλλόμενης από έρημο λίμνης Άπερ Κλάμαθ, αρδεύονται άνυδρα χωράφια πολλών αγρο τών στις παρακείμενες ορεινές περιοχές. Έτσι όμως απο στραγγίζονται τα πεδινά εδάφη όπου εκτρέφονται σολομοί και όπου οι φυλές Κλάμαθ ασκούν τα αλιευτικά τους δικαιώ ματα σύμφωνα με τη συνθήκη περί καταυλισμών που υπο γράφηκε το 1864 με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Το 2002 μια έκθεση της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών συμπέρανε ότι δεν υπήρχε «ισχυρή επιστημονική βάση» για τον τερματι σμό της αρδευτικής ροής υπέρ της αποστολής περισσότε ρων υδάτων στα κατάντη ιχθυοτροφεία. Η δήλωση των επι στημόνων δεν ικανοποίησε καμία πλευρά, συμπεριλαμβα νομένων των βιολόγων που συμπαρατάχθηκαν με τη μια ομάδα των χρηστών των υδάτων ή με την άλλη. «Το συμπέ ρασμα της έκθεσης», παρατήρησε ο ρεπόρτερ του περιοδι κού Science από το Κλάμαθ Φολς του Όρεγκον, προκάλεσε στη μικρή αυτή αγροτική κοινότητα τη μομφή ότι οι ομοσπονδιακές υπηρεσίες υποστηρίζουν τις «επιστημονι κές σαχλαμάρες» και ενίσχυσε τις εκκλήσεις για μεταρρύθμι ση ή για αχρήστευση της Πράξης για τα Απειλούμενα με Εξαφάνιση Είδη (ESA). Τον τελευταίο χρόνο όμως προκάλε σε έναν άλλο υπόγειο αναβρασμό στους κόλπους των βιολό γων των ιχθυοτροφείων, οι οποίοι ισχυρίζονται ότι οι αναλύ σεις της έκθεσης ήταν απλουστευτικές και τα συμπεράσματά της παρατραβηγμένα και -ίσως το χειρότερο όλων- ότι η έκ θεση έχει υπονομεύσει την αξιοπιστία του μεγαλύτερου μέ ρους της επιστημονικής δουλειάς που είχε γίνει στην περιοχή, αν δεν έχει εκθρέψει κιόλας ένα ολοκληρωτικά αντιεπιστη μονικό αίσθημα στον πληθυσμό. (Service, 2003:36)
37
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
Ομάδες αντιπαρατιθέμενων συνηγόρων καθοδηγούν προ σεγμένες εκστρατείες και δίνουν περιστασιακά παραστά σεις όπως οι συνεντεύξεις τόπου για να δημοσιοποιούνται οι εκατέρωθεν διεκδικήσεις. Εάν οι αγρότες, οι βιολόγοι ή τα μέλη των φυλών Κλάμαθ άρχιζαν να συνδυάζουν δημό σιες εκστρατείες, παραστάσεις και επιδείξεις ΑΕΠΔ σε επί μονες διεκδικήσεις απέναντι στις ομοσπονδιακές αρχές ή στην Εθνική Ακαδημία Επιστημών, θα μετέθεταν τους αγώνες τους στο πεδίο των κοινωνικών κινημάτων πλήρους ανάπτυξης. Θα μπορούσαν κι αυτοί δυνητικά να επιδοθούν στη δημόσια πολιτική των εκλογικών εκστρατειών - ή, για την περίπτωση, να κινηθούν στην κατεύθυνση των κανονι κά συγκροτημένων ομάδων συμφερόντων δημιουργώντας λόμπι, γραφεία στην Ουάσινγκτον και δελτία τύπου για τη διάδοση των σκοπών του αγώνα τους. Ό πω ς και να ’χει όμως, εμείς θα κατανοούμε καλύτερα τις πράξεις τους εάν αναγνωρίζουμε αναλογίες και διαφορές χωρίς να αντιμε τωπίζουμε απλουστευτικά την κοιλάδα Κλάμαθ ως άλλη μία εκδοχή κοινωνικού κινήματος. Το ίδιο ισχύει για ανά λογους αγώνες στο πλαίσιο μεγάλων επιχειρήσεων, εκκλη σιών, σχολείων, διανοητικών πειθαρχιών, σε καλλιτεχνι κούς κύκλους και σε γειτονιές (Davis, McAdam, Scott και Zald, 2005). Με αυτήν ακριβώς την έννοια, το ιστορικό σχέδιο της ανίχνευσης των ξεχωριστών πολιτικών του κοι νωνικού κινήματος αποτελεί μέρος του ευρύτερου προ γράμματος μιας συνολικής εξήγησης των συγκρουσιακών πολιτικών εν γένει.
38
ΤΑ Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Α Κ ΙΝ Η Μ Α ΤΑ ΩΣ Π Ο Λ ΙΤ ΙΚ Η
ΠΡΟΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΕΞΗΓΗΣΕΩΝ
Αυτό το έργο επομένως έχει τέσσερις ανεξάρτητες προ σεγγίσεις. Πρώτον, πρέπει να ανατρέξουμε στις αρχικές μορφές και τους μετασχηματισμούς των κύριων στοιχείων των κοινωνικών κινημάτων: εκστρατείες, ρεπερτόρια και επιδείξεις ΑΕΠΔ. Παραδείγματος χάρη, πώς διαμορφώθη κε η οικεία σήμερα διαδήλωση στους δρόμους και, επιπλέον, πώς απέκτησε αυτή την αμήχανη νομική υπόσταση σας πε ρισσότερες δημοκρατικές χώρες; Δεύτερον, πρέπει να αποκαλύψουμε τις κοινωνικές διαδικασίες που ενθαρρύ νουν ή εμποδίζουν τον πολλαπλασιασμό των κοινωνικών κινημάτων. Με δεδομένη τη σημαντική, αλλά πάντως όχι πλήρη, αντιστοιχία του εκδημοκρατισμού και των κοινωνι κών κινημάτων, για παράδειγμα, ποιες είναι οι αιτιακές σχέσεις που εξηγούν την αντιστοιχία αυτή; Τρίτον, πρέπει να εξετάσουμε πώς τα στοιχεία των κοινωνικών κινημάτων αλληλεπιδρούν με άλλες μορφές πολιτικής. Σε ποιο βαθμό και πώς, για παράδειγμα, διασταυρώθηκαν και αλληλοεπηρεάστηκαν οι απεργίες στις βιομηχανίες, οι εκλογικές εκστρατείες και τα κοινωνικά κινήματα; Τέλος, πρέπει να δείξουμε από τι καθορίζονται οι σημαντικές αλλαγές των κοινωνικών κινημάτων και οι παραλλαγές τους. Βοηθάει, για παράδειγμα, η εμφάνιση των επαγγελματιών πολιτι κών διαμεσολαβητών στην εξήγηση του σχηματισμού ενός συγκροτημένου εξειδικευμένου τομέα οργανώσεων κοι νωνικών κινημάτων σε δημοκρατικές καπιταλιστικές μητροπόλεις (Ibarra, 2003· Meyer και Tarrow, 1998); Η ενδε λεχής ιστορική ανάλυση βοηθάει να απαντηθούν και τα τέσσερα αυτά είδη ερωτήσεων. Πάνω σ’ αυτή τη γραμμή έρευνας, τα κύρια επιχειρήμα τα του βιβλίου είναι τα εξής:
39
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
40
Α πό τα αρχικά τους στάδια τον 18ο αιώνα και εφεξής, τα κοινωνικά κινήματα δεν προχώρησαν ως μοναχικές πα ραστάσεις αλλά ως διαδραστικές εκστρατείες. Ό πως οι εκλογικές εκστρατείες, οι λαϊκές εξεγέρσεις και οι θρη σκευτικές κινητοποιήσεις, συγκροτούνταν κι αυτά από τις αλληλεπιδράσεις των προσωρινώς συνδεόμενων (και ευμετάβολων) ομάδων διεκδικητών (και των στόχων των διεκδικήσεων τους) με τρίτα μέρη, όπως ψηφοφόροι, σύμ μαχοι, αντίπαλοι διεκδικητές, εχθροί, αρχές, και διάφορα ακροατήρια που συχνά έπαιζαν κι αυτά σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη των εκστρατειών. Ποτέ δεν θα εξηγήσουμε τις αλλαγές και τις παραλλαγές χωρίς να δώσουμε ιδιαίτε ρη προσοχή σε πολιτικώς δρώντα υποκείμενα άλλα από τους κεντρικούς διεκδικητές, παραδείγματος χάρη την αστυνομία με την οποία συγκρούονταν, συνδιαλέγονταν και ανέπτυσσαν παράλληλα τις στρατηγικές τους. Τα κοινωνικά κινήματα συνδυάζουν τρία είδη διεκδική σεων: πρόγραμμα, ταυτότητα και υπόσταση. Οι προγραμ ματικές αξιώσεις αφορούν δηλωμένη υποστήριξη ή αντίθε ση σε υπαρκτές ή προτιθέμενες ενέργειες εκ μέρους των αποδεκτών των αιτημάτων. Οι διεκδικήσεις ταυτότητας συνίστανται στη διαβεβαίωση ότι «εμείς» -ο ι διεκδικητέςαποτελούμε μια ενιαία δύναμη που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη. Οι επιδείξεις α ε π δ υποστηρίζουν τις διεκδικήσεις ταυτότητας. Οι διεκδικήσεις υπόστασης περιλαμβάνουν τους ισχυρισμούς ότι υπάρχουν δεσμοί και ομοιότητες με άλλους πολιτικούς δρώντες, π.χ. αποκλεισμένες μειονότη τες, καταλλήλως συγκροτημένες ομάδες πολιτών ή πιστούς υποοτηρικτές του καθεστώτος. Ορισμένες φορές αφορούν την υπόσταση άλλων πολιτικών δραστών, για παράδειγμα, οι εκκλήσεις για την εκδίωξη των μεταναστών ή τον απο-
ΤΑ Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Α Κ ΙΝ Η Μ Α ΤΑ ΩΣ Π Ο Λ ΙΤ ΙΚ Η
κλεισμό τους από το σώμα των πολιτών. Οι διεκδικήσεις προγράμματος, ταυτότητας και υπόστασης προσαρμόζο νται σε εν μέρει ξεχωριστούς κώδικες που συγκροτήθηκαν από την ιδιαίτερη πολιτική ιστορία του εκάστοτε καθεστώ τος. Οι κάτοικοι της Ζιμπάμπουε και οι Καναδοί δεν σημα τοδοτούν τη συλλογική αξία με τον ίδιο τρόπο - ούτε μπο ρούν να το κάνουν. Η σχετική υπεροχή των διεκδικήσεων προγράμματος, ταυτότητας και υπόστασης ποικίλλει ανάλογα με τα κοινω νικά κινήματα, τους διεκδικητές και τις φάσεις του κινήμα τος. Αρκετές διαπραγματεύσεις στο εσωτερικό των κοινω νικών κινημάτων επικεντρώνονται όντως στη σχετική υπε ροχή κάποιας από τις διαφορετικές διεκδικήσεις: παρου σιαζόμαστε, για παράδειγμα, ως διαρκής συμμαχία πολι τών στερουμένων δικαιωμάτων που σήμερα αντιτίθεται στο συγκεκριμένο κυβερνητικό πρόγραμμα (κι αύριο ίσως σ’ ένα άλλο) ή ως ένα πολυποίκιλο αντιπροσωπευτικό τμή μα του γενικού πληθυσμού, που συσπειρώνεται ενάντια σε μια συγκεκριμένη απειλή και, ως εκ τούτου, μπορεί να μην προσχωρήσει στις περαιτέρω διεκδικήσεις; Ο εκδημοκρατισμός ευνοεί το σχηματισμό κοινωνικών κινημάτων. Με τον όρο εκδημοκρατισμός ας εννοήσουμε την ανάπτυξη καθεστώτων που χαρακτηρίζονται από σχετι κά ευρεία και ίση κατανομή των δικαιωμάτων του πολίτη, τη δεσμευτική προσφυγή στους πολίτες όσον αφορά την κυβερ νητική πολιτική, το προσωπικό και τους πόρους, καθώς και ένα βαθμό προστασίας των πολιτών από αυθαίρετες ενέρ γειες κυβερνητικών φορέων (Tilly, 2004). Ο εκδημοκρατι σμός στην πράξη περιορίζει το εύρος της δυνητικά εφικτής αποτελεσματικής λαϊκής συλλογικής δράσης. Οι δημοκρατι κοί θεσμοί, για παράδειγμα, εμποδίζουν, σε γενικές γραμ- 41
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
42
μες, τις βίαιες λαϊκές εξεγέρσεις (Tilly, 2003, κεφ. 3). Όμως, η ενίσχυση του ρόλου των πολιτών μέσω των ανταγωνιστι κών εκλογών και άλλων μορφών προσφυγής στη βούληση των πολιτών συνδυάζεται με προστασίες των πολιτικών ελευθεριών, όπως αυτές της δημιουργίας ενώσεων και του συνέρχεσθαι ώστε η διατύπωση των λαϊκών διεκδικήσεων να διοχετευτεί σε μορφές κοινωνικού κινήματος. Τα κοινωνικά κινήματα όιεκόικονν τη λαϊκή κυριαρχία. Παρόλο που συγκεκριμένα κινήματα μπορούν να διαφω νούν εντονότατα σχετικά με το ποιοι μετρούν ως «λαός», ολόκληρος ο μηχανισμός εκστρατείας, ρεπερτορίου και επιδείξεων ΑΕΠΔ ενσαρκώνει την πιο γενική διεκδίκηση να εξαρτώνται οι δημόσιες υποθέσεις από τη συναίνεση των κυβερνωμένων. Η διεκδίκηση δεν είναι αναγκαστικά δημοκρατική, από τη στιγμή που εθνοτικά, θρησκευτικά και εθνικιστικά κινήματα ορισμένες φορές εκχωρούν όλο το κύρος στους χαρισματικούς ηγέτες απεμπολώντας την πρωτοκαθεδρία της δημοκρατικής διαβούλευσης - επιμένοντας ωστόσο ότι οι ηγέτες αυτοί ενσαρκώνουν τη θέληση της συντριπτικής πλειονότητας του λαού. Επιπλέον, τέτοια κινήματα συχνά απορρίπτουν ολόκληρες κατηγορίες του τοπικού πληθυσμού ως ανάξιες να ανήκουν «στο λαό». Όμως, η έμφαση στη λαϊκή συναίνεση απορρίπτει εκ θεμε λίων τα όποια ελέω θεού δικαιώματα της βασιλείας, το όποιο παραδοσιακό κληρονομικό δικαίωμα στο άρχειν, την εξουσία των πολεμάρχων και την κυριαρχία των αρι στοκρατών. Ακόμη και σε συστήματα αντιπροσωπευτικής διακυβέρνησης, όπως θα δούμε σύντομα, τα κοινωνικά κι νήματα θέτουν ένα κρίσιμο ζήτημα: η κυριαρχία και η συσσωρευμένη σοφία της εδράζεται στο νομοθετικό σώμα ή στο λαό τον οποίο αυτό διατείνεται ότι εκπροσωπεί;
ΤΑ Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Α Κ ΙΝ Η Μ Α ΤΑ ΩΣ Π Ο Λ ΙΤ ΙΚ Η
Από τη στιγμή που τα κοινωνικά κινήματα εγκαθίστα νται σε ένα πολιτικό πλαίσιο, η προτυποποίηση, η επικοι νωνία και η συνεργασία διευκολύνουν την υιοθέτησή τους και σε άλλα συνδεόμενα πλαίσια. Μεταβιβάσεις λαμβά νουν χώρα στο πλαίσιο του ίδιου του καθεστώτος από την αρχική εστίαση των κοινωνικών κινημάτων -διεκδικήσεις από τις εθνικές κυβερνήσεις συνηθέστατα- σε άλλους πα ραλήπτες διεκδικήσεων ή αποδέκτες υποστήριξης, όπως τοπικοί άρχοντες, γαιοκτήμονες, καπιταλιστές ή θρησκευ τικές προσωπικότητες. Επιπλέον, οι στρατηγικές των κοι νωνικών κινημάτων μεταβιβάζονται από καθεστώς σε κα θεστώς καθώς πολιτικοί οργανωτές, εξόριστοι και μέλη διεθνών θρησκευτικών ομάδων συνεργάζονται πέρα από τα εθνικά σύνορα και καθώς οι κυβερνώντες σε αυταρχικά καθεστώτα (ειδικά εκείνοι που ισχυρίζονται ότι κυβερνούν εξ ονόματος ενός λαού που διέπεται από ενότητα και ομό νοια) βρίσκονται υπό την πίεση άλλων χωρών να προβουν σε ορισμένες από τις παραχωρήσεις που ζητουν οι επικρι τές τους. Οι αποικίες χωρών που έχουν ήδη καθιερωμένα κοινωνικά κινήματα είναι και αυτές ευεπίφορες στην ανά πτυξη κοινωνικών κινημάτων. Οι μορφές, το προσωπικό και οι διεκδικήσεις των κοι νωνικών κινημάτων ποικίλλουν και εξελίσσονται ιστορικά. Υπάρχουν τρεις σαφώς διακριτές αλλά και αλληλένδετες πηγές αλλαγών στα κοινωνικά κινήματα που παράγουν τις παραλλαγές τους στο χρόνο και στο χώρο. Πρώτον, οι βα σικές συνιστώσες του εκάστοτε πολίτικου περιβάλλοντος (συμπεριλαμβανομένων και των διαδικασιών ανάπτυξης ή υποχώρησης της δημοκρατίας) μεταβάλλονται σχετικά ανεξάρτητα από τη δραστηριότητα των κοινωνικών κινη μάτων επηρεάζοντας μάλιστα το χαρακτήρα τους. Δεύτε-
43
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
44
ρον, στο πλαίσιο των αλληλεπιδράσεων που συμβαίνουν στη διαδρομή των κοινωνικών κινημάτων (π.χ., αυτών με ταξύ διαδηλωτών και αστυνομίας), οι αλλαγές συντελούνται βαθμιαία ως συνέπεια συνεχών καινοτομιών, δια πραγματεύσεων και συγκρούσεων. Τρίτον, οι συμμετέχοντες στα κοινωνικά κινήματα -συμπεριλαμβανομένων όχι μόνο των ακτιβιστών αλλά και των αρχών και άλλων στό χων των διεκδικήσεων- επικοινωνούν μεταξύ τους, δανεί ζονται και προσαρμόζουν ο ένας τις ιδέες, το προσωπικό, τη βοήθεια, τη ρητορική και τα μοντέλα δράσης του άλλου. Επίσης, δανείζονται, προσαρμόζουν και καινοτομούν κα θώς ανταγωνίζονται μεταξύ τους για πλεονεκτήματα ή υποστηρικτές. Τέτοιοι δανεισμοί και προσαρμογές συμ βαίνουν ορισμένες φορές και ανάμεσα σε κινήματα εντε λώς ανόμοια μεταξύ τους ή απέχουν πολύ γεωγραφικά (Chabot, 2000· Chabot και Duyvendak, 2002· Scalmer, 2002b). Αλλαγές σε πολιτικά περιβάλλοντα, αθροιστικές αλλαγές στο εσωτερικό των κοινωνικών κινημάτων και με ταβιβάσεις μεταξύ κοινωνικών κινημάτων αλληλεπιδρούν και επιφέρουν ουσιαστική αλλαγή στο χαρακτήρα των κοι νωνικών κινημάτων παράγοντας έτσι τις παραλλαγές τους. Το κοινωνικό κίνημα ως επινοημένος θεσμός θα μπο ρούσε να εξαφανιστεί ή να μεταλλαχθεί σε μια διαφορετική μορφή πολιτικής. Όπως ακριβώς πολλές μορφές λαϊκής δι καιοσύνης και εξέγερσης έχουν σχεδόν εξαλειφθεί, δεν έχουμε εγγύηση ότι το κοινωνικό κίνημα, όπως έχει επι κρατήσει εδώ και δύο αιώνες, θα συνεχίσει να υπάρχει για πάντα. Το κοινωνικό κίνημα διαδόθηκε με την ανάπτυξη των διοικητικά συγκεντρωτικών και σχετικά δημοκρατι κών κρατών, μπορεί λοιπόν με την κυβερνητική αποκέντρωση, την εκτεταμένη ιδιωτικοποίηση των κυβερνητικών
ΤΑ Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Α Κ ΙΝ Η Μ Α ΤΑ ΩΣ Π Ο Λ ΙΤ ΙΚ Η
δραστηριοτήτων, την περιθωριοποίηση του κράτους από τις υπερεθνικές δυνάμεις και μια εκτεταμένη αποδυνάμωση της δημοκρατίας το κοινωνικό κίνημα, με τη μορφή του λάχιστον που το γνωρίζουμε σήμερα, να παροπλιστεί πολι τικά. Πράγματι, με το σύνολο των αλλαγών που ο κόσμος αβίαστα ονομάζει παγκοσμιοποίηση, καιροί χαλεποί περι μένουν ίσως τους πολίτες που στηρίζονται στα κοινωνικά κινήματα για να ακουστεί η φωνή τους. Το παρόν βιβλίο παρακολουθείτο θέμα του μέσα από μια σαφώς ιστορική αναλυτική σκοπιά. Το 2ο κεφάλαιο εξετά ζει την επινόηση του κοινωνικού κινήματος τον 18ο αιώνα, επικεντρώνοντας στη Βόρεια Αμερική και την Αγγλία, ρί χνοντας όμως και μια ματιά σε άλλα μέρη της Δυτικής Ευ ρώπης. Το 3ο κεφάλαιο ερευνά τον 19ο αιώνα, κατά τη διάρκεια του οποίου εκτεταμένα εθνικά και διεθνή κινή ματα αναπτύχθηκαν στη Δύση και ορισμένα δημιουργήθηκαν και στις αποικίες. Το 4ο κεφάλαιο προχωρεί στον 20ό αιώνα, μια εποχή παγκόσμιας εξάπλωσης και πολλαπλα σιασμού των κοινωνικών κινημάτων. Το 5ο κεφάλαιο συ νεχίζει με τον 21ο αιώνα επικεντρώνοντας στην επέκταση της διεθνούς επικοινωνίας και του συντονισμού μεταξύ των ακτιβιστών των κοινωνικών κινημάτων. Εκεί τελειώνει η ευρεία χρονολογική αναδρομή δίνο ντας θέση στα πιεστικά ζητήματα που θέτει η ιστορία. Το 6ο κεφάλαιο αναλύει αυτό που το προηγούμενο κεφάλαιο μας λέει σχετικά με τις αλληλεπιδράσεις του εκδημοκρατι σμού και των κοινωνικών κινημάτων: πότε, πώς και γιατί ο εκδημοκρατισμός ευνοεί τα κοινωνικά κινήματα, αλλά και υπό ποιες συνθήκες και πώς τα κοινωνικά κινήματα προω θούν ή ανταγωνίζονται τη δημοκρατία. Τέλος, το 7ο κεφά λαιο συγκεντρώνει συμπεράσματα με τη μορφή των ενδε-
45
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΉΜΑΤΑ 1768-2004
χόμενων μελλοντικών εξελίξεων για τα κοινωνικά κινήμα τα. Στο μεταξύ, θα δούμε ότι τα κοινωνικά κινήματα έχουν μια εντελώς δική τους δραματική ιστορία, την οποία οι τω ρινοί συμμετέχοντες στα κοινωνικά κινήματα σχεδόν ποτέ δεν αναγνωρίζουν και θα ανταμειφθουν πλουσιοπάροχα αν την αναγνωρίσουν.
46
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
ΕΠΙΝΟΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ
τον 18ο αιώνα για τη σ υ στηματική έρευνα των ποικίλων μορφών των συ γκρούσεων. Ταξιδεύετε ακτοπλοϊκώς από το Λονδίνο στη Βοστόνη και το Τσάρλεστον, την ταραχώδη χρονιά του 1768. Αντί τουριστικού οδηγού -άλλωστε ο μεγάλος πρω τοπόρος κατασκευαστής οδηγών Καρλ Μπέντεκερ (Karl Baedeker) γεννήθηκε μόλις το 1801!- έχετε μαζί σας έναν άτλαντα συγκρουσιακών συναθροίσεων. Σε μια τέτοια συ νάθροιση, ένα πλήθος ανθρώπων (δέκα, ας πούμε, ή πε ρισσοτέρων) συγκεντρώνεται σε ένα δημόσιο χώρο και διατυπώνει συλλογικές διεκδικήσεις έναντι άλλων. Διεκδι κήσεις που αν ικανοποιηθούν θα επηρεάσουν τα συμφέρο ντα αυτών των άλλων (Tilly, 1995, κεφ. 2 και Παράρτημα). Οι διεκδικήσεις μπορεί να εκδηλώνονται με-ποικίλους τρό πους: από φυσική βία μέχρι εκκλήσεις χάριτος και εκφρά σεις πολιτικής υποστήριξης. Από τη δεκαετία του 1760 και εφεξής, οι περισσότερες διεκδικητικές συναθροίσεις στο Λονδίνο, στη Βοστόνη και το Τσάρλεστον δεν θυμίζουν τις πορείες, τις συγκεντρώ σεις και τις ομάδες αντιπροσώπων των κοινωνικών κινη μάτων. Περιλαμβάνουν συνήθως φυσική βία ή απειλή ενα ντίον τρίτων μερών που προσβάλλουν τις αρχές και τα συμ- 47 ΑΝΤΑΣΤΕΙΤΕ ΕΝΑ ΤΑΞΙΔΙ
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
φέροντα της ομάδας. Κι όμως, η δεκαετία του 1760 φέρνει σημαντικά σημάδια αλλαγής στη μορφή λαϊκών διεκδική σεων. Μια απογραφή συγκρουσιακών συναθροίσεων στο Λονδίνο το 1768 περιλαμβάνει τα εξής γεγονότα: 2 Απριλίου: Κοντά στο προάστιο Μπρέντφορντ, ένα πλήθος σταματάει μια περαστική άμαξα και εξα ναγκάζει τους επιβάτες της να βροντοφωνάξουν «Γουίλκς και Ελευθερία» υπέρ του υποψήφιου βου λευτή Τζον Γουίλκς (John Wilkes). 14 Απριλίου: Στο σπίτι ενός αρχιϋφαντή πίσω από την εκκλησία του Σόρεντιτς, ειδικευμένοι τεχνίτες υφα ντές καταστρέφουν υφάσματα από έξι αργαλειούς. 14 Απριλίου: Στα σπίτια και τα εργαστήρια των ειδι κευμένων υφαντών στη συνοικία Σπίταλφιλντς, άλ λοι υφαντές καταστρέφουν υφάσματα από άλλους αργαλειούς που ανήκουν σε προγραμμένους αρχιϋφαντές. 15 Απριλίου: Στη διάρκεια μιας μάχης μεταξύ απεργών και μη απεργών φορτοεκφορτωτών άνθρακα στο Γουάπινγκ, οι συμμετέχοντες λεηλατούν γειτονικά σπίτια. 15 Απριλίου: Στην οδό Μπρέντφορντ, υποστηρικτές του Γουίλκς σταματούν άμαξα απαιτώντας δηλώ σεις υπέρ του Γουίλκς και της ελευθερίας. 16 Απριλίου: Φορτοεκφορτωτές άνθρακα επιτίθενται σε ανθρακέμπορο, γιατί ένας υπηρέτης του έσκιζε τις προκηρύξεις τους. 18 Απριλίου: Στο Σάτον Κόμον μια ομάδα από το πλή θος που παρακολουθούσε μια εκτέλεση αρπάζει τα πτώματα των θυμάτων και τα θάβει, κραυγάζοντας εναντίον των χειρουργών τους οποίους κατηγορεί
Ε Π ΙΝ Ο Η Μ Α Τ Α ΤΟΥ Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Ο Υ Κ ΙΝ Η Μ Α ΤΟ Σ
(ευλογοφανώς) ότι σχεδιάζουν να πάρουν τα σώμα τα για να τα κατατεμαχίσουν. 20 Απριλίου: Στην ταβέρνα «Roundabout» του Σάντγουελ φορτοεκφορτωτές άνθρακα επιτέθηκαν σε έναν πανδοχέα-ανθρακέμπορο που ήταν και ατζέ ντης προσλήψεων. 21 Απριλίου. Στα Γκουντμανς Φιλντς, εργαζόμενες σε πορνείο επιτίθενται σε έναν άνδρα που προσπαθεί να τραβήξει την κόρη του μακριά από την πορνεία, οπότε ένα πλήθος λεηλατεί τον κακόφημο οίκο. 21 Απριλίου. Τεχνίτες των Σπίταλφιλντς κομματιάζουν υφάσματα πάνω στους αργαλειούς. 26 Απριλίου. Στο Γουάπινγκ, φορτοεκφορτωτές άν θρακα επιβιβάζονται σε πλοία που μεταφέρουν άν θρακα και ξυλοφορτώνουν τους καπετάνιους τους. 27 Απριλίου. Υποστηρικτές του Γουίλκςτον συνοδεύ ουν στο Στραντ και κατά μήκος της γέφυρας του Γουεστμίνστερ κατά την προσαγωγή του στη φυλα κή, κατόπιν τον ελευθερώνουν από τους διώκτες του, αλλά ο Γουίλκς ξεφεύγει και παραδίνεται μό νος του στη φυλακή. 28 Απριλίου. Γύρω από τη φυλακή Κινγκς Μπεντς (Σάουθγουορκ) όπου ο Γουίλκς παραδόθηκε αυ θορμήτους, οι υποστηρικτές του απευθύνουν έκκλη ση στους περίοικους να φωτίσουν τα σπίτια τους και να παρευρεθούν στη δημόσια καύση μιας μπότας και ενός σκούφου. Το παραστατικό χρονικό απεικονίζει επακριβώς τις άφθο νες και έντονες συγκρούσεις στο Λονδίνο τον Απρίλιο του 1768.
49
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
50
Τρεις ήταν οι κυριότερες συγκρουσιακές συναθροίσεις του μήνα. Στην πρώτη, οι φορτοεκφορτοοτές στο Σάντγουελ και στο Γουάπινγκ (κοντά στο κύριο λιμάνι του Λονδίνου) υποστηρίζουν τα αιτήματά τους για υψηλότερες αμοιβές ανά κομμάτι μπλοκάροντας την πώληση, τη φάρτωση και την αποστολή άνθρακα. Στη δεύτερη, οι μεταξουργοί του Ανατολικού Λονδίνου (ειδικά των Σπίταλφιλντς) ασκούν πιέσεις στους μαστόρους που περικόπτουν τις αμοιβές, αλ λά και τους ειδικευμένους τεχνίτες που επιμένουν να πα ράγουν με τις αμοιβές αυτές, καταστρέφοντας υφάσματα που έχουν παραχθεί στους αργαλειούς τους. Στην τρίτη, ένας πολιτικός τυφώνας ξεσπάει γύρω από την αμφιλεγό μενη προσωπικότητα του Τζον Γουίλκς. Στις δύο πρώτες συγκρούσεις βλέπουμε συνήθη περιστατικά πίεσης και εκ δίκησης που χρησιμοποιούν επί αιώνες οι Άγγλοι εργάτες. Όμως, στην τρίτη περίπτωση είμαστε μάρτυρες μιας καινο τομίας που προμηνύει το ρεπερτόριο του κοινωνικού κινή ματος: μετατροπή μιας κοινοβουλευτικής προεκλογικής εκστρατείας σε ευκαιρία για επίδειξη λαϊκής αλληλεγγύης και αποφασιστικότητας. Σε μια εποχή που το δικαίωμα ψή φου ήταν περιορισμένο, η πειθαρχημένη μαζική συμμετο χή των μη εχόντων δικαίωμα ψήφου έρχεται σε ρήξη με την εθιμική εκλογική κοσμιότητα. Ο Γουίλκς ήταν ένας αρχιταραξίας αλλά κάθε άλλο πα ρά πληβείος. Χρησιμοποιώντας τα δικά του χρήματα και τη θέση του ως μέλους της τάξης των κατώτερων ευγενών, εισήλθε στο Κοινοβούλιο το 1757. Το 1762, ως μέλος πλέον του Κοινοβουλίου, καταπιάστηκε με την έκδοση μιας αντι πολιτευόμενης εφημερίδας με τίτλο The North Briton (Ο Βόρειος Βρετανός). Ο Γουίλκς έδωσε αυτό τον τίτλο στη μαχητική εφημερίδα του σε αντίστιξη προς τη φιλοκυβερ-
Ε Π ΙΝ Ο Η Μ Α Τ Α ΤΟΥ Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Ο Υ Κ ΙΝ Η Μ Α ΤΟ Σ
νητική εφημερίδα The Briton (Ο Βρετανός), που εξέδωσε λίγο νωρίτερα τον ίδιο χρόνο ο γεννημένος στη Σκοτία μυθιστοριογράφος και φυλλαδιογράφος Τομπάιας Σμόλετ (Tobias Smollett), εν μέρει για να υπερασπιστεί το καθε στώς απέναντι στις επιθέσεις του Γουίλκς. Ο τίτλος του Γουίλκς αναφερόταν προσβλητικά στους Σκοτσέζους που ανήκαν στη βασιλική διοίκηση, ειδικά στον ευνοούμενο του βασιλιά, το λόρδο Μπιούτ (Bute). (Η μπότα και ο σκοτσέζικος σκούφος που κάηκαν στις 28 Απριλίου 1768 παρέπεμπαν στο όνομα και τη σκοτσέζικη καταγωγή του υπουρ γού Μπιούτ.) Το 45ο τεύχος (1763) της North Briton ασκούσε κριτική σε μια βασιλική ομιλία που έγραψε ο υπουργός και εξυ μνούσε τη Συνθήκη του Παρισιού, με την οποία μόλις είχε τερματιστεί ο Επταετής Πόλεμος: Η ομιλία του υπουργού της περασμένης Τρίτης δεν έχει πα ρόμοιό της στα χρονικά της χώρας. Αμφιβάλλω αν η τιμωρία είναι βαρύτερη για τον Ανώτατο Άρχοντα παρά για το έθνος. Κάθε φίλος αυτής της χώρας πρέπει να θρηνεί που ένας πρί γκιπας με τόσο πολλά και αξιοθαύμαστα προσόντα, τον οποίο πραγματικά σέβεται η Αγγλία, μπορεί να επικυρώνει με το ιερό του όνομα τα πιο απεχθή μέτρα και τις πιο αδικαιο λόγητες δημόσιες διακηρύξεις από ένα θρόνο ξακουστό για την ειλικρίνεια, την τιμή και την αρετή του. (Rude, 1962:22) Γι’ αυτή τη δήλωση, οι δικηγόροι του βασιλιά κατηγόρησαν τον Γουίλκς για ανατρεπτικό λίβελο. Στο νομικό περιβάλ λον της εποχής, ούτε καν τα μέλη του Κοινοβουλίου μπο ρούσαν να υπονοήσουν ότι ο βασιλιάς ψεύδεται. Για το αδίκημα αυτό, ο Γουίλκς φυλακίστηκε για ένα διάστημα στον Πύργο του Λονδίνου. Κατόπιν, ενώπιον του δικαστη ρίου, ο Γουίλκς αμφισβήτησε το γενικό ένταλμα με βάση το
51
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
οποίο οι αξιωματουχοι του βασιλιά τον συνέλαβαν και κα τάσχεσαν τα έντυπά του. Επίσης, αναγνώρισε ρητά το προ σωπικό του σφάλμα αιτιολογώντας το γενικόλογα. Στο Εφετείο (Μάιος 1763), ο Γουίλκς δήλωσε τα εξής: Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ όλων των αριστοκρατών και των κυρίων και, κάτι που λογικά με αγγίζει περισσότερο, όλων των μέσης και κατώτερης τάξης ανθρώπων, οι οποίοι εκείνο που χρειάζο νται πάνω απ’ όλα είναι η προστασία, αυτή είναι που πρόκει ται να κριθεί οριστικά σήμερα στην υπόθεσή μου: ένα ζήτημα εξαιρετικά σημαντικό, γιατί θα αποφασιστεί εδώ μια για πά ντα το κατά πόσο η αγγλική ελευθερία θα είναι μια πραγ ματικότητα ή μια σκιά. (Brewer, 1976:168)
52
Τελικά κέρδισε την υπόθεσή του εισπράττοντας αποζημίω ση από την κυβέρνηση για την παράνομη σύλληψή του και την κατάσχεση των έντυπων του. Επίσης απηΰθυνε έκκλη ση για την ελευθερία του λόγου με αποτέλεσμα να αποσπάσει επευφημίες στο δικαστήριο και στους δρόμους. Στις ομιλίες του αυτές στο δικαστήριο οφείλεται η κραυγή «Γουίλκς και Ελευθερία» ως αποφασιστικό σύνθημα αντί στασης στην αυθαίρετη εξουσία. Η νίκη του Γουίλκς δεν τον μετέτρεψε σε αυτάρεσκο κομφορμιστή. Αργότερα, στα 1763 δεν αναπαρήγαγε απλώς το 45ο τεύχος αλλά προέβη επίσης στην παραγωγή του πορνογραφικού φυλλαδίου Essay on Woman. Όταν οι κυβερνητικοί πράκτορες κατέσχεσαν τα τυπογραφικά δο κίμια, ξεκινώντας νέες νομικές διαδικασίες κατά του Γουίλκς και αναθέτοντας στο σερίφη-έπαρχο του Λονδίνου και στο δήμιο να κάψουν δημοσίως το 45ο τεύχος στο Τσιπσάιντ,το συγκεντρωμένο πλήθος επιτέθηκε κατά του σερίφη και του δημίου, διασώζοντας το ιερό κείμενο από τα χέρια τους. Ο ίδιος ο Γουίλκς διέφυγε από τη Διώρυγα της Μάγ-
Ε Π ΙΝ Ο Η Μ Α Τ Α Τ Ο Υ Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Ο Υ Κ ΙΝ Η Μ Α ΤΟ Σ
χης στη Γαλλία για να αποφύγει τη δίωξη. Το Κοινοβούλιο τον απέβαλε και τα δικαστήρια τον κήρυξαν παράνομο. Το 1768 όμως, ο Γουίλκς γύρισε κρυφά στην Αγγλία, έβαλε υποψηφιότητα για βουλευτής, κέρδισε την εκλογή, πήγε στη φυλακή για να δικαστεί για παλιότερα αδικήματα και είδε το Κοινοβούλιο νατού αρνείταιτην έδρα. Τα στοι χεία για τα γεγονότα του Απριλίου του 1768 σχετικά με τον Γουίλκς, τα οποία αναφέραμε πιο πάνω, έχουν προέλθει από την κοινοβουλευτική του καμπάνια. Το 1769, το Κοινο βούλιο απέβαλε για άλλη μια φορά επίσημα τον Γουίλκς, κατόπιν του αρνήθηκε τρεις φορές την εκλογή του, την οποία κέρδιζε κάθε φορά μέσα από το κελί της φυλακής. Ενώ ο Γουίλκς υπηρετούσε τη θητεία του ως λαϊκός ήρωας (εκτίοντας την ποινή του), απολάμβανε το αμέριστο ενδια φέρον του τύπου και δεχόταν διακεκριμένους επισκέπτες και δώρα από ολόκληρη τη χώρα-για παράδειγμα, υποστηρικτές από την πόλη του Στόκτον του έστειλαν 45 καπνιστά χοιρομέρια, 45 γλώσσες και 45 ντουζίνες μποτίλιες αγγλι κής μπίρας (Brewer, 1976:177). Ή δη ο αριθμός 45 εξελισ σόταν σε δημοφιλή συμβολική απεικόνιση όχι μόνο του Γουίλκς αλλά και της ελευθερίας γενικότερα. Ο Γουίλκς συνέχισε μια ξεχωριστή καριέρα ως δημό σιος αξιωματούχος και εκφραστής των διαφωνούντων. Το 1769 τα κατάφερε να εκλεγεί αντιδήμαρχος του Λονδίνου, ενώ εξέτιε ακόμη την ποινή του στη φυλακή. Απελευθερώ θηκε μόλις το 1770 (εν μέσω ενθουσιωδών λαϊκών επευφη μιών, πυροτεχνημάτων, φωταγωγήσεων και 45 χαιρετιστή ριων κανονιοβολισμών). Έγινε σερίφης-έπαρχος του Λον δίνου το 1771 και σύντομα ξεκίνησε την εκστρατεία του για το ανώτατο δημοτικό αξίωμα του λόρδου δημάρχου. Στην πραγματικότητα κέρδισε την εκλογή για το αξίωμα στην
53
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
πόλη του Λονδίνου το 1772, αλλά οι αντιδήμαρχοι επέλεξαν τον λιγότερο κηλιδωμένο ανταγωνιστή του, τον Τζέιμς Τάουνσεντ (James Townsend). Στην περίσταση αυτή, τρεις χιλιάδες άνθρωποι εισέβαλαν στην αυλή του Γκίλντχολ (κατοικία του λόρδου δημάρχου) κραυγάζοντας «Καταδι κάζετε το λόρδο δήμαρχό μας για ένα παλιοτόμαρο που άρπαξε το δικαίωμα του Γουίλκς και που θα το ανατρέ ψουμε» (Rude, 1971:125). Μετά από άλλη μία αποτυχημένη απόπειρα ο Γουίλκς κέρδισε την εκλογή στη θέση του λόρδου δημάρχου το 1774 και τελικά επανήλθε στη Βουλή των Κοινοτήτων τον ίδιο χρόνο. Έ γινε ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους της αμερικανικής υπόθεσης στη διάρκεια των οδυνηρών χρόνων του Επαναστατικού Πολέμου. Παρά τη θητεία του στη φυλακή, οι δικαστικές του υποθέσεις καθιέρωσαν ορι στικά τα νομικά δικαιώματα των βρετανικών περιοδικών να σχολιάζουν και να κριτικάρουν τις κυβερνητικές ενέρ γειες, ακόμη και αυτές του Στέμματος. Ό χι μόνο διέθετε ευρεία λαϊκή υποστήριξη (συμπεριλαμβανομένων των ομάδων ακτιβιστών μεταξύ των μεταξουργών των Σπίταλφιλντς), αλλά βρήκε συμμάχους και μεταξύ των εμπόρων και των αξιωματούχων που αναζητούσαν ένα αντίβαρο στην αυθαίρετη βασιλική εξουσία. Μία ένωση στελεχών που ξεκίνησε ως «Οι Φίλοι του Κυρίου Γουίλκς και του Συ ντάγματος» σύντομα εξελίχτηκε σε «Εταιρεία Υποστηρικτών του Χάρτη των Δικαιωμάτων», μια σημαντική δύναμη κοινοβουλευτικής μεταρρύθμισης. Αν και κανείς δεν χρη σιμοποιούσε τότε τον όρο κοινωνικό κίνημα, η ένωση έθε σε ορισμένα από τα θεμέλια για το κοινωνικό κίνημα ως νέα μορφή δημόσιας πολιτικής στη Μεγάλη Βρετανία. Στην ίδια τη διαδικασία υποστήριξης του Γουίλκς για το
Ε Π ΙΝ Ο Η Μ Α Τ Α ΤΟΥ Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Ο Υ Κ ΙΝ Η Μ Α ΤΟ Σ
Κοινοβούλιο, οι πληβείοι υποστηρικτές του καινοτόμησαν. Σχεδόν κανένας εργάτης δεν μπορούσε να ψηφίσει στις κοινοβουλευτικές εκλογές της δεκαετίας του 1760, ωστόσο πλήθη εργατών βγήκαν να συνοδεύσουν τον Γουίλκς στις κάλπες. Μετά τη νίκη του Γουίλκς στον πρώτο γύρο στο Μπρέντφορντ στις 28 Μαρτίου 1768, οι οπαδοί του άρχι σαν τις επιθέσεις κατά των αντιπάλων καθ’ όλη τη διάρκεια των εκλογών και απαιτούσαν από εκείνους να τον επευφη μούν. Η συντηρητική Annual Register (ιδρύθηκε από τον Έντμουντ Μπερκ [Edmund Burke] το 1758 και συνεχίζει ακόμη σθεναρά στον 21ο αιώνα) τους αποδοκίμασε: Ο όχλος συμπεριφέρθηκε με εξοργιστικό τρόπο στη γωνία του Χάιντ Παρκ όπου χύμηξαν κατά του κυρίου Κουκ (Cooke), υιού του διοικητή της αστυνομίας του Λονδίνου, και τον έρι ξαν από το άλογό του, έβγαλαν τους τροχούς μιας από τις άμα ξες, έκοψαν την ιπποσκευή κι έσπασαν τα τζάμια. Ορισμένες άλλες άμαξες υπέστησαν σοβαρές ζημιές. Ο λόγος στον οποίο αποδόθηκαν αυτές οι πράξεις τους ήταν ότι οι άμαξες έφεραν μπροστά μια σημαία από την παρέλαση των ανταγωνιστών του κυρίου Γουίλκς στην οποία ήταν γραμμένη με μπογιά η φράση «Μη βλάσφημος». (Annual Register, 1768:86)
Με τον καιρό, οι οπαδοί του Γουίλκς επεξέτειναν τα όρια των μέχρι τότε επιτρεπόμενων δημόσιων συγκεντρώσεων. Μετέτρεψαν τις εκλογικές παρελάσεις και τις δημόσιες συ γκεντρώσεις σε μαζικές διακηρύξεις υποστήριξης προς τον ήρωά τους και αξιοποίησαν τις αποστολές αντιπροσω πειών και τις πορείες διεκδίκησης ως ευκαιρίες για να κατα κλύζουν τους δρόμους αντί να στέλνουν απλώς λίγους αξιοπρεπείς εκπροσώπους που μιλούν σεμνά και εκλιπα ρούν για λογαριασμό των υποστηρικτών τους. Χάραξαν
55
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
56
νέους δρόμους συνδυάζοντας τη δράση του πλήθους με τις επίσημες προσφυγές στους υποστηρικτές και τις αρχές. Αν και οι οπαδοί του Γουίλκς σημείωσαν καλύτερες επιδόσεις στα σημεία: ενότητα, πλήθος των συμμετεχόντων και δέσμευση/στράτευση παρά στη δημόσια επίδειξη αξιοσύνης, παρ’ όλα αυτά συνέβαλαν στη διαμόρφωση της σύνδεσης μεταξύ του ρεπερτορίου του κοινωνικού κινήματος και των επιδείξεων ΑΕΠΔ. Πολύ πριν από τη δεκαετία του 1760, οι μέσοι Άγγλοι και Αμερικανοί πολίτες διατύπωναν δημόσιες διεκδική σεις του ενός ή του άλλου τύπου. Αποδεκτές δημόσιες συ γκεντρώσεις, όπως οι γιορτές, οι κηδείες και οι ενοριακές συνελεύσεις, έδιναν στους πολίτες την ευκαιρία να εκφράσουν τα αιτήματά τους ή την υποστήριξή τους στους λαϊ κούς ηγέτες. Οργανωμένοι μάστοροι και λόχοι εθνοφυλά κων ασκούσαν εντός ορίων το δικαίωμά τους να παρελαύ νουν στις δικές τους εορτές, ενώ ορισμένες φορές χρησιμο ποιούσαν αυτό το δικαίωμα για να δηλώνουν την αντίθεσή τους σε ισχυρές προσωπικότητες ή καταπιεστικά προγράμ ματα. Μπορούσαν επίσης, με τις δέουσες εκδηλώσεις σε βασμού, να στέλνουν ταπεινές αντιπροσωπείες για να ζη τήσουν επανόρθωση συλλογικών αδικιών. Στο πλαίσιο των δικών τους κοινοτήτων, εργάτες, καταναλωτές και ευκατά στατοι νοικοκυραίοι οργάνωναν συχνά αντίσταση ή εκδί κηση εναντίον όσων προσέβαλλαν τα τοπικά δικαιώματα ή ήθη (Tilly, 1983). Το έθιμο της «Rough Music», π.χ., που περιλάμβανε μια συγκέντρωση έξω από τα σπίτια όσων προσέβαλλαν τα ήθη -μιας χήρας λόγου χάρη, που πρότεινε γάμο σε ένα νεαρό άντρα- με βρισιές και άσεμνα τρα γούδια με την υπόκρουση κατσαρολικών, και με την απαίτηση επανόρθωσης, όπως το να καταβληθεί στους αυτό-
Ε Π ΙΝ Ο Η Μ Α Τ Α Τ Ο Υ Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Ο Υ Κ ΙΝ Η Μ Α ΤΟ Σ
κλητούς τιμητές το αντίτιμο της επικείμενης κρασοκατάνυ ξής τους, ώστε να φυγουν άρον άρον για το πλησιέστερο καπηλειό και να διασκορπιστεί έτσι ο θίασος (Thompson, 1972,1991). Τα έθιμα προπηλακισμοΰ της μορφής αυτής διέφεραν εντυπωσιακά στις λεπτομέρειες από τόπο σε τό πο και δεν μπορούσαν να μεταφερθούν από τον έναν τόπο στον άλλο. Δεν υπήρχε δηλαδή η δυνατότητα της διαμόρ φωσης προτύπων -της εμβατικότητας (modularity)- όπως στις μεταγενέστερες εκδηλώσεις των κοινωνικών κινημά των, π.χ. στις διαδηλώσεις, και τη δημιουργία ενώσεων ειδι κού σκοπού. Ιδωμένη από τη σκοπιά των αρχών, η μη διατυπωμένη πλην αυτονόητη βρετανική θεωρία της λαϊκής δημόσιας πολιτικής στις αρχές του 18ου αιώνα είχε κάπως έτσι: • Οι Βρετανοί υπήκοοι συνενώνονται σε νόμιμα ανα γνωρισμένα σώματα, όπως οι συντεχνίες, οι κοινότη τες και τα θρησκευτικά δόγματα, τα οποία ασκούν προσδιορίσιμα συλλογικά δικαιώματα, π.χ. το δικαίω μα να οργανώνουν τακτικές συνελεύσεις σε καθορι σμένους χώρους. • Ο νόμος προστατεύει τα συλλογικά αυτά δικαιώ ματα. • Οι τοπικές αρχές έχουν υποχρέωση να εφαρμόζουν και να σέβονται το νόμο. • Οι επιλεγμένοι εκπρόσωποι τέτοιων αναγνωρισμέ νων σωμάτων έχουν το δικαίωμα -και μάλιστα, την υποχρέωση-να προβαίνουν σε δημόσιες παρουσιά σεις των συλλογικών απαιτήσεων και παραπόνων. • Οι αρχές έχουν υποχρέωση να λαμβάνουν υπόψη αυ τά τα αιτήματα και τα παράπονα και να προβαίνουν σε ενέργειες γι’ αυτά εφόσον είναι δίκαια.
57
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
• Εκτός του πλαισίου αυτού, κανείς δεν έχει ρητό δι καίωμα συγκέντρωσης, αν δεν έχει κληθεί από τις κα τεστημένες αρχές για να εκφράσει αιτήματα ή παρά πονα, ή να δράσει συλλογικά. • Οποιοσδήποτε διατείνεται ότι μιλάει εκ μέρους του λαού, εκτός των ορίων αυτών κάνει κατάχρηση του αποκλειστικού προνομίου του Κοινοβουλίου. Στην πραγματικότητα, ακόμη και οι εκλογείς δεν έχουν το δικαίωμα να κατευθύνουν τους κοινοβουλευτικούς εκπροσώπους τους μετά την εκλογή τους.
58
Οι τοπικές και εθνικές αρχές έκαναν συχνά τα στραβά μά τια όταν οι οροθετήσεις αυτές παραβιάζονταν κατά τόπους από έθιμα εκδίκησης, επιδοκιμασίας και κοινωνικού ελέγ χου. Τις επέβαλλαν όμως -όπως ακριβώς εκφράζονταν, π.χ., στο Νόμο περί Ταραχών- όταν η λαϊκή δράση απει λούσε την ιδιοκτησία της άρχουσας τάξης, έβαζε στο στό χαστρο σημαίνοντα μέλη της άρχουσας τάξης ή όταν συ γκροτούνταν συνασπισμοί που ξεπερνούσαν τα τοπικά όρια. Στη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου και των μεγά λων εξεγέρσεων, όπως εκείνες που ταλαιπώρησαν τις Βρε τανικές Νήσους μεταξύ 1640 και 1692, οι απλοί άνθρωποι συχνά ασφαλώς εξέφραζαν ριζοσπαστικά αιτήματα στο όνομα της θρησκευτικής και της πολιτικής παράδοσης. Συ χνά παραβίαζαν ακόμη και την τελική αρχή του παραπάνω καταλόγου στήνοντας κοινοβουλευτικές συνελεύσεις χω ρίς κυβερνητική έγκριση ή ακόμη και σε ευθεία αντιπαρά θεση με το Κοινοβούλιο (βλ., π.χ., Mendle, 2001). Όμως, μέχρι τα τέλη του 18ου αιώνα, η καταπίεση που διαδεχόταν την εξέγερση κατέστελλε πάντοτε αυτές τις επικίνδυνες μορφές λαϊκής έκφρασης.
Ε Π ΙΝ Ο Η Μ Α Τ Α ΤΟΥ Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Ο Υ Κ ΙΝ Η Μ Α ΤΟ Σ
Τα μέλη της άρχουσας τάξης, εκατέρωθεν του Ατλαντι κού, χρησιμοποιούσαν λιγότερο επικίνδυνους τρόπους για τη διατύπωση αιτημάτων. Οι αρχές ανέχονταν τις λέσχες, τα δείπνα, τα φυλλάδια και, ορισμένες φορές, τις θορυβώ δεις κοινοβουλευτικές συνελεύσεις τους. Οι εκλογικές συ νελεύσεις, ειδικά εκείνες για το Κοινοβούλιο, έδιναν θαυ μάσιες ευκαιρίες για ασυδοσίες, όπως το να κερνούν οι υποψήφιοι τους εκλογείς, να τους ανταμείβουν και να επι δεικνύουν δημοσίως και με τρόπο υπερβολικό το πατρονάρισμάτους. (Παρά τον αυστηρά περιορισμένο αριθμό των εχόντων δικαίωμα ψήφου, η εκλογή του Γουίλκς στο Κοι νοβούλιο το 1757 του στοίχισε 7 χιλιάδες λίρες, σε εποχή που ένας αγρεργάτης στην ενδοχώρατου Λονδίνου ήταν τυχερός αν κέρδιζε τριάντα λίρες το χρόνο [Armstrong, 1989: 693-698· Rude, 1962:19].) Τα κοινωνικά κινήματα καινοτόμησαν όχι μόνο επινοώντας κάποια από αυτά τα χαρακτηριστικά στοιχεία, αλλά μετατρέποντας, επεκτείνοντας, τροποποιώντας και συνδυάζοντάς τα σε πειθαρχημένα μέσα έκφρασης λαϊκών αιτημάτων. Εξίσου σημαντικό ήταν το ότι οι προσπάθειες των κοινωνικών κινημάτων δη μιούργησαν έναν αμφισβητούμενο αλλά αυθεντικό χώρο στο πλαίσιο του οποίου ο συνδυασμός των εκστρατειών τους, των παραστάσεων διατύπωσης αιτημάτων και των επιδείξεων α ε π δ είχε πολιτική υπόσταση.
Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΙΝΗΜΑΤΩΝ
Ο Επταετής Πόλεμος (1756-63) έδωσε μεγάλη ώθηση σ’ αυτό το είδος πολιτικού νεωτερισμού. Επί μισό αιώνα πριν
59
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
60
από τη δεκαετία του 1750 η Γαλλία και η Μεγάλη Βρετανία πάλευαν κατά διαστήματα η μία εναντίον της άλλης στην Ευρώπη, στα διεθνή ύδατα, στην Ασία και σε ολόκληρη την Αμερική. Η Γαλλία, η οποία νωρίτερα είχε κατακτήσει τη Λουιζιάνα και την περιοχή που τελικά έγινε ο ανατολικός Καναδάς, δέχτηκε επίθεση στη Βόρεια Αμερική τόσο από τους Βρετανούς αποίκους όσο και από τα βρετανικά στρα τεύματα. Αφού οι άποικοι και τα στρατεύματα από κοινού ώθησαν μακριά τους καταυλισμούς των Αμερινδών, οι Γάλλοι στρατολόγησαν πρόθυμους συμμάχους μεταξύ των κυριότερων ινδιάνικων ομοσπονδιών. Συνεπώς, για τους κατοίκους των βορειοαμερικανικών αποικιών ο Επταετής Πόλεμος έγινε γαλλικός και ινδιάνικος πόλεμος. Αν και η βρετανική πλευρά κατήγαγε εντυπωσιακή νί κη -αρπάζοντας τον Καναδά από τους Γάλλους-, οι σημα ντικές στρατιωτικές προσπάθειες στην Ευρώπη, στην Ινδία και την αμερικανική ήπειρο ξετίναξαν το βρετανικό Υπουργείο Οικονομικών και άφησαν δυσβάσταχτα χρέη στην κυβέρνηση. Στις βορειοαμερικανικές αποικίες, οι βρετανικές αρχές προσπάθησαν να ανακτήσουν ορισμένες από τις οικονομικές τους απώλειες και να διασπείρουν το κόστος τού εξαιρετικά μεγάλου στρατού τους. Επέτειναν την τελωνειακή επιτήρηση και επέβαλαν ακριβά τέλη χαρ τοσήμου σ’ ένα μεγάλο φάσμα εμπορικών και νομικών πράξεων. Η αντίσταση κατά των τελωνείων και της Πρά ξης περί Χαρτοσήμου ένωσε τους αποίκους όσο ποτέ άλλο τε. Υποκίνησε μποϊκοτάζ των βρετανικών εισαγωγών και τη δημιουργία εκτεταμένου επικοινωνιακού δικτύου ανά μεσα στις πόλεις των δεκατριών αποικιών καθώς και σε ορισμένες από τις καναδικές. Οι τοπικές οργανώσεις των Υιών της Ελευθερίας το οργάνωσαν και το επέβαλαν σε
Ε Π ΙΝ Ο Η Μ Α Τ Α Τ Ο Υ Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Ο Υ Κ ΙΝ Η Μ Α ΤΟ Σ
όλες τις αποικίες. Η Πράξη περί Χαρτοσήμου ανακλήθηκε εντέλει (1766), αφού οι έμποροι, οι τεχνίτες και άλλοι αστοί δημιούργησαν ένα καλά οργανωμένο δίκτυο αντί στασης. Η Βοστόνη και η Μασαχουσέτη ηγήθηκαν της πρώτης προσπάθειας και σύντομα οι άλλες αποικίες ενώθηκαν μα ζί τους. Βοστονέζοι έμποροι δημιούργησαν στις αρχές της δεκαετίας του 1760 την Εταιρεία Προώθησης Εμπορίου, η οποία έγινε πυρήνας αποτελεσματικής αντιπαράθεσης στην υπερβολική φορολόγηση και ρύθμιση. Συντόνισε την αντίσταση των ελίτ εναντίον της Πράξης περί Χαρτοσή μου, π.χ. το 1765 και το 1766. Ταυτόχρονα, μια ομάδα μι κρότερων επιχειρηματιών, που είχαν ουσιαστικούς δε σμούς με τους εργάτες, ξεκίνησε να εκφράζεται φανερά ως Βοστονέζοι Υιοί της Ελευθερίας, συνδέοντας έτσι την εμπορική κοινότητα με τους ακτιβιστές του δρόμου που έκαιγαν ομοιώματα, λεηλατούσαν σπίτια και διενεργού σαν επιθέσεις εναντίον των φοροεισπρακτόρων. Ριζοσπα στικά μέλη της εμπορικής ελίτ, όπως ο Σάμιουελ Άνταμς (Samuel Adams), έπαιζαν το ρόλο του διαμεσολαβητή με ταξύ των δύο ομάδων. Το Δεκέμβριο του 1766 ο Άνταμς έγραψε στον Κρίστοφερ Γκάντσντεν (Christopher Gadsden), ηγέτη των Υιών της Ελευθερίας του Τσάρλεστον της Νότιας Καρολίνας, προτείνοντας τακτική επικοινωνία μεταξύ των πατριωτών εμπόρων απ’ όλες τις αποικίες (Alexander, 2002:45). Σε απάντηση προς τις Πράξεις Τάουνσεντ του 1767, που επέ βαλαν ένα πλήθος τελών στις αποικίες, ο Άνταμς ουνέταξε ένα σχέδιο επιστολής με την έκκληση να την προσυπογρά ψει η Μασαχουσέτη και οι υπόλοιπες αποικίες. Αργότερα το ίδιο έτος, μια συνέλευση Βοστονέζων κατοίκων, η οποία
61
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
οργανώθηκε από το αναπτυσσόμενο δίκτυο πατριωτικών ενώσεων, αποφάσισε να ενθαρρύνει την αμερικανική με ταποίηση και να μειώσει τη στήριξη στις βρετανικές εισα γωγές. Τον Ιανουάριο του 1768, η ίδια η νομοθετική συνέ λευση της Μασαχουσέτης υπέβαλε μια ταπεινή αίτηση προς το βασιλιά δηλώνοντας τις αντιρρήσεις της επαρχίας στη φορολόγηση με ήπιους και αξιοπρεπείς όρους. Μετά την αρχική απόρριψη, το Φεβρουάριο, η ίδια νομοθετική συνέλευση ενέκρινε μια ισχυρότερη εκδοχή της επιστολής που συνέταξε ο Άνταμς. Ή δη οι πατριώτες της Μασαχου σέτης επέμεναν ότι το Κοινοβούλιο δεν είχε δικαίωμα να ■ψηφίζει νόμους με αποκλειστικό σκοπό τη συλλογή εσό δων από τις αποικίες. «Αυτές οι αποφάσεις ή όσες παρόμοιες συντάχθηκαν», ανέφερε η Annual Register αποστασιοποιούμενη συνετά από τις αμερικανικές διεκδικήσεις,
62
υιοθετήθηκαν απ’ όλες τις παλαιές Αποικίες της ηπείρου. Μετά από λίγο καιρό, μια εγκύκλιος της Συνέλευσης του Κόλπου της Μασαχουσέτης, υπογεγραμμένη από τον πρόε δρό της, απεστάλη σε όλες τις άλλες Συνελεύσεις στη Βόρεια Αμερική. Σκοπός αυτής της επκπολής ήταν να αποκαλύψει τον βλαπτικό χαρακτήρα των πρόσφατων Πράξεων του Κοι νοβουλίου, να τις παρουσιάσει ως αντισυνταγματικές και να προτείνει μια κοινή ένωση μεταξύ των Αποικιών, επιδιώκο ντας με κάθε νόμιμο μέσο να αποτρέψει την εφαρμογή τους και με εναρμονισμένες κινήσεις να απαιτήσουν από την Κυ βέρνηση να τις ανακαλέσει. Επιπλέον, απεραντολογεί κυ ρίως περί των φυσικών τους δικαιωμάτων ως ανθρώπων και των συνταγματικών τους δικαιωμάτων ως υπηκόων-υποστη ρίζεται ότι όλα αυτά φαλκιδεύονται με τους εν λόγω νόμους. {Annual Register, 1768:68)
________ Ε Π ΙΝ Ο Η Μ Α Τ Α ΤΟΥ ΚΟ ΙΝ Ω Ν ΙΚ Ο Υ ΚΙΝ Η Μ Α ΤΟ Σ________
Παρά τη σαφή απαίτηση του βασιλιά Γεωργίου, η νομοθε τική συνέλευση της Μασαχουσέτης με 92 ψήφους υπέρ και 17 ψήφους κατά αποφάσισε να μην ανακαλέσει τη συγκα τάθεσή της στην επιστολή. Η ανάκληση, σύμφωνα με τη δή λωση της πλειοψηφίας, «δεν θα μας άφηνε παρά μια μά ταιη Εικονική Ελευθερία» (Alexander, 2002:55). Ενώ οι επιφανείς έμποροι επιδίωκαν την εφαρμογή του προγράμματος τους μέσω καλοζυγισμένων νομικών ενερ γειών, οι Βοστονέζοι ναύτες και τεχνίτες έπαιρναν συχνά στα χέρια τους το νόμο. Αντιστέκονταν σθεναρά στις ομά δες βίαιης ναυτολόγησης, ματαίωναν την παροχή ενδιαιτη μάτων στους στρατιώτες, έκαναν επιθέσεις εναντίον των τελωνειακών αντιπροσώπων, κρεμούσαν ομοιώματα Βρε τανών αξιωματούχων ή των συνεργατών τους στο αποκαλούμενο Δέντρο της Ελευθερίας κοντά στο κοινοτικό άλ σος που υπήρξε σημείο ανάφλεξης κατά την κρίση της Πράξης περί Χαρτοσήμου τη διετία 1765-66. Με την άμεση δράση ξεπερνούσαν σε απστελεσματικότητα την αντίστα ση των εμπόρων και των επισήμων. Όταν, π.χ., οι διαπραγματεύσεις με τον κυβερνήτη (εκ πρόσωπο του Στέμματος στη Μασαχουσέτη) και με τη βρε τανική κυβέρνηση έπαιρναν άσχημη τροπή, αναλάμβανε δράση ο λαουτζίκος της Βοστόνης. Το Μάιο του 1768, Βρε τανοί τελωνειακοί αξιωματούχοι κατέσχεσαν το πλοίο Liberty του Βοστονέζου εμπόρου (και λαθρέμπορου) Τζον Χάνκοκ (John Hancock) εξαιτίας της παράλειψής του να πληρώσει τέλη, οπότε οι Βοστονέζοι επάνδρωσαν ένα άλλο πλοίο, έλυσαν τα σχοινιά του Liberty και το ρυμούλκησαν. Ο όχλος που είχε συρρεύσει με την ευκαιρία αυτή, συσπειρώ θηκε σε μεγάλες ομάδες και πετροβόλησε τους Αρμοστές του
^3
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
Τελωνείου, έσπασε ένα από τα σπαθιά τους και τους αντιμε τώπισε σκαιά από κάθε άποψη. Μετά από αυτά, επιτέθηκε στα σπίτια τους, έσπασε τα παράθυρά τους και έσυρε το σκά φος του Εισπράκτορα σε δημόσια έκταση, όπου το έκαψε ολοσχερώς. (Annual Register, 1768:71" για λεπτομέρειες, βλ. Hoerder, 1977:166-168)
Οι αξιωματούχοι του τελωνείου κατέφυγαν αρχικά σε ένα βασιλικό πολεμικό πλοίο και κατόπιν στο Κάστρο Γουίλιαμ στο Λιμάνι της Βοστόνης. Σε όλη την περιοχή της Βοστόνης έγιναν συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας πολιτών χωρίς την άδεια των αρχών. Όταν στις 12 Σεπτεμβρίου έφτασε η είδηση στη Βοστόνη ότι θα κατέφθαναν δύο συντάγματα από την Ιρλανδία κι ένα άλλο σώμα στρατού θα συγκε ντρωνόταν στο Χάλιφαξ (Νέα Σκοτία) για να αποκαταστήσουν την τάξη στη Βοστόνη, μέλη της συνέλευσης του Κόλ που της Μασαχουσέτης άρχισαν να οργανώνουν επιτρο πές αντίστασης σε όλη την αποικία. Οι πατριώτες της Μασαχουσέτης απέκτησαν γρήγορα μιμητές σε όλες τις άλλες αποικίες. Κι αυτοί, ως επί το πλείστον, ξεκίνησαν με τις καθιερωμένες μορφές δημόσιας πο λιτικής των ελίτ: ψηφίσματα, αιτήματα και επίσημες συνε λεύσεις. Αλλού πάλι, νέες, καινοτόμες μορφές συγκρουσιακών συγκεντρώσεων προσαρμόζονταν κατάλληλα και επεξέτειναν κάθε τόσο το πλαίσιο των ανεκτών συγκε ντρώσεων. Ας δούμε μια περιγραφή του εορτασμού των γενεθλίων του βασιλιά στην πόλη Τσάρλεστον στη Νότια Καρολίνα, τον Ιούνιο του 1768. Και εδώ έγινε ο ίδιος εορτασμός, με όλες τις εκδηλώσεις χα ράς, συγκίνησης, και ευγνωμοσύνης που θα μπορούσαν να χαρίσουν οι πιο πιστοί υπήκοοι. Το πρωινό ξεκίνησε με κω δωνοκρουσίες. Με την ανατολή του ήλιου, τα φρούρια και τα
Ε Π ΙΝ Ο Η Μ Α Τ Α ΤΟΥ Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Ο Υ Κ ΙΝ Η Μ Α ΤΟ Σ
πλοία επιδείκνυαν όλα τους τα χρώματα. Πριν από το μεση μέρι, το άγημα των στρατευμάτων της Μεγαλειότητάς του που είναι εγκατεστημένα εδώ, υπό τη διοίκηση του Λοχαγού Λιούις Βαλεντάιν Φάιζερ (Lewis Valentine Fyser), ο Λόχος Πυροβολικού με νέα και πολύ αριστοκρατική στολή υπό τη διοίκηση του Ό ουεν Ρόμπερτς (Owen Roberts), ο Λόχος Ελαφρού Πεζικού με τη δική του στολή, και οι υπόλοιποι λό χοι του συντάγματος Εθνοφυλακής του Τσάρλεστον υπό τη διοίκηση του εντιμότατου Συνταγματάρχη Μπέξι (Bexie), συ γκεντρώθηκαν σε διάφορα μέρη και βάδισαν προς την Παρέ λαση όπου έκαναν μια έξοχη εμφάνιση και επιθεωρήθηκαν από τον εντιμότατο Υποδιοικητή παρουσία του Συμβουλίου του, των δημόσιων Αξιωματούχων κ.ά. Το μεσημέρι ρίχτηκαν οι συνήθεις κανονιοβολισμοί και ο Εντιμότατος πρόσφερε στου κ. Ντίλον (Dillon) ένα καλόγουστο ψυχαγωγικό θέαμα σε μια πολυάριθμη συντροφιά στην οποία συμμετείχαν τα Μέλη του Συμβουλίου της Μεγαλειότητας και της Συνέλευ σης, οι δημόσιοι αξιωματούχοι, στρατιωτικοί και πολιτικοί, ο Κλήρος κ.ο.κ. Το απόγευμα πέρασε πίνοντας ως συνήθως, με πολλές προπόσεις νομιμοφροσύνης και πατριωτισμού και το βράδυ τελείωσε με φωταγωγήσεις κ.ά. (South Carolina Gazette, 6.6.1768:3-για την πρόποση ως ευκαιρία για τη δια τύπωση πολιτικών διεκδικήσεων, βλ. Epstein, 1994: κεφ. 3)
Σημειώστε τους παραλληλισμούς με τις εκλογές του φθινο πώρου στην αποικιακή συνέλευση, όταν οι φτωχοί εργατο τεχνίτες και άλλοι κάτοικοι του Τσάρλεστον συναντήθη καν στο Λίμπερτι Πόιντ για την επιλογή υποψηφίων: Με τη διευθέτηση αυτού του θέματος, χωρίς την παραμικρή εχθρότητα ή αταξία, η συντροφιά διασκέδασε απλά και εγκάρδια με ένα ψυχαγωγικό θέαμα που πρόσφεραν ορισμέ νοι από εκείνους τους οποίους η συνέλευση αυτή θα εκπρο σωπήσει με κάθε τιμή. Γύρω στις πέντε, μετακινήθηκαν όλοι
65
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
σε μία από τις πιο επιβλητικές ΑΕΙΘΑΛΕΙΣ ΒΕΛΑΝΙΔΙΕΣ, στο βοσκοτόπι του κ. Μάζικ (Mazyck), που ήταν επίσημα αφιε ρωμένη στην ελευθερία, όπου έγιναν πολλές προπόσεις σιη νομιμοφροσύνη, στον πατριωτισμό και το συνταγματισμό, αρχής γενομένης από τους ΕΝΕΝΗΝΤΑ Δ ΥΟ δοξασμένους μα χητές του κόλπου της Μασαχουσέτης κατά της Ανάκλησης και τελειώνοντας με την Ομοφωνία των Μελών στη Συνέλευση που επακολούθησε κατά της ανάκλησης των εν λόγω ψηφι σμάτων, καθεμιά από τις οποίες ακολουθήθηκε από τρεις ουρανομήκεις ζητωκραυγές. Προς το βράδυ, το δέντρο διακο σμήθηκε με 45 φανάρια και ρίχτηκαν 45 πυροτεχνήματα. Κα τά τις 8.00 μ.μ. ολόκληρη η συντροφιά, με επικεφαλής 45 μέλη που έφεραν ισάριθμους πυρσούς, πορεύτηκε σε πομπή προς την πόλη, διαμέσου των οδών Κινγκ και Μπροντ, με 45 δο χεία γεμάτα ποντς, 45 δοχεία με κρασί και 92 ποτήρια, ανά λωσαν μερικές ακόμη ώρες σε ένα νέο γύρο προπόσεων, με ταξύ των οποίων δεν παραλείφθηκε κανένας Πατριώτης Βρετανός ή Αμερικανός· και με την ίδια ευταξία και ομαλότητα που είχαν τηρηθεί όλη την ημέρα αποσύρθηκαν στις 10 μ.μ. (South Carolina Gazette, 3.10.1768:2)
66
Πέρα από την εντυπωσιακή επίδοσή της στο αλκοόλ, το μείγμα των πολιτικών συστατικών της εκλογικής συνέλευ σης του Τσάρλεστον κάνει το νου του ανθρώπου να σαστί σει. Στη γενική της μορφή θυμίζει τα γενέθλια του βασιλιά, εκτός από την αξιοσημείωτη απουσία των στρατιωτικών και των βασιλικών αξιωματούχων. Όμως, το Δέντρο της Ελευθερίας του Τσάρλεστον μιμήθηκε απερίφραστα το βοστονέζικο πρότυπό της. Η πρόποση προς τιμήν των ενε νήντα δύο μαχητών κατά της Ανάκλησης (εκείνα τα μέλη της Συνέλευσης της Μασαχουσέτης που ψήφισαν κατά της απόσυρσης της εγκυκλίου επιστολής του ΣάμιουελΆνταμς) ταύτισαν τους κατοίκους της Νότιας Καρολίνας με τους
Ε Π ΙΝ Ο Η Μ Α Τ Α ΤΟ Υ Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Ο Υ Κ ΙΝ Η Μ Α ΤΟ Σ
πατριώτες της Βοστόνης. Ο αριθμός σαράντα πέντε σημα τοδοτούσε με σαφήνεια τη συνάφεια με τον Τζον Γουίλκς. Ο φωτισμός (της τελετής και της πομπής στην περίπτωση αυτή και όχι των παραθύρων της πόλης) παίζει κατά παρό μοιο τρόπο το ρόλο μιας δημόσιας διακήρυξης πίστης και αλληλεγγύης. Έ ω ς το 1768 οι αντίπαλοι της αυθαίρετης κυριαρχίας στο Λονδίνο, στη Βοστόνη και το Τσάρλεστον δεν είχαν εφεύρει ακόμη τα κοινωνικά κινήματα. Παρ’ όλα αυτά, οι καινοτομίες τους ώθησαν τη λαϊκή δημόσια πολιτική σε μορφές κοινωνικού κινήματος. Στρατολόγησαν κοινούς πολίτες, π.χ. τεχνίτες και ναύτες, σε εκστρατείες συνεχούς αντιπολίτευσης στις βασιλικές πολιτικές (αντίθετα με τους μικρεμπόρους της Βοστόνης, οι Υιοί της Ελευθερίας στο Τσάρλεστον αναπτύχθηκαν από μια εθελοντική δύναμη κρούσης αποτελούμενη κυρίως από τεχνίτες [Maier, 1972: 85]). Συνδύαζαν ενώσεις ειδικού σκοπού, δημόσιες συγκε ντρώσεις, πορείες, προβολή αιτημάτων, εκτύπωση και δια νομή φυλλαδίων, καθώς και δηλώσεις που κοινοποιούνταν από τα μέσα ενημέρωσης. Ώ ς ένα βαθμό, υιοθετούσαν ακόμη και επιδείξεις α ε π δ . Η South Carolina Gazette δια τύπωσε σχόλιο για «την ίδια καλή τάξη και ομαλότητα που παρατηρήθηκε καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας». Παρόλο που οι «μηχανοτεχνίτες και λοιποί κάτοικοι» του Τσάρλεστον ήταν πάντα πρόθυμοι να επιτεθούν κατά των βασιλικών αξιωματούχων, να ανασταθούν στους τελω νειακούς πράκτορες και να λεηλατήσουν τα σπίτια των προγραμμένων εχθρών, ωστόσο στις εθιμοτυπικές περι πτώσεις εγκατέλειπαν την άμεση δράση υπέρ των διεκδική σεων προγράμματος, ταυτότητας και υπόστασης: είμαστε τίμιοι άνθρωποι, μας αξίζει να έχουμε φωνή και αντιτασσό-
67
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
μαστέ με αποφασιστικότητα στην αυθαίρετη εξουσία. Στην πραγματικότητα, οι τεχνίτες του Τσάρλεστον αποτελούσαν την αιχμή του δόρατος των συμφωνιών της πόλης εναντίον των εισαγωγών σε συμμαχία με τον πατριώτη έμπορο Κρίστοφερ Γκάντσντεν (Maier, 1972:116). Η ενσωμάτωση των λαϊκών δυνάμεων στις αντιπολιτευτικές εκστρατείες των ελίτ διέσπασε τις κυρίαρχες τάξεις αλλά έκανε ένα σημα ντικό βήμα προς τη δημιουργία του κοινωνικού κινήματος ως ιδιαίτερης μορφής δημόσιας πολιτικής.
ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ
68
Τ ο κοινωνικό κίνημα εμφανίστηκε στην Αγγλία και την Αμερική στο πλαίσιο βαθιών πολιτικών και οικονομικών αλλαγών. Τέσσερις λέξεις-κλειδί σηματοδοτούν τις θεμε λιώδεις αλλαγές: πόλεμος, κοινοβουλευτισμός, κεφαλαιο ποίηση και προλεταριοποίηση. Ό πω ς έχει καταδειχθεί ήδη, ο Επταετής Πόλεμος δεν κινητοποίησε απλώς τους εθνικούς πληθυσμούς. Επεξέτεινε επίσης τις κρατικές δο μές, διόγκωσε τις κυβερνητικές δαπάνες, ενέτεινε την άντληση πόρων από τους πληθυσμούς που υπάγονταν στην κυβέρνηση, δημιούργησε νέο χρέος και, προσωρινά τουλά χιστον, ενίσχυσε τους καταπιεστικούς μηχανισμούς του κράτους. Από τη βρετανική πλευρά, οι πόλεμοι για την Αμερικανική Ανεξαρτησία επίσκιασαν τον Επταετή Πόλε μο απ’ όλες τις απόψεις, μόνο και μόνο για να φανούν και οι ίδιοι με τη σειρά τους ασήμαντοι σε σύγκριση με τους γιγαντιαίους πολέμους της Γαλλικής Επανάστασης και του Ναπολέοντα (Brewer, 1989· Mann, 1988:106). Στη Βόρεια Αμερική, τα επακόλουθα του Επταετούς
Ε Π ΙΝ Ο Η Μ Α Τ Α Τ Ο Υ Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Ο Υ Κ ΙΝ Η Μ Α ΤΟ Σ
Πολέμου γίνονταν ακόμη πιο οδυνηρά καθώς οι Βρετανοί εγκατέστησαν σε καιρό ειρήνης ένα στράτευμα της τάξης των δέκα χιλιάδων ανδρών, επέτειναν τους ελέγχους στα τελωνεία και επέβαλαν μια σειρά εισπρακτικών μέτρων όπως ήταν η Πράξη περί Χαρτοσήμου του 1765.0 Επανα στατικός Πόλεμος (όπως έμεινε γνωστός ο αγώνας από το 1775 και εφεξής στις δεκατρείς εξεγερμένες αποικίες) στοίχισε στους Αμερικανούς ασύγκριτα παραπάνω σε προσωπικές υπηρεσίες, χρήμα και χρέη απ’ όσο τα βάρη που επέβαλαν οι Βρετανοί μετά τον Επταετή Πόλεμο. Η πολεμική προσπάθεια δημιούργησε τη λεπτή εθνική κρατι κή δομή που επικράτησε επί δεκαετίες. Στη διάρκεια των ευρωπαϊκών πολέμων της Γαλλικής Επανάστασης και του Ναπολέοντα, οι νέες Ηνωμένες Πολιτείες αρχικά παραμε λούσαν και στη συνέχεια ακύρωσαν τις συμφωνημένες υποχρεώσεις τους έναντι της Γαλλίας, η οποία είχε βοηθή σει αποφασιστικά την αμερικανική υπόθεση στη διάρκεια της Αμερικανικής Επανάστασης. Η επόμενη μεγάλη αμερικανική ανάμειξη στον πόλεμο της Ευρώπης εκδηλώθηκε όταν η κυβέρνηση Τξέφερσον (Jefferson) αγόρασε (1803) τη Λουιζιάνα από τη Γαλλία του Ναπολέοντα έναντι 80 εκατομμυρίων φράγκων διπλα σιάζοντας την επικράτεια των Ηνωμένων Πολιτειών. Μετά απ’ αυτό, οι Ηνωμένες Πολιτείες κράτησαν, με κάποιες μι κρές εξαιρέσεις, απόσταση από τον ευρωπαϊκό πόλεμο μέ χρι το 1812, απασχολημένες κυρίως με τον πόλεμο κατά των Ινδιάνων στα δυτικά και τα νότια σύνορά τους. Το 1812 τερμάτισαν τις πεντάχρονες δύσκολες διαπραγματεύ σεις με τη Μεγάλη Βρετανία κηρύσσοντάς της πόλεμο. Ει σέβαλαν στον Καναδά, ανοίγοντας κι άλλο μέτωπο κατά των Ινδιάνων, που τους θεωρούσαν συμμάχους των Βρετα-
69
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
70
νών και διεξήγαγαν αρκετές ναυμαχίες στις Μεγάλες Λί μνες, στον Ατλαντικό και τον Κόλπο του Μεξικού. Υπέστησαν επίσης την πυρπόληση της Ουάσινγκτον και την εισβο λή στην Πολιτεία Μέιν πριν από την κατάπαυση του πυρός στον ευρωπαϊκό πόλεμο το 1814. Η ενίσχυση του κοινοβουλευτισμού ήταν πιο ήσυχη από τις διαδικασίες του πολέμου, χωρίς όμως να έχει λιγότερες επιπτώσεις στη δημόσια πολιτική. Είχε δύο συστατικά μέ ρη: μια γενική επέκταση της εξουσίας του Κοινοβουλίου και μια μετακίνηση του εθνικού πολιτικού βαρύκεντρου από το βασιλιά και την τοπική πελατεία του προς το Κοινο βούλιο (Tilly, 1997· Tilly και Wood, 2003). Το χρέος που δημιούργησε ο πόλεμος και η επακόλουθη φορολόγηση αύξησαν τη δύναμη του Κοινοβουλίου. Κάθε κυβερνητικό αίτημα για νέα κεφάλαια εγκαινίαζε έναν αγώνα με τον οποίο το Κοινοβούλιο αποσπούσε νέες παραχωρήσεις. (Η κοινοβουλευτική συναίνεση στους φόρους περιέστελλε την ανοιχτή εξέγερση εναντίον της φορολόγησης, σε αντίθεση με τη Γαλλία του 18ου αιώνα και τις αμερικανικές αποικίες [Brewer, 1989:132].) Καθώς αυξανόταν η δύναμη του Κοι νοβουλίου, η βασιλική πατρονία καθίστατο λιγότερο κρίσι μη για την πολιτική επιτυχία. Το Κοινοβούλιο παρενέβαινε όλο και πιο τολμηρά στις δημόσιες υποθέσεις, ενώ γίνο νταν όλο και πιο σημαντικά τα διακυβεύματα των κοινο βουλευτικών ενεργειών για τα εθνικά κοινωνικά σώματα (χειραφετημένα και μη). Οι Αμερικανοί αντικατέστησαν το βασιλιά με ασθενή εκτελεστικά σώματα επενδύοντας αποφασιστικά στην κοινοβουλευτική εξουσία στο εθνικό και ιδιαίτερα στα πολιτειακά επίπεδα. Ο καπιταλισμός προόδευε και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, καθώς διευρύνονταν διαρκώς οι προοπτικές
Ε Π ΙΝ Ο Η Μ Α Τ Α Τ Ο Υ Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Ο Υ ΚΙΝ Η Μ Α ΤΟ Σ
του αγροτικού, του εμπορικού και του βιομηχανικού κεφα λαίου. Η Μεγάλη Βρετανία αναδεικνυόταν ως το μεγαλύ τερο κέντρο βιομηχανίας και εμπορίου στον κόσμο και η αγροτική της παραγωγή αυξανόταν δραματικά. Οι παλιότερες αμερικανικές αποικίες, και οι Ηνωμένες Πολιτείες που τις διαδέχτηκαν, χρησίμευαν κυρίως ως φοροδοτικές στη βρετανική οικονομία, αλλά μετά το 1750 βίωσαν και οι ίδιες κοσμοϊστορικές αγροτικές, εμπορικές και βιομηχανι κές επεκτάσεις. Αν και οι γαιοκτήμονες ήταν σίγουρα σε καλή οικονομική κατάσταση και οι βιομήχανοι είχαν αρχί σει να ξεχωρίζουν, τη σπουδαιότερη θέση στη βρετανική και την αμερικανική οικονομία την είχαν κερδίσει οι καπι ταλιστές έμποροι. Με τον όρο προλεταριοποίηση θα πρέπει να εννοούμε όχι τόσο την ανάπτυξη της τυποποιημένης εργοστασιακής εργασίας (αν και συντελέστηκε μια ανάπτυξη άνευ προη γουμένου στον τομέα αυτό) αλλά, γενικότερα, την αύξηση του ποσοστού του πληθυσμού που εξαρτάται από τη μισθω τή εργασία για την επιβίωσή του (Tilly, 1984). Στη βρετανι κή γεωργία, η συγκέντρωση της ιδιοκτησίας γης και η επέ κταση της μίσθωσης αύξησε πάρα πολύ την αναλογία των μισθωτών εργατών στο σύνολο των καλλιεργητών. Η προ λεταριοποίηση υπήρξε ακόμη πιο ραγδαία στη μεταποίη ση, όπου οι αυτοαπασχολούμενοι τεχνίτες έχασαν έδαφος υπέρ των εξαρτώμενων από το μισθό εργατών στα εργα στήρια, στα εργοστάσια και στα ίδια τους τα νοικοκυριά. Η εικόνα διέφερε σημαντικά στη Βόρεια Αμερική, όπου οι σκλάβοι εκτελούσαν ένα όλο και μεγαλύτερο μέρος του συνόλου της εργασίας στη γεωργία του νότου. Προλετα ριοποίηση όμοια με αυτή της Βρετανίας υπήρξε στις παρά κτιες ζώνες του εμπορίου και της μεταποίησης, αλλά η 71
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
διαρκής επέκταση των συνόρων εξακολουθούσε να προ σφέρει άφθονες ευκαιρίες για μικροϊδιοκτήτες και μικρε μπόρους. Πώς συνδέονται λοιπόν ο πόλεμος και η ανάπτυξη του κοινοβουλευτισμού και του καπιταλισμού με την προλετα ριοποίηση από τη μια πλευρά και την ανάπτυξη κοινωνι κών κινημάτων από την άλλη; Θα θέσουμε πολύ σχηματικά τα σύνθετα ζητήματα: • Η κινητοποίηση και οι πολεμικές δαπάνες διόγκω σαν τις συνέπειες της κυβερνητικής δραστηριότητας για την ευημερία του πληθυσμού και χρειάστηκε γι’ αυτό οι κυβερνητικοί φορείς να διαπραγματευτούν τους όρους με τους οποίους γαιοκτήμονες, έμποροι, εργάτες, στρατιώτες, ναύτες και άλλοι θα συνέβαλ λαν στη συλλογική προσπάθεια. • Παρότι λίγοι είχαν δικαίωμα ψήφου, η μετατόπιση της εξουσίας προς την πλευρά του Κοινοβουλίου σήμαινε ότι οι επιπτώσεις των νομοθετικών ενεργειών στην ευημερία του καθενός αυξάνονταν πάρα πολύ και ότι, λόγω της γεωγραφικής οργάνωσης της κοινο βουλευτικής εκπροσώπησης, ο καθένας στη Μεγάλη Βρετανία και τις αποικίες απέκτησε μια πιο άμεση σχέση με τους ανθρώπους εκείνους -τους εκλεγμέ νους νομοθέτες- που έπαιρναν τις σημαντικές πολιτι κές αποφάσεις. • Αν και οι μεγάλοι γαιοκτήμονες εξακολουθούσαν να κυριαρχούν στην εθνική πολιτική, η καπιταλιστικοποίηση επεξέτεινε -στο Λονδίνο και αλλού-την επιρροή των εμπόρων και των κεφαλαιούχων, των οποίων ο ρόλος ως πιστωτών της κυβέρνησης και δια χειριστών του κεφαλαίου αύξανε βαθμιαία.
Ε Π ΙΝ Ο Η Μ Α Τ Α ΤΟΥ Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Ο Υ Κ ΙΝ Η Μ Α ΤΟ Σ
• Ό πω ς φοβόνταν πολλοί κοινωνικοί σχολιαστές, η προλεταριοποίηση μείωσε την εξάρτηση των εργα τών από συγκεκριμένους γαιοκτήμονες, μαστόρους και άλλα αφεντικά και, ως εκ τοΰτου, άφησε ελεύθε ρους τους εργάτες να μπουν στην πολιτική ζωή με τις δικές τους δυνάμεις. • Συνδυασμένες οι αλλαγές αυτές προωθούσαν περιστασιακές συμμαχίες μεταξύ διαφωνούντων αριστο κρατών και μπουρζουάδων (που δεν είχαν την απαιτούμενη αριθμητική δύναμη ώστε να σταθούν μόνοι τους απέναντι στον όγκο των κυρίαρχων τάξεων) και ανικανοποίητων εργατών (που δεν διέθεταν τη νομι κή και κοινωνική προστασία που πρόσφεραν οι πάτρονες). • Οι συμμαχίες αυτές βοηθούσαν με τη σειρά τους να διαδοθούν και να επεκταθούν οι ενώσεις ειδικού σκοπού, οι δημόσιες συγκεντρώσεις, οι εκστρατείες για αιτήματα, οι πειθαρχημένες πορείες και οι συνα φείς μορφές διατύπωσης αιτημάτων από ακτιβιστές της εργατικής τάξης και των μικροαστών, ενώ καθι στούσαν δυσκολότερο για τις αρχές να διατηρούν τις νομικές απαγορεύσεις των δραστηριοτήτων αυτών όταν εμπλέκονταν απλοί άνθρωποι. • Οι συμμαχίες αυτές απέτρεπαν τους ακτιβιστές της εργατικής τάξης και των μικροαστών από την άμεση καταστροφική δράση ως μέσο διατύπωσης αιτημά των. • Έτσι, οι κοινές ενέργειες διαφωνούντων αριστοκρα τών, ριζοσπαστών αστών, εξαγριωμένων μικροαστών και εργατών δημιούργησαν προηγούμενα και νόμι μους χώρους για δράσεις με τη μορφή του κοινωνικού
73
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
κινήματος, ακόμη και όταν οι εκάστοτε συμμαχίες και οι εκστρατείες τερματίζονταν. Φυσικά, οι αλλαγές αυτές δεν συντελέστηκαν διαμιάς. Ανάμεσα στα χαοτικά γεγονότα του 1768 και την επέκταση της δυνατότητας πολιτικής έκφρασης μέσω κοινωνικών κι νημάτων σε μια ευρεία ποικιλία δρώντων υποκειμένων με σολάβησε -και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού- άλλος μισός αιώνας αγώνων και εξέλιξης. Στην ανατολική πλευρά, το Λονδίνο πρόσφερε το κα ταλληλότερο σκηνικό για καινοτομίες στο πεδίο των κοι νωνικών κινημάτων. Με μια αύξηση του πληθυσμού του από 675.000 σε 865.000 άτομα στα χρόνια μεταξύ 1750 και 1800, το Λονδίνο ανταγωνιζόταν την Ισταμπούλ για την πρώτη θέση ως μητρόπολη σε ευρωπαϊκό επίπεδο και την δεύτερη παγκοσμίως μετά το Πεκίνο. Το Λονδίνο είχε γί νει το μεγαλύτερο λιμάνι της Ευρώπης, ένα εξόχως σημα ντικό κέντρο εμπορίου και το παγκόσμιο τραπεζικό κέντρο που στέγαζε την εξέχουσα Τράπεζα της Αγγλίας. Όπως το έθεσε ο Άνταμ Σμιθ (Adam Smith), Η σταθερότητα της Τράπεζας της Αγγλίας είναι ίση με αυτή της βρετανικής κυβέρνησης. Ό λα όσα έχει προπληρώσει στο δημόσιο πρέπει να διατεθούν προτού οι πιστωτές της υποστούν οποιαδήποτε ζημιά. Ουδεμία άλλη τραπεζική εταιρεία στην Αγγλία μπορεί να ιδρυθεί με πράξη του Κοινοβουλίου ούτε μπορεί να αποτελείται από περισσότερα των έξι μελών. Δεν ενεργεί μόνο σαν κοινή τράπεζα αλλά ως μια μεγάλη μη χανή του κράτους. Εισπράττει και πληρώνει το μεγαλύτερο μέρος των ετήσιων προσόδων που οφείλονται στους πιστωτές του δημοσίου, θέτει σε κυκλοφορία τα ομόλογα του δημοσίου και προκαταβάλλει στην κυβέρνηση τους ετήσιους φόρους από τη γη και τα οινοπνευματώδη ποτά, οι οποίοι συχνά δεν
Ε Π ΙΝ Ο Η Μ Α Τ Α Τ Ο Υ Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Ο Υ Κ ΙΝ Η Μ Α ΤΟ Σ
καταβάλλονται παρά μόνο μετά από χρόνια. (Smith, 1910:1, 284-285)
Οι κεφαλαιούχοι επενδυτές του Λονδίνου είχαν το δάχτυ λο στο σφυγμό (και τα χέρια τους στο λαιμό) ολόκληρης της Βρετανικής Αυτοκρατορίας. Στο Λονδίνο, εντούτοις, οι κεφαλαιούχοι επενδυτές δεν έγιναν ριζοσπάστες. Αντιθέτως, οι αστοί που υποστήριξαν τον Γουίλκς και τους ριζοσπάστες που τον διαδέχτηκαν προέρχονταν σε δυσανάλογο βαθμό από τους μεσαίους εμπόρους και βιοτέχνες (Rude, 1971:172-177). Παρατά χτηκαν τόσο εναντίον της Αυλής όσο και εναντίον των με γάλων καπιταλιστών, τους οποίους απεικόνιζαν ως από κοινού συνωμότες κατά του κοινού καλού. Οι λαϊκοί υποστηρικτές τους, με τη σειρά τους, προέρχονταν ειδικά από εργάτες των καλύτερα οργανωμένων επαγγελμάτων του Λονδίνου, δηλαδή από τους ναύτες, τους ανθρακωρύχους και τους μεταξουργούς που ήδη είδαμε σε δράση, αλλά και από έναν εσμό λοιπών τεχνιτών και υπαλλήλων. Ό χι ότι όλοι οι εργάτες του Λονδίνου υποστήριζαν τους ριζοσπαστικούς ιδεολογικούς αγώνες· οι χιλιάδες που κι νητοποιήθηκαν από την αντι-καθολική Προτεσταντική Ένωση του Λόρδου Τζορτζ Γκόρντον (George Gordon) το 1780, για παράδειγμα, φαίνεται ότι ως επί το πλείστον προ έρχονταν επίσης από την εργατική τάξη του Λονδίνου. Μέ λη της Προτεσταντικής Ένωσης πορεύτηκαν αρχικά με τον Λόρδο Γκόρντον προς το Κοινοβούλιο για την παρουσίαση μιας αίτησης ανάκλησης μιας πράξης του 1778, με την οποία είχαν παραχωρηθεί κάποια ελάσσονα δικαιώματα σε καθολικούς, κατόπιν (λόγω της άρνησης του Κοινοβου λίου να διαπραγματευτεί υπό πίεση) διασπάστηκαν σε ομάδες, μερικές από τις οποίες συνέχισαν την πορεία τους
75
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
76
λεηλατώντας καθολικούς ναούς, σπίτια εξεχόντων καθολι κών και σπίτια αξιωματούχων που θεωρούνταν ότι προ στάτευαν καθολικούς. Από όσους συνελήφθησαν και διώχθηκαν για συμμετοχή σε επιθέσεις εναντίον καθολικών ιδιοκτησιών, «δύο στους τρεις ήταν μεροκαματιάρηδες, ει δικευμένοι τεχνίτες, μαθητευόμενοι, σερβιτόροι, οικιακοί υπηρέτες και εργάτες· ένας μικρότερος αριθμός ήταν μικροεργοδότες, μάστοροικαι βιοτέχνες» (Rude, 1971:226). Γενικά πάντως, στις κύριες κινητοποιήσεις στο Λονδίνο τον ύστερο 18ο αιώνα οι συμμαχίες αυτές εργατών και αστών στρέφονταν εναντίον των συνασπισμών του χρημα τικού κεφαλαίου και της Αυλής, ενάντια στην οποία τασσό ταν επίσης ένα τμήμα διαφωνούντων του Κοινοβουλίου. Όπως δείχνει η προσωρινή επικράτηση της Προτεσταντικής Ένωσης, οι μαζικές ενώσεις μελών έπαιζαν ολοένα και πιο σημαντικό ρόλο στις λαϊκές κινητοποιήσεις στη Βρετανία. Το μεγαλύτερο κύμα δραστηριότητας των ενώ σεων τον 18ο αιώνα εκδηλώθηκε στα πρώτα χρόνια της Γαλλικής Επανάστασης. Κατά τη διάρκεια αυτών των χρό νων, τα αιτήματα των ελίτ για κοινοβουλευτικές μεταρρυθ μίσεις, οι οποίες προβάλλονταν επί δυο δεκαετίες, συνδυά στηκαν με τα λαϊκά αιτήματα για εκδημοκρατισμό σύμφω να με τα γαλλικά πρότυπα και βασίστηκαν εξίσου σε λέ σχες, εταιρείες και λαϊκές ενώσεις και σε θρησκευτικές συ ναθροίσεις. Επαναστατικές εταιρείες, συνταγματικές εται ρείες και ανταποκριτικοί σύνδεσμοι θεώρησαν ως σημείο αναφοράς τους τη Γαλλική και την Αμερικανική Επανάστα ση καθώς και την ίδια την Ένδοξη Επανάσταση του 1689 στη Βρετανία. Υπερασπιστές της εκκλησίας και του βασιλιά κινητοποιήθηκαν κατά παρόμοιο τρόπο εναντίον των κοσμικών δημοκρατών μέσω ειδικών για το σκοπό αυτό ενώ-
Ε Π ΙΝ Ο Η Μ Α Τ Α Τ Ο Υ Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Ο Υ Κ ΙΝ Η Μ Α ΤΟ Σ
σεων. Από το 1794 έως το τέλος των Ναπολεόντειων Πολέ μων, η κυβερνητική καταστολή περιέστειλε τη δραστηριό τητα των ενώσεων, ιδιαίτερα εκείνες των εργατών. Οι ενώ σεις επέστρεψαν με μεγάλη ορμή μετά το τέλος του πολέ μου. Έ ω ς τότε, με τη σαφή εξαίρεση των ακόμη παράνο μων «συνενώσεων» των εργατών, οι σύνδεσμοι και οι δη μόσιες συγκεντρώσεις τους είχαν γίνει τα συνήθη μέσα της λαϊκής έκφρασης.
ΑΠΟΚΡΥΣΤΑΛΛΩΣΗ ΤΟΥ ΒΡΕΤΑΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ
Σ ε ποιο σημείο λοιπόν μπορούμε δικαιολογημένα να πού με ότι το κοινωνικό κίνημα είχε καταστεί μια διακριτή, συ γκροτημένη, αναγνωρισμένη και ευρέως διαθέσιμη μορφή δημόσιας πολιτικής; Αναζητούμε περιοχές και εποχές όπου οι άνθρωποι που διατυπώνουν συλλογικά αιτήματα στις αρ χές δημιουργούν ενώσεις ειδικού σκοπού ή επώνυμους συ νασπισμούς, συγκαλσύν δημόσιες συνελεύσεις, κοινοποιούν τα προγράμματά τους στα μέσα ενημέρωσης, οργανώνουν πορείες, συλλαλητήρια ή διαδηλώσεις, και μέσω όλων αυτών των δραστηριοτήτων προβαίνουν σε συντονισμένες επιδεί ξεις ΑΕΠΔ. Εάν το σύμπλεγμα αυτό εμφανίζεται τακτικά, πέραν του πλαισίου των εκλογικών εκστρατειών και των διαμαχών διοίκησης-οργανωμένης εργασίας, είμαστε πιο σίγουροι τότε ότι έχουμε να κάνουμε με ένα κοινωνικό κί νημα που έχει διαμορφώσει τους όρους του. Αναγνωρίζου με μεμονωμένα όλα τα παραπάνω συστατικά στη βρετανική δημόσια πολιτική του ύστερου 18ου αιώνα, η οποία όμως δεν θεσμοποίησε τα κοινωνικά κινήματα παρά μόνο προς το τέλος των Ναπολεόντειων Πολέμων.
77
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
Στη Βρετανία, τα τελευταία αυτά πολεμικά χρόνια απο δείχτηκαν κρίσιμα. Από το 1812 περίπου εμφανίζονται πα νεθνικές εκστρατείες για κοινοβουλευτική μεταρρύθμιση: διεύρυνση του δικαιώματος ψήφου, πιο αναλογική αντιπρο σώπευση των εκλογέων, ετήσιες συνελεύσεις του Κοινο βουλίου και συχνά περαιτέρω βελτιώσεις όπως οι μυστικές ψηφοφορίες και η χορήγηση μισθού στους βουλευτές, πράγμα που θα καθιστούσε δυνατή την εκλογή φτωχότερων ανθρώπων στα αξιώματα. Ταυτόχρονα, και με αλληλεπικαλυπτόμενες προσπάθειες, απέκτησε πρωτόγνωρη ενεργητι κότητα η οργάνωση των εργατών για τη διεκδίκηση της κοι νοβουλευτικής δράσης για λογαριασμό τους. Οι κινητοποιήσεις συνδυάστηκαν με τα αιτήματα για ειρήνη μετά από έναν παρατεταμένο, δαπανηρό και διχαστικό πόλεμο. Στο Μπρίστολ, σε μια αναπληρωματική εκλογή το 1812, ο ριζο σπάστης Χένρι Χαντ (Henry Hunt) υπέστη βαριά ήττα επει δή το μεγαλύτερο μέρος της υποστήριξής του προερχόταν από εργάτες που στερούνταν δικαιώματος ψήφου, οι οποίοι πορεύτηκαν σε τεράστια πλήθη με το σύνθημα «Χαντ και Ειρήνη» πίσω από μια φραντζόλα ψωμί σ’ ένα κοντάρι κι ένα Σκούφο της Ελευθερίας, επευφημούσαν τις στεντόρειες δημηγορίες του, έπλητταν οποιονδήποτε φορούσε μπλε με ομοβροντίες οστό λάσπη, πέτρες και ψόφια γατιά και επιτέθη καν εναντίον του Λευκού Δέοντος (έδρα της Λέσχης Πιστών του Στέμματος και του Συντάγματος), οπότε και εκλήθησαν οι Δημοτικές Στρατιωτικές Δυνάμεις να αποκαταστήσουν την τάξη. (Prothero, 1979:82)
78
Έ ω ς το 1812 το Σκούφο της Ελευθερίας, ο οποίος προέρ χεται από το σκούφο που απόθεσαν οι Ρωμαίοι στο κεφάλι ενός χειραφετημένου σκλάβου, είχε μια μακρόχρονη ιστορία ως εικόνα στη Μεγάλη Βρετανία. Δανεισμένο από
Ε Π ΙΝ Ο Η Μ Α Τ Α ΤΟΥ Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Ο Υ Κ ΙΝ Η Μ Α ΤΟ Σ
τους Ολλανδούς, όταν ο Γουλιέλμος της Οράγγης έγινε βα σιλιάς των Άγγλων στην Ένδοξη Επανάσταση το 1688-89, αναπαρκπούσε την απελευθέρωση των Ολλανδών από την Ισπανία. Στη Βρετανία κατέληξε να σηματοδοτεί την ελευ θερία με την έννοια του Γουίλκς (Epstein, 1994: 78-80). Στην πραγματικότητα, στη διάρκεια των κινητοποιήσεων υπό τον Γουίλκς τη δεκαετία του 1760, ο Γουίλιαμ Χόγκαρθ (William Hogarth) ήταν αυτός που φιλοτέχνησε την περίφημη αγριεμένη εικόνα του άσχημου Γουίλκς να κρατάει ένα κοντάρι που στην κορυφή του είχε ένα Σκούφο της Ελευθερίας. Τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα, και μετά τις πο ρείες με το Σκούφο της Ελευθερίας οι ριζοσπάστες δεν μπορούσαν να εκλεγούν. Ωστόσο αυτές οι πορείες απεικό νιζαν με δραματικό τρόπο τη λαϊκή υποστήριξη για τα ριζο σπαστικά προγράμματα. Επειδή οι αξιωματούχοι συχνά αρνούνταν στους λαϊκούς μεταρρυθμιστές την έγκριση να συνέρχονται σε δημόσια κτίρια, οι συγκεντρώσεις γίνο νταν στους δρόμους ή σε ανοιχτούς χώρους. Μετατράπη καν έτσι σε κάτι που είχε ταυτόχρονα χαρακτηριστικά συ γκέντρωσης και διαδήλωσης. Επιπλέον, οι εκπρόσωποι συ χνά πορεύονταν στον τόπο της συγκέντρωσης συνδυάζο ντας έτσι τις πειθαρχημένες μορφές της διαδήλωσης, δηλα δή την πορεία στους δρόμους και την ήρεμη συγκέντρωση σε δημόσιο χώρο. Παρόλο που το Λονδίνο συνέχισε να παίζει το ρόλο του, οι σημαντικότερες καινοτομίες έγιναν στις βόρειες βιομηχανικές περιοχές της Αγγλίας, όπου οι εργάτες οργανώθηκαν και έδρασαν ορμητικά στη διάρ κεια των μεταπολεμικών χρόνων. Στο κέντρο μεταποίησης βάμβακα, στο Στόκπορτ, η δη μιουργία της Ένωσης του Στόκπορτ για την προώθηση της
79
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
ανθρώπινης ευτυχίας τον Οκτώβριο του 1818 συνέβαλε στην κινητοποίηση ανθρώπων του βιομηχανικού βορρά για την ανακούφιση των πολιτικών κρατουμένων καθώς και για την κοινοβουλευτική μεταρρύθμιση. Η πράξη για τις ανατρεπτικές συγκεντρώσεις του 1817 απαγόρευσε τις συ γκεντρώσεις σε κλειστούς χώρους στις οποίες μεθοδεύο νταν πρωτοβουλίες πίεσης στην κυβέρνηση. Ανεχόταν όμως τις ανοιχτές δημόσιες συγκεντρώσεις για την έκφρα ση υποστήριξης της κοινοβουλευτικής μεταρρύθμισης. Η Ένωση του Στόκπορτ εισήγαγε την απάντηση των λαϊκών πολιτικών οργανωτών στο νέο καταπιεστικό πλαίσιο κι έγι νε έτσι το πρότυπο για τις πολιτικές ενώσεις σε ολόκληρη τη χώρα, συμπεριλαμβανομένου και του Λονδίνου. Η Ένωση του Στόκπορτ στήριξε κατ’ επανάληψη συγκε ντρώσεις υπέρ της μεταρρύθμισης, διοργάνωσε εκδηλώ σεις υποστήριξης των πολιτικών κρατουμένων, εξέδωσε έντυπες διαμαρτυρίες και οργάνωσε διαδηλώσεις. Η ένω ση έστειλε μια αντιπροσωπεία που αποτελούνταν από 1.400 άντρες και 40 γυναίκες περίπου, οι οποίοι πορεύτη καν στοιχισμένοι και κρατώντας πανό στην πασίγνωστη συγκέντρωση υποστήριξης της μεταρρύθμισης της 16ης Αυγούστου 1819 στο Σεντ Πίτερς Φιλντ στο Μάντσεστερ, μια συγκέντρωση που χτυπήθηκε από Σώμα Εθελοντών Ιππέων του Μάντσεστερ και του Σάλφορντ (το περιστατι κό αυτό έγινε γνωστό αρνητικά ως Πίτερλου). Για την πο ρεία της αντιπροσωπείας, ο έμπορος Φράνσις Φίλιπς (Fran cis Phillips) από το Μάντσεστερ ανέφερε: Στις 16 Αυγούστου πήγα στην οδό Στόκπορτ, γύρω στις 11 ή λίγο αργότερα, και συνάντησα ένα μεγάλο πλήθος που προ χωρούσε προς το Μάντσεστερ με την πειθαρχία ενός συντάγ ματος και το μόνο που του έλειπε ήταν η στολή. Πορεύονταν
Ε Π ΙΝ Ο Η Μ Α Τ Α ΤΟΥ Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Ο Υ ΚΙΝ Η Μ Α ΤΟ Σ
όλοι τους σε σχηματισμό, κυρίως ανά τρεις γραμμές κατά μέ τωπο. Μαζί τους είχαν δύο πανό. Στο πλάι υπήρχαν άτομα που ενεργούσαν ως αξιωματικοί και ρύθμιζαν τις γραμμές. Πράγματι, η τάξη ήταν όμορφη. (Glen, 1984:245)
Συγκεκριμένες οργανώσεις, όπως η Ένωση του Στόκπορτ, αναπτύσσονταν ή συρρικνώνονταν κατά καιρούς και ανά λογα με τις εκάστοτε συνθήκες, και συνέχιζαν πάντα να αντιμετωπίζουν την κυβερνητική επιτήρηση ή την ανοιχτή καταστολή. Οι απειλούμενες κυβερνήσεις προσπαθούσαν επανειλημμένα να καταπνίξουν την οργανωτική δραστη ριότητα με μέτρα όπως οι Πράξεις του 1817 περί Κατανα γκασμού και Ανατρεπτικών Συγκεντρώσεων, οι γενικώς κατασταλτικές Έ ξ ι Πράξεις του 1819 και η Πράξη περί Κακόβουλης Καταπάτησης Χώρου του 1820, όμως οι οργα νώσεις των διαφωνούντων και οι κοινοβουλευτικοί σύμμα χοί τους έκαναν αντεπίθεση. Ορισμένες φορές νίκησαν πράγματι. Το 1824, για παράδειγμα, το Κοινοβούλιο παρα χώρησε έδαφος ανακαλώντας τους Νόμους περί Συνδέ σμων που είχε θεσπίσει το 1799 για να καταστείλει τις ερ γατικές ενώσεις. Ως εκ τούτου νομιμοποίησε εν μέρειτη δημόσια δραστηριότητα των συνδικάτων. Η χαλάρωση της καταστολής ενθάρρυνε τη δραστηριότητα των κοινωνικών κινημάτων. Προς το τέλος της δεκαετίας του 1820, όλα τα ουσιαστικά στοιχεία των κοινωνικών κινημάτων -εκστρα τείες, ρεπερτόρια και δημόσιες επιδείξεις ΑΕΠΔ - εναρμο νίστηκαν και έγιναν προσιτοί τρόποι δράσης για τα οργα νωμένα συμφέροντα στη Μεγάλη Βρετανία. Τις δεκαετίες του 1820 και του 1830, οι τεράστιες απο τελεσματικές κινητοποιήσεις υπέρ των δικαιωμάτων των εργατών, της καθολικής χειραφέτησης και της κοινοβου λευτικής μεταρρύθμισης συνέδεσαν σταθερά τα τέσσερα
81
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
παραπάνω συστατικά (Belchem, 1990:73-144- Tilly, 1995: 240-339). Στην πορεία, το ρεπερτόριο των κοινωνικών κι νημάτων διαχωριζόταν όλο και περισσότερο από τις παλιότερες μορφές εκδήλωσης υποστήριξης ή αντίθεσης, σαν τις εξαναγκαστικές φωταγωγήσεις σπιτιών ή τις εξευτελι στικές χορωδίες στις πόρτες των σπιτιών (Rough Music) και τις λεηλασίες. Επιπλέον, τη δεκαετία του 1830 οι στρα τηγικές των κοινωνικών κινημάτων έγιναν προσιτές όχι μό νο στους μεταρρυθμιστές και τους ριζοσπάστες αλλά και στους συντηρητικούς ακτιβιστές. Στους τελευταίους περι λαμβάνονταν και Άγγλοι αντίπαλοι της καθολικής χειρα φέτησης που διέθεταν ευρύτατη -όχι όμως αρκετή για τους σκοπούς τους- επιρροή (Hinde, 1992- O’Ferral, 1985- Tilly, 2004:149-156).
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ ΠΑΡ’ ΟΛΑ ΑΥΤΑ;
Τ ο 1925 ο εξέχων Αμερικανός ιστορικός Τζ. Φράνκλιν Τζέιμσον (J. Franklin Jameson) έδωσε μια σημαντική σει ρά διαλέξεων με θέμα «Η Αμερικανική Επανάσταση θεω ρούμενη ως κοινωνικό κίνημα». Καθώς άρχιζε ο εορτα σμός για τα εκατόν πενήντα χρόνια από την επανάσταση, ο Τζέιμσον κάλεσε τους μελετητές της Αμερικανικής Επανά στασης να αντιγράψουν τους ιστορικούς της Γαλλικής Επανάστασης προχωρώντας, πέρα από την πολιτική και τη στρατιωτική ιστορία, στην κοινωνική. «Το ποτάμι της επα νάστασης», υποστήριξε,
82
δεν μπορούσε να περιοριστεί σε μια στενή κοίτη και ξεχύθη κε στη στεριά. Πολλές οικονομικές προσδοκίες, πολλές κοι νωνικές φιλοδοξίες απελευθερώθηκαν εξαιτίας του πολιτι-
Ε Π ΙΝ Ο Η Μ Α Τ Α ΤΟΥ Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Ο Υ Κ ΙΝ Η Μ Α ΤΟ Σ
κού αγώνα, πολλές όψεις της αποικιακής κοινωνίας άλλαξαν εκ βάθρων από τις δυνάμεις που απελευθερώθηκαν κατ’ αυτό τον τρόπο. Οι σχέσεις των κοινωνικών τάξεων μεταξύ τους, ο θεσμός της δουλείας, η γαιοκτησία, η πορεία των οικονομι κών εργασιών, οι μορφές και το πνεύμα της πνευματικής και της θρησκευτικής ζωής ένιωσαν όλες το μεταμορφωτικό χέρι της επανάστασης, όλες αναδύθηκαν από αυτή με μορφές προωθημένες, πολύ κοντότερα σε αυτές που γνωρίζουμε. (Jameson, 1956:9)
Έκλεινε τις διαλέξεις του με τον κύριο ισχυρισμό ότι «όλες οι ποικίλες δραστηριότητες των ανθρώπων στην ίδια χώρα και την ίδια περίοδο σχετίζονται στενά μεταξύ τους, και δεν μπορεί κανείς να αποκτήσει μια ικανοποιητική άποψη για οποιαδήποτε από αυτές θεωρώντας τη χώρια από τις άλλες» (Jameson, 1956:100). Για τον Τζέιμσον, αποδεικνύεται ότι το «κοινωνικό κίνημα» ισοδυναμεί με κοινωνι κό μετασχηματισμό μεγάλης κλίμακας μάλλον παρά με μια πολιτική συγκεκριμένης μορφής. Όπως θα μπορούσαν ήδη οι προηγούμενες αναφορές μας στη Βοστόνη και στο Τσάρλεστον να μας προϊδεάσουν, ο Τζέιμσον δεν εστίασε στους ηρωικούς ηγέτες και τις δραματικές στιγμές της επα ναστατικής δράσης στην ευρεία συμμετοχή αποίκων, αλλά στους αγώνες από το 1765 έως το 1783. Ούτε και επιχειρη ματολόγησε όμως για την επανάσταση ως ένα κοινωνικό κίνημα με τη στενότερη ιστορική έννοια του όρου. Θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε παρ’ όλα αυτά ότι η Αμερικανική Επανάσταση ήταν ένα κοινωνικό κίνημα ή, ίσως, μια σειρά κοινωνικών κινημάτων; Παρατηρώντας την ίδια περίοδο την οποία εξετάσαμε στο Λονδίνο και τη Βοστόνη, ο Σίντνεϊ Τάροου υπέδειξε τις καινοτομίες στις πολιτικές ενέργειες: ανάμεσα στο κάψιμο των ομοιωμάτων
83
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
και τη λεηλασία των σπιτιών, η οργάνωση των μποϊκοτάζ και των συμφωνιών άρνησης της εισαγωγής, διέκρινε και υπογράμμισε τη λειτουργία «πρότυπων» μορφών πολιτικής που θα μπορούσαν εύκολα να μεταλαμπαδεύονται από τό πο σε τόπο, από ομάδα σε ομάδα, από θέμα σε θέμα: Έκτοτε, η άρνηση εισαγωγής και το μποϊκοτάζ έγιναν πρότυ πα όπλα της αμερικανικής εξέγερσης που χρησιμοποιήθηκαν πιο έντονα στη μάχη για το λιμάνι της Βοστόνης. Η αποτελεσματικότητα της τακτικής δεν έμεινε ανεκμετάλλευτη στη Βρετανία, όπου το 1791 η αγγλική ένωση κατά της δουλείας μποϊκοτάρισε την εισαγωγή ζάχαρης από τις Δυτικές Ινδίες για να ασκήσει πίεση στο Κοινοβούλιο προκειμένου να κα ταργήσει το δουλεμπόριο. Από μια τοπικού χαρακτήρα αντί δραση στους νέους φόρους, το μποϊκοτάζ μεταλαμπαδεύτηκε από την περιφέρεια της Βρετανικής Αυτοκρατορίας στον πυ ρήνα της. (Tarrow, 1998:38)
84
Σωστά αναγνωρίζει ο Τάροου την επινόηση ενός ταχέως διαδιδόμενου προτύπου τακτικής ως ορόσημο για τη δρά ση των κοινωνικών κινημάτων και ως αξιοσημείωτη υπέρ βαση της προσκόλλησης στο τοπικό πλαίσιο με τη Rough Music, το κάψιμο ομοιωμάτων και τη λεηλασία. Αρκεί όμως η ανάδυση μιας πρότυπης τακτικής για να χαρακτηρι στεί η Αμερικανική Επανάσταση ως κοινωνικό κίνημα; Αναζητούμε ακόμη περιοχές και εποχές όπου οι άν θρωποι που διατυπώνουν συλλογικά αιτήματα στις αρχές δημιουργούν ενώσεις ειδικού σκοπού ή επώνυμους συνα σπισμούς, συγκαλούν δημόσιες συνελεύσεις, κοινοποιούν τα προγράμματά τους στα μέσα ενημέρωσης, οργανώνουν πορείες, συλλαλητήρια ή διαδηλώσεις, και μέσω όλων αυ τών των δραστηριοτήτων προβαίνουν σε συντονισμένες επιδείξεις ΑΕΠΔ. Όπως και στη Μεγάλη Βρετανία την ίδια
Ε Π ΙΝ Ο Η Μ Α Τ Α ΤΟ Υ Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Ο Υ Κ ΙΝ Η Μ Α ΤΟ Σ
περίοδο, η απάντηση είναι σαφής: όλα τα ξεχωριστά στοι χεία υπήρχαν σας νέες Ηνωμένες Πολιτείες του 1783, αλ λά δεν είχαν παγιωθεί ακόμη σε διακριτή και ευρέως δια θέσιμη μορφή λαϊκής πολιτικής. Όπως σιη Μεγάλη Βρετα νία και πάλι, ο πολλαπλασιασμός διαουνδεδεμένων οργα νώσεων από το 1765 και εφεξής μετασχημάτισε τη λαϊκή πολιτική και έθεσε τη βάση για την ανάδυση πλήρως ανα πτυγμένων κοινωνικών κινημάτων. Ωστόσο χρειάστηκαν δεκαετίες ώσπου ολόκληρος ο μηχανισμός των κοινωνικών κινημάτων να καταστεί μια πρακτική διαθέσιμη για τις λαϊ κές διεκδικήσεις. Θα μπορούσε η κινητοποίηση εναντίον της δουλείας, όπως υπαινίσσεται ο Τάροου, να αποτελέσει κρίσιμη εξαί ρεση; Τις δεκαετίες του 1770 και του 1780, τόσο στη Μεγά λη Βρετανία όσο και στη Βόρεια Αμερική κάποιοι δικα στές εξέδωσαν αποφάσεις που αμφισβητούσαν τη νομιμό τητα της δουλείας. Το Σύνταγμα της Πολιτείας Βερμόντ του 1777 έθεσε τη δουλεία εκτός νόμου, ενώ μεταξύ 1780 και 1784 οι Πολιτείες Πενσιλβάνια, Μασαχουσέτη, Ρόουντ Άιλαντ και Κονέκτικατ έκαναν νομικά βήματα προς την κατεύθυνση της γενικής χειραφέτησης. (Ωστόσο η Νέα Υόρκη δεν είχε προσχωρήσει στην κίνηση για τη γενική χειραφέτηση μέχρι το 1799 και η καθολική απελευθέρωση των δούλων δεν συντελέστηκε παρά μόνο το 1827.) Τόσο στη Μεγάλη Βρετανία όσο και στις αμερικανικές αποικίες, οργανωμένοι Κουάκεροι δημιουργούσαν ενώσεις κατά της δουλείας στη διάρκεια της δεκαετίας του 1770. Πράγματι, τα εκκλησιάσματα της Εταιρείας των Φίλων και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού διέγραφαν τότε από τις τάξεις τους μέλη που αρνούνταν να ελευθερώσουν τους δούλους τους. Το 1783 οι Άγγλοι Κουάκεροι έστειλαν στο Κοινοβού-
85
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
86
λιο την πρώτη (όχι όμως και τελευταία) αίτηση για κατάρ γηση του δουλεμπορίου. Όμως οι πανεθνικές εκστρατείες στη Βρετανία κατά του δουλεμπορίου άρχισαν το 1787 με τη μαζική κατάθεση αιτήσεων και τη συγκρότηση της Εται ρείας για την Κατάργηση του Δουλεμπορίου. Σε αυτό το σημείο, οι οργανώσεις κατά της δουλείας δραστηριοποιού νταν ως επί το πλείστον μέσα στο εκκλησίασμα (των Κουακέρων και των Ευαγγελιστών κυρίως)· ως εκ τούτου, η θεία λειτουργία επικαλυπτόταν από τις συγκεντρώσεις για τη σύνταξη αιτήσεων (Davis, 1987· Drescher, 1982,1986· Temperley, 1981· Walvin, 1980,1981). Η πρωτοβουλία εκ δηλώθηκε όχι στο Λονδίνο αλλά στο Μάντσεστερ του βιο μηχανικού Βορρά. Οι έντεκα χιλιάδες υπογραφές στην αί τηση του Μάντσεστερ το Δεκέμβριο του 1787 εξέφραζαν περίπου τα δύο τρίτα των ανδρών της πόλης που είχαν το νόμιμο δικαίωμα να την υπογράφουν (Drescher, 1986:70). Επιπλέον, όπως λέει ο Τάροου, οι ακτιβιστές κατά της δου λείας εισήγαγαν άλλη μια σημαντική καινοτομία: ένα γενι κό μποϊκοτάζ στη ζάχαρη που καλλιεργήθηκε με την εργα σία δούλων, στο οποίο συμμετείχαν περίπου 300 χιλιάδες οικογένειες το 1791 και το 1792 (Drescher, 1986:79). Νέες ορμητικές εκστρατείες υποβολής αιτήσεων έγιναν μεταξύ 1806 και 1808, εν μέσω των οποίων τόσο η Μεγάλη Βρετανία (ή μάλλον το Ηνωμένο Βασίλειο στο οποίο το 1801 είχε συνενωθεί επίσημα η Βρετανία, η Ιρλανδία, η Σκστία και η Ουαλία) όσο οι Ηνωμένες Πολιτείες κήρυξαν παράνομο το δουλεμπόριο. Το 1833 μετά από πλήθος κινη τοποιήσεων, το Κοινοβούλιο ψήφισε επιτέλους μια Πράξη Χειραφέτησης που θα εφαρμοζόταν σε όλες τις αποικίες της. Οι Ηνωμένες Πολιτείες παρέμεναν έντονα διχασμένες στο ζήτημα της δουλείας, για το οποίο και ενεπλάκη-
Ε Π ΙΝ Ο Η Μ Α Τ Α ΤΟ Υ Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Ο Υ Κ ΙΝ Η Μ Α ΤΟ Σ
σαν τελικά σε έναν εμφύλιο πόλεμο. Εντούτοις, στη δεκαε τία του 1830 η κατάργηση της δουλείας είχε γίνει σημείο αναφοράς ενός εξίσου μεγάλου αμερικανικού κοινωνικού κινήματος. Σε ποιο σημείο όμως αυτής της αλληλουχίας μπορούμε ευλόγως να πούμε ότι έχουμε πλήρως αναπτυγ μένα κοινωνικά κινήματα; Αντιμετωπίζουμε το κλασικό ερώτημα με το «μισοάδειο-μισογεμάτο» ποτήρι. Κάπου ανάμεσα στην αίτηση του Μάντσεστερ του 1787 και την απόφαση του Κοινοβουλίου για την απαγόρευση της δουλείας στη Βρετανική Αυτοκρα τορία το 1833, συγκεντρώθηκαν τα συστατικά μέρη και «συναρμολογήθηκε η πανοπλία» των εκστρατειών, του ρε περτορίου και των επιδείξεων ΑΕΠΔ. Πότε συνέβη αυτό; Ας χωρίσουμε την ερώτηση σε δύο σκέλη. Πότε πέρασε όλες τις εξετάσεις το κίνημα κατά της δουλείας ώστε να χα ρακτηριστεί αυθεντικό κοινωνικό κίνημα; Πότε έγινε ευ ρέως διαθέσιμη για άλλους τύπους διεκδικήσεων η πολιτι κή μορφή που εισήγαγε το κίνημα κατά της δουλείας; Στο πρώτο μέρος μπορούμε να απαντήσουμε ότι κάπου μεταξύ 1791 (μποϊκοτάζ της ζάχαρης) και 1806 (η δεύτερη μεγάλη εκστρατεία συλλογής υπογραφών κατά της δουλείας) οι Βρετανοί συσκεύασαν τις εκστρατείες, το ρεπερτόριο και τις επιδείξεις ΑΕΠΔ σε ενιαίο πολιτικό πακέτο. Θα μπο ρούσαν λοιπόν να ισχυριστούν ότι συγκρότησαν το πρώτο κοινωνικό κίνημα του κόσμου. Για το δεύτερο μέρος όμως πρέπει να αφήσουμε να περάσει άλλη μία δεκαετία. Τότε, με βάση τα μοντέλα που αντλήθηκαν σχεδόν απευθείας από το κίνημα κατά της δουλείας, βρίσκουμε εργάτες μεταρρυθμιστές, καθολικούς και άλλους να δημιουργούν ενώσεις ειδικού σκοπού, να διοργανώνουν δημόσιες συγκεντρώσεις σε κλειστούς ή σε
87
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
88
ανοιχτούς χώρους, να υιοθετούν συνθήματα και κονκάρ δες, να οργανώνουν πορείες, να εκδίδουν και να κυκλοφο ρούν φυλλάδια και να προβάλλουν διεκδικήσεις για προ γράμματα, ταυτότητες και πολίτικες σχέσεις. Μια τόσο πο λύπλοκη και κοσμοϊστορική αλλαγή στα είκοσι πέντε μόλις χρόνια μεταξύ 1791 και 1816 είναι πράγματι μια ραγδαία εξέλιξη. Θα μπορούσαν λοιπόν οι γαλλόφιλοι να ισχυριστούν ότι η Γαλλία είχε το προβάδισμα; Καθώς η Επανάσταση του 1789 συνεχιζόταν, οι Γάλλοι ακτιβιστές συγκροτούσαν πολιτικά προσανατολισμένες ενώσεις με πυρετώδεις ρυθ μούς, πρόβαλλαν συντονισμένες διεκδικήσεις μέσω των ενώσεων αυτών, οργάνωναν δημόσιες συγκεντρώσεις, πο ρεύονταν στους δρόμους, υιοθετούσαν συνθήματα και κον κάρδες, εξέδιδαν και μοίραζαν φυλλάδια και εγκαθίδρυαν τοπικές επαναστατικές αρχές στα περισσότερα μέρη της χώρας (Hunt, 1978,1984- Jones, 2003- Markoff, 1996a· McPhee, 1988· Woloch, 1970,1994). Εάν τέτοιες κινητο ποιήσεις συνεχίζονταν και μετά το 1795 και εάν είχαν κα ταστεί και περαιτέρω διαθέσιμες για μια ποικιλία διεκδι κήσεων, θα χαιρετίζαμε ενδεχομένως τους Γάλλους ως επινοητές του κοινωνικού κινήματος - ή τουλάχιστον συνεπινοητές με τους Βρετανούς ομολόγους τους. Όμως, όπως συνέβη, η πλήρης γκάμα των διαδικασιών διαμόρφωσης και προβολής δεν απέκτησε πολιτική υπόσταση διάρκειας στη Γαλλία παρά μόνο πενήντα χρόνια αργότερα, στις μέ ρες περίπου της Επανάστασης του 1848 (Tilly, 1986: κεφ. 9). Ακόμη και τότε, η καταστολή που άσκησε η Δεύτερη Αυτοκρατορία του Λουδοβίκου Ναπολέοντα Βοναπάρτη καθυστέρησε την ανάπτυξη των κοινωνικών κινημάτων σε μεγάλο μέρος της χώρας για άλλες δύο δεκαετίες.
Ε Π ΙΝ Ο Η Μ Α Τ Α Τ Ο Υ Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Ο Υ Κ ΙΝ Η Μ Α ΤΟ Σ
Ακόμη πιο απροσδόκητα, οι Ολλανδοί ακτιβιστές του 18ου αιώνα θα μπορούσαν και αυτοί με μια έννοια να διεκδικήσουν την πρωτιά στην, προσωρινή έστω, θεσμοθέτηση των κοινωνικών κινημάτων. Σε αυτό που οι Ολλανδοί ιστο ρικοί αποκαλούν Τέταρτο Αγγλικό Πόλεμο (1780-84), οι ολλανδικές δυνάμεις πήραν έμμεσα μέρος στους πολέμους της Αμερικανικής Επανάστασης και υπέστησαν σοβαρή ήττα από την υπέρτερη δύναμη του βρετανικού ναυτικού. Ό σο διαρκούσαν οι καταστροφικές ναυτικές εμπλοκές, ξέσπασε ένα είδος πολέμου φυλλαδίων μέσα στην Ολλαν δία. Υποστηρικτές του Πρίγκιπα της Οράγγης επιτέθηκαν στους ηγέτες του Άμστερνταμ και του διοικητικού διαμερί σματος Χόλαντ και οι ανατιθέμενοι πατριώτες (ιδιαίτερα με βάση το Χόλαντ) απάντησαν με τον ίδιο τρόπο. Οι δυο πλευρές αλληλοκατηγορούνταν για την επισφαλή θέση της χώρας τους. Αντλώντας φανερά από το αμερικανικό παρά δειγμα, οι πατριώτες απηύθυναν έκκληση για (ειρηνική κατά προτίμηση) επανάσταση. Η προγενέστερη διαδικα σία διατύπωσης διεκδικήσεων στις Κάτω Χώρες συμμορ φωνόταν με τις τοπικές εκδοχές του παλιότερου ρεπερτο ρίου που είδαμε να λειτουργεί στην Αγγλία και στην Αμε ρική (Dekker, 1982,1987· van Honacker, 1994, 2000). Όμως τη δεκαετία του 1780 άρχισαν στα σοβαρά οι εκ στρατείες συλλογής υπογραφών: πρώτον, απαιτώντας την αναγνώριση του Τζσν Άνταμς ως νόμιμου εκπροσώπου της προσβαλλόμενης οντότητας, δηλαδή των Ηνωμένων Πολι τειών, και κατόπιν προτείνοντας συνταγές λύσεων σε μια ολόκληρη σειρά εγχώριων πολιτικών προβλημάτων. Επιτροπές πολιτών (συγκροτημένες πιθανότατα σύμ φωνα με το πρότυπο των αμερικανικών επιτροπών αντα πόκρισης) άρχισαν σύντομα να συγκροτούνται παράλληλα
89
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
90
με τις πολιτοφυλακές των πολιτών στις πόλεις της Ολλαν δίας. Στο πλαίσιο ενός έντονα κατακερματισμένου πολιτι κού συστήματος, η αδιάκοπη πίεση τους στις τοπικές και τις περιφερειακές αρχές ήταν αρκετά αποτελεσματική. Μεταξύ 1784 και 1787, οι πατριωτικές παρατάξεις κατάφεραν να καθιερώσουν νέα και λιγότερο αριστοκρατικά συ ντάγματα σε μια σειρά ολλανδικές πόλεις, ακόμη και σε μια ολόκληρη διοικητική περιφέρεια, την Όφερεϊσελ. Ο Πρίγκιπας της Οράγγης και οι οπαδοί του όμως διέθεταν άλλα δύο κρίσιμα πλεονεκτήματα: τη βρετανική οικονομι κή στήριξη και τη στρατιωτική υποστήριξη από τον κουνιά δο του πρίγκιπα, το βασιλιά Φρειδερίκο Γουλιέλμο της Πρωσίας. Στα τέλη του 1787, η πρωσική εισβολή τσάκισε την Πατριωτική Επανάσταση της Ολλανδίας (te Brake, 1989,1990· Schama, 1977). Καθώς άρχιζε κάπου εκεί η Γαλλική Επανάσταση, όσοι Ολλανδοί πατριώτες δεν είχαν φύγει από τη χώρα ήλπιζαν, συνωμοτούσαν και έκαναν (στα τέλη του 1794) μια άσχημα οργανωμένη απόπειρα πραξικοπήματος. Ο επόμενος στρατός εισβολής κατέφθασε τον Ιανουάριο του 1795, όταν οι γαλλικές επαναστατικές δυνάμεις εγκατέστησαν τη Δημοκρατία της Βαταβίας με την ενεργό υποστήριξη των αναγεννημένων πατριωτών (Δέντρα Ελευθερίας υψώθη καν στις πόλεις Λάιντεν και Άμστερνταμ [Schama, 1977: 194]). Παρά τις κυβερνητικές τροποποιήσεις του γαλλικού μοντέλου, η νέα δημοκρατία σύντομα βραχυκυκλώθηκε μέ σα στη διαμάχη μεταξύ των υπερμάχων των συγκεντρωτι κών μεταρρυθμίσεων γαλλικού τύπου και του εθιμικού φε ντεραλισμού της Ολλανδίας. Από το 1798 έως το 1805, μια τετράδα πραξικοπημάτων στηριγμένων στις παρατάξεις -που δεν συνοδεύονταν από εκτεταμένη λαϊκή κινητοποίη-
Ε Π ΙΝ Ο Η Μ Α Τ Α ΤΟΥ Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Ο Υ Κ ΙΝ Η Μ Α ΤΟ Σ
οη- επέφερε τις βασικές πολιτικές αλλαγές. Η δημοκρατία παραχώρησε τη θέση της στο εξαρτώμενο από τη Γαλλία βασίλειο της Ολλανδίας (1806) και ακολούθησε η απευθείας ενσωμάτωση της στη Γαλλία (1810-13). Ο μεταναπολεόντειος συμβιβασμός δημιούργησε ένα δυαδικό βασίλειο που μέχρι το 1839 περιλάμβανε ονομα στικά τόσο την Ολλανδία όσο και το μετέπειτα Βέλγιο. Με τά τη γαλλική κατοχή, το ολλανδικό κράτος υιοθέτησε μια πολύ πιο συγκεντρωτική διοικητική δομή σε σχέση με αυτή που επικρατούσε κατά την ακμή των αυτόνομων διοικητι κών περιφερειών. Με τη Δημοκρατία της Βαταβίας του 1795, οι επιτροπές, οι πολιτοφυλακές και οι πατριώτες επέ στρεψαν προσωρινά στην εξουσία, μόνο και μόνο για να ενσωματωθούν γρήγορα στον νέο τύπο καθεστώτος, με τους Γάλλους επιβλέποντες από κοντά πάντοτε. Αναγνωρί σιμα κοινωνικά κινήματα εμφανίστηκαν στην Ολλανδία μόνο μετά την πτώση του Ναπολέοντα. Έτσι, η αντεπανά σταση, η αντίδραση και η κατάκτηση εξάλειψαν άλλον έναν πιθανό υποψήφιο για τη θέση του επινοητή του κοι νωνικού κινήματος. Η Μεγάλη Βρετανία λοιπόν διατηρεί την πρωτιά, μαζί με τις αμερικανικές αποικίες της.
ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΩΝ
Έ χοντας κάνει μια κάπως αξιόπιστη ιστορική αναδρομή, μπορούμε τώρα να επανεξετάσουμε τα συστηματοποιημέ να επιχειρήματα του παρόντος βιβλίου για να δούμε πού μας οδηγούν: Από τα αρχικά τους στάδια τον 18ο αιώνα και εφεξής, τα κοινωνικά κινήματα δεν προχώρησαν ως μοναχικές
91
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
παραστάσεις αλλά ως όιαόραστικές εκστρατείες. Η ιστορία της Βρετανίας και η ιστορία της Αμερικής, τις οποίες εξε τάσαμε μέχρι τώρα, δεν αφήνουν πολλές αμφιβολίες ότι τα κοινωνικά κινήματα προέκυψαν μετά από αγώνες στους οποίους εμπλέκονταν πολλά μέρη, με κάθε εκστρατεία να επικεντρώνεται στις επαναλαμβανόμενες προσπάθειες ενός μεταβαλλόμενου συνασπισμού για την επίτευξη ενός σχετικά καλά προσδιορισμένου συνόλου πολιτικών αλλα γών. Στα πρώιμα τουλάχιστον στάδια των κοινωνικών κι νημάτων, οι συνασπισμοί ανάμεσα στις πολιτικές προσωπι κότητες της ελίτ (οι οποίοι απολάμβαναν ένα βαθμό προ στασίας για τις διεκδικήσεις τους) και σε σχετικά οργανω μένα τμήματα των εργατικών τάξεων (τα οποία διέθεταν τη μαζικότητα, τις εσωτερικές διασυνδέσεις και τα πλεονε κτήματα της εντοπιότητας) έπαιξαν έναν σημαντικό ρόλο. Τα κοινωνικά κινήματα συνδυάζουν τρία είδη διεκδική σεων: πρόγραμμα, ταυτότητα και υπόσταση. Οι αγώνες που παρακολουθήσαμε παρουσίαζαν πάντοτε προγράμμα τα κοινωνικής αλλαγής, περιλάμβαναν όμως και την αξίω ση οι υπέρμαχοι αυτών των προγραμμάτων να απολαμβά νουν τη δυνατότητα αυτόνομης και αποτελεσματικής δρά σης και οι συμμετέχοντες να έχουν την πολιτική υπόσταση να μιλούν δημόσια για τα ζητήματα που ανέκυπταν. (Ώς τώρα δεν έχουμε αντιμετωπίσει αξιώσεις να αποκλείονται άλλοι από το δικαίωμα κατοχής πολιτικής υπόστασης, θα το δούμε όμως και αυτό στα επόμενα κεφάλαια.) Στη μετά βαση από τον 18ο αιώνα στον 19ο, βλέπουμε να αναδύεται ένας ανθεκτικός συνδυασμός των τριών τύπων διεκδικήσεων σε δημόσιες συγκεντρώσεις, εκστρατείες, διακηρύξεις, δη λώσεις και σε κοινά σύμβολα που υιοθετούν τα μέλη. Η σχετική υπεροχή των διεκδικήσεων προγράμματος,
Ε Π ΙΝ Ο Η Μ Α Τ Α Τ Ο Υ Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Ο Υ Κ ΙΝ Η Μ Α ΤΟ Σ
ταυτότητας και υπόστασης ποικίλλει ανάλογα με τα κοινω νικά κινήματα, τους διεκδικητές και τις φάσεις του κινήμα τος. Δεν έχουμε διεξέλθει ακόμη όλη την ποικιλομορφία των κοινωνικών κινημάτων για να εμπεδώσουμε οριστικά αυτό το επιχείρημα. Είδαμε όμως με μια πρώτη ματιά ότι υπάρχει συσχέτιση μεταξύ 1) της προώθησης της κοινωνι κής πρόνοιας ή των κοινοβουλευτικών μεταρρυθμίσεων από τα βρετανικά εργατικά κινήματα μετά τους Ναπολεό ντειους Πολέμους, 2) της γενικής διαπίστωσης ότι οι οργα νωμένοι εργάτες αποτελούν μια αξιοθαύμαστη και αποτε λεσματική δύναμη, και 3) της δυσφορίας για την αδικαιο λόγητα περιθωριακή θέση τους μέσα στο καθεστώς. Ο εκδημοκρατισμός ευνοεί το σχηματισμό κοινωνικών κινημάτων. Αυτό το τμήμα της ανάλυσης μόλις αρχίζει. Επιπλέον, οι αμερικανικές και οι βρετανικές εμπειρίες, καθώς και τα ματαιωμένα πειράματα της Γαλλίας και της Ολλανδίας, καθιέρωσαν μια αληθοφανή αντιστοιχία μετα ξύ εκδημοκρατισμού και πολλαπλασιασμού των κοινωνι κών κινημάτων. Αυτές οι ιστορικές καταγραφές αναγνωρί ζουν επιπλέον σημαντικές συνδέσεις της λειτουργίας των κοινωνικών κινημάτων με την ενίσχυση του ρόλου του κοι νοβουλίου στη δημόσια πολιτική και με την επικράτηση του συστήματος των διαδοχικών ανταγωνιστικών εκλογών. Η ανάπτυξη όμως των άριστων ερμηνειών των αιτιακών συν δέσεων και προς τις δύο κατευθύνσεις παραμένει ένα ζη τούμενο. Τα κοινωνικά κινήματα διεκδικούν τη λαϊκή κυριαρχία. Και τα τέσσερα συστατικά που τονίζουμε συνυφαίνονται με τη διεκδίκηση της λαϊκής κυριαρχίας. Δείχνουν επίσης πώς αυτές οι διεκδικήσεις εγείρουν έντονα πολιτικά ζητή ματα: ποιος έχει το δικαίωμα να μιλάει εξ ονόματος του
93
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
94
λαού; Το δικαίωμα του λόγου περιλαμβάνει το δικαίωμα να στρέφεται κανείς ενάντια στο καθεστώς; Πότε το συμ φέρον της δημόσιας τάξης υπερισχύει του δικαιώματος αυ τού; Πολύ περισσότερο από τα εθιμικά αντίποινα, τις λαϊ κές ανταρσίες ή ακόμη και τις ανταγωνιστικές εκλογές, τα κοινωνικά κινήματα τοποθέτησαν αυτά τα ζητήματα των δικαιωμάτων στο κέντρο της λαϊκής πολιτικής. Με τη δυσα νεξία που επέδειξαν συχνά απέναντι στη νέα σύνθεση των εκστρατειών, των ρεπερτορίων και των επιδείξεων ΑΕΠΔ, οι βρετανικές και οι αμερικανικές αρχές δικαίωσαν από μόνες τους τον ισχυρισμό ότι οι κριτικοί τους μιλούν αυθε ντικά εκ μέρους του λαού και όχι αυτές. Σε σύγκριση με τις τοπικά κατεστημένες μορφές λαϊκής πολιτικής, τα κοινοτικά κινήματα εξαρτώνται έντονα από τους πολιτικούς επιχειρηματίες για την κλίμακα, την ανθεκτικότητα και την αποτελεσματικότητά τους. Ο εξευτελισμός κάποιου με τη Rough Music ή η εκδίωξή του από την πόλη «καροτσάδα» είναι πράγματα που μπορεί να ξεκινή σουν με αφορμή μια τυχαία συνάντηση ντόπιων νεαρών στη γωνιά του δρόμου. Αντίθετα, το κίνημα κατάργησης της δουλείας δεν θα μπορούσε να φτάσει πουθενά χωρίς τους θρησκευτικούς λειτουργούς, τους ηγέτες των εκκλη σιασμάτων, και τους νομικούς που θα διατηρούσαν το θέ μα στον τύπο, θα συγκροτούσαν σχέσεις μεταξύ τοπικών ομάδων ακτιβιστών, θα οργάνωναν δημόσιες συγκεντρώ σεις και εκστρατείες συλλογής υπογραφών, και θα εμπλού τιζαν τις εκλογικές εκστρατείες με το αίτημα της κατάργη σης της δουλείας. Τη δεκαετία του 1760, ο Τζον Γουίλκς του Λονδίνου και οι υπαρχηγοί του (καθώς και ο Σάμιουελ Άνταμς της Βοστόνης και οι συνομόσπονδοίτου) πρωτοπόρησαν στα βασικά στοιχεία των κοινωνικών κινημάτων
Ε Π ΙΝ Ο Η Μ Α Τ Α Τ Ο Υ Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Ο Υ Κ ΙΝ Η Μ Α ΤΟ Σ
διεκδίκησης. Τους έλειπε όμως ακόμη η γνώση των εκ στρατειών, των παραστάσεων και των επιδείξεων α ε π δ , οι οποίες, για τους Βρετανούς (και τους Αμερικανούς) πολί τικους επιχειρηματίες, ήταν πια κοινός τόπος πενήντα ή εξήντα χρόνια αργότερα. Από τη στιγμή που τα κοινωνικά κινήματα εγκαθίστα νται σε ένα πολιτικό πλαίσιο, η προτυποποίηση, η επικοι νωνία και η συνεργασία διευκολύνουν την υιοθέτησή τους και σε άλλα συνδεόμενα πλαίσια. Έχουμε τονίσει ήδη τη γενίκευση των στρατηγικών των κοινωνικών κινημάτων σε διάφορους τομείς στη Βόρεια Αμερική και ειδικά στις Βρε τανικές Νήσους. Έχουμε δει επίσης ορισμένους προδρό μους της διεθνούς συμβολής και συνεργασίας στην Αμερι κή, στη Βρετανία, στην Ολλανδία και τη Γαλλία. Τα κοινω νικά κινήματα των χωρών αυτών δανείστηκαν καινοτομίες το ένα από το άλλο. Το κίνημα κατά της δουλείας ιδιαίτερα έγινε σύντομα ένα διεθνές εγχείρημα. Όμως ο 19ος αιώ νας θα έφερνε πολύ πιο εκτεταμένη διεθνή συμβολή των κοινωνικών κινημάτων, για παράδειγμα στην υποστήριξη που παρείχαν στους αντιβρετανούς ακτιβιστές οι μετανά στες και συμπαθούντες στην Αγγλία και την Αμερική (Hanagan, 1998). Οι μορφές, το προσωπικό και οι διεκδικήσεις των κοι νωνικών κινημάτων ποικίλλουν και εξελίσσονται ιστορικά. Αυτό είναι ίσως το κύριο συμπέρασμα που προκύπτει από την προκαταρκτική εξέταση που κάναμε για τις ιστορίες της Αγγλίας και της Αμερικής. Ό,τι άλλο βλέπουμε στους αγώνες μεταξύ 1765 και της δεκαετίας του 1830, χαρακτη ρίζεται σίγουρα από σημαντικές διακυμάνσεις και συνεχή εξέλιξη. Όπως θα δούμε αναλυτικά παρακάτω, η διατύπω ση διεκδικήσεων με τη μορφή του κοινωνικού κινήματος
95
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
είχε τις ρίζες της στις αμφισβητήσεις των εθνικών αρχών, αλλά γρήγορα χρησιμοποιήθηκε όχι μόνο για την έκφραση υποστήριξης προς τις αρχές αυτές, αλλά και για διεκδική σεις από άλλες αρχές όπως οι τοπικές ελίτ, οι θρησκευτικοί ηγέτες και οι καπιταλιστές. Έχουμε να κάνουμε με ένα πο λιτικό φαινόμενο βαθιά ριζωμένο στις περιφερειακές και τις εθνικές ιστορίες. Το κοινωνικό κίνημα ως επινοημένος θεσμός θα μπο ρούσε να εξαφανιστεί ή να μεταλλαχθεί σε μια διαφορετική μορφή πολιτικής. Η διαπίστωση αυτή προκύπτει ως συνε παγωγή από τα παραπάνω επιχειρήματα. Μπορούμε ακό μη να επεκτείνουμε τις παρατηρήσεις μας για τις ανατρο πές στην Ολλανδία και τη Γαλλία, σε μια μαρτυρία του ότι τα στοιχεία των κοινωνικών κινημάτων δεν είναι απαραιτήτως μόνιμα και ότι αποδεικνύονται, πράγματι, ευάλωτα στην κυβερνητική καταστολή. Όπως θα δούμε παρακάτω, η σημερινή ανάπτυξη των διεθνών σχέσεων μεταξύ των ακτιβιστών μπορεί να δημιουργεί νέες μορφές πολιτικής επικοινωνίας και δράσης από κάτω προς τα πάνω, οι οποίες αμυδρά μόλις θυμίζουν εκείνες που παρακολουθήσαμε κατά τον πρώτο αιώνα των κοινωνικών κινημάτων. Χρεια ζόμαστε πάντως πολύ περισσότερη ανάλυση προτού απο φασίσουμε ποιες είναι οι κρίσιμες συνθήκες και ποιες οι μοιραίες για την επιβίωση των κοινωνικών κινημάτων. Η έρευνα του 19ου αιώνα στο επόμενο κεφάλαιο θα βοηθή σει αυτό τον προβληματισμό.
96
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΕΣ ΤΟΥ 19ου ΑΙΩΝΑ
στη Λιόν νέα για άλλη μια γαλλική επανάσταση που άρχισε στο Παρίσι την προηγούμενη μέρα. Αρκετές εκατοντάδες υφαντές έκαναν πορεία από τη συνοικία των μεταξουργείων Κρουά-Ρους στο κέντρο της πόλης. Τραγουδώντας τη «Μασσαλιώτιδα», πορεύτηκαν κατά μήκος του Ροδανού ποταμού, κατόπιν διέσχισαν το κεντρικό νησί της πόλης προς την Πλατεία ντε Τερό και το δημαρχείο της Λιόν. Κατακυριευμένοι από το πλήθος, οι τοπικοί στρατιωτικοί ζή τησαν από τον προσωρινό δήμαρχο να κηρύξει τη Δημο κρατία από το μπαλκόνι του δημαρχείου. Μόλις έγινε αυτό, μέλη του συγκεντρωμένου πλήθους εισήλθαν στην αίθουσα και εξέλεξαν μια εκτελεστική επιτροπή αποτελούμενη από υφαντές και μια μειονότητα αστών δημοκρατικών. Στη διάρκεια της προηγούμενης ιουλιανής μοναρχίας (183048), λίγες ήταν οι ευκαιρίες που έχασαν οι μεταξουργοί για να κάνουν επίδειξη της δύναμής τους με πορείες σε κηδείες και δημόσιες γιορτές. Έκαναν πορείες και στις εξεγέρσεις του 1831 και του 1834. Όμως πέρα από τις περιόδους κρί σεων και τις εγκεκριμένες δημόσιες συγκεντρώσεις, είχαν αποφύγει ώς τότε εκδηλώσεις σαν την παρέλαση που ξεκί νησαν από μόνοι τους το Φεβρουάριο του 1848, μόνο και
Σ
ΊΊΣ 25 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1848 έφτασαν
97
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
μόνο επειδή οι βασιλικοί αξιωματούχοι μπορούσαν να θε ωρήσουν το ίδιο το γεγονός της οργανωμένης συνέλευσής τους ως ένδειξη ότι παραβίαζαν φανερά τη νομική απαγό ρευση των εργατικοδν συνασπισμών. Με την εγκατάσταση του επαναστατικού καθεστοότος συγκροτήθηκαν λαϊκές πολιτοφυλακές από τις οργανώσεις των εργατών και των επαναστατών που είχαν κρυφτεί στις πολιτικές σκιές της Λιόν. Οι πολιτικές ενώσεις πολλαπλασιάζονταν ραγδαία, ορισμένες μάλιστα ήταν απλώς παρά νομοι πυρήνες ή άτυπες λέσχες συμποτών που μετασχημα τίζονταν σε νομικά πρόσωπα. Συχνά οργάνωναν πατριωτι κές εκδηλώσεις, οι οποίες περιλάμβαναν το φύτεμα Δέ ντρων της Ελευθερίας. Παρά τις προσπάθειες μιας ολοένα και πιο συντηρητικής εθνικής κυβέρνησης να περιορίσει τους ριζοσπάστες της Λιόν, οι πολιτοφυλακές και οι λέσχες συγκεντρώνονταν και έκαναν επανειλημμένα πορείες στους δρόμους της πόλης στην περίοδο μεταξύ της Φεβρουαριανής Επανάστασης του 1848 και του πραξικοπήματος του Λουδοβίκου Βοναπάρτη το Δεκέμβριο του 1851. Στο τεύχος της 14ης Μαρτίου 1848, για παράδειγμα, η αριστερή εφημερίδα της Λιόν Tribune du Peuple ανέφερε τα εξής:
98
Με τέσσερις άνδρες να μεταφέρουν το Σκούφο της Ελευθε ρίας, ένα πολυάριθμο τσούρμο πολιτών διέσχισε την πόλη στις 12. Ακολουθώντας το ιερό έμβλημα της απελευθέρωσής μας, η πομπή βάδισε σε δύο φάλαγγες. Κάπου στη μέση, ένα εξίσου σημαντικό έμβλημα τράβηξε την προσοχή. Επρόκειτο για έναν άνδρα δεμένο με χοντρά σχοινιά που τα κρατούσαν πολί τες, οι οποίοι σχημάτιζαν ένα τετράγωνο γύρω του. Κουβα λούσε μια άθλια ξεβαμμένη σημαία πιασμένη με μαύρο κρεπ· ήταν η άσπρη σημαία, που κρεμόταν χαλαρά στο σχεδόν ορι ζόντιο κοντάρι της, μια αναπαράσταση της νεκρώσιμης ακο-
Π Ε Ρ ΙΠ Ε Τ Ε ΙΕ Σ Τ Ο Υ 19ου Α ΙΩ Ν Α
λαυθίας ενός άθλιου εγκληματία που έφευγε για τον αγύριστο, προς γενική ικανοποίηση. (Robert, 1996:86)
Ο κόκκινος σκούφος συμβόλιζε την επανάσταση, η λευκή σημαία τη νομιμοποίηση που διεκδικούσε ο παλιότερος κλάδος των Βουρβόνων (που είχε πάρει την εξουσία μετά την ήττα του Ναπολέοντα αλλά την ξαναέχασε με την επα νάσταση του 1830) για να κυβερνήσει τη Γαλλία. Στη διάρ κεια των δύο εβδομάδων της παρισινής επανάστασης, οι πολίτες της Λιόν οργάνωναν τακτικά διαδηλώσεις στους δρόμους ή τις παρακολουθούσαν. Πέρα από τα αναγνωρι σμένα εθνικά σύμβολα που χρησιμοποιούσαν στον αγώνα τσυς, οι διαδηλωτές προέβαιναν και σε επιδείξεις αξιοσύ νης, ενότητας, πολυάριθμου και δέσμευσης. Καθιέρωσαν, επομένως, η Λιόν και η Γαλλία το κοινωνι κό κίνημα ως σύνηθες μέσο λαϊκής πολιτικής από το Μάρτιο του 1848; Το ερώτημα αποδεικνύεται ενδιαφέρον αλλά και αμφιλεγόμενο. Πρέπει να εξετάσουμε προσεκτικά τα συμ βάντα του 1848 για να προσδιορίσουμε το κατά πόσο ο συν δυασμός εκστρατείας, ρεπερτορίου και επιδείξεων α ε π δ είχε καταστεί χρήσιμος για ένα ευρύ φάσμα διεκδικητών. Η καλύτερη απάντηση είναι: ναι, αλλά προσωρινά μόνο. Μιλώντας συγκεκριμένα, για τη διαδήλωση μάλλον πα ρά για τον συνολικό μηχανισμό των κοινωνικών κινημά των, ο Βενσάν Ρομπέρ (Vincent Robert), ιστορικός της Λιόν, ισχυρίζεται ότι ο καταιγισμός των διαδηλώσεων της Δεύτερης Δημοκρατίας (1848-51) δεν τις κατέστησε πραγ ματικά χρήσιμες ως μορφή πιεστικών συλλογικών διεκδι κήσεων μέχρις ότου οι μεγάλες πρωτομαγιάτικες κινητο ποιήσεις της δεκαετίας του 1890 τις έκαναν υπολογίσιμες. (Σημείωση: η λέξη εκδήλωση, που χρησιμοποιεί ο Ρομπέρ και τη μεταφράζω ως «διαδήλωση», στην πραγματικότητα
99
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
ΐοο
δεν αντικατέστησε λέξεις όπως cortege, defile, demonstra tion και rassemblement στη γαλλική καθομιλουμένη παρά μό νο μετά τον Β' Παγκόσμιο πόλεμο [Pigenet και Tartakowsky, 2003:84].) Οι ίδιες οι Αρχές δεν αναγνώριζαν δημόσια τις διαδηλώσεις ως έγκυρες μορφές πολιτικής δράσης, σύμ φωνα με τον Ρομπέρ, μέχρι τις παραμονές του Α' Παγκο σμίου πολέμου. Από τότε οι αρχές της Λιόν άρχισαν να αναθέτουν στην αστυνομία την προστασία και τη διευθέτη ση της ροής των διαδηλώσεων αντί της διάλυσής τους ως παράνομων συναθροίσεων. Παρ’ όλα αυτά, ο Ρομπέρ αναγνωρίζει πρόδρομες δια δηλώσεις στη Λιόν ήδη από το 1831. Στις 19 Ιανουάριου του ιδίου έτους, 1.400 περίπου εργάτες συγκεντρώθηκαν στην απέναντι από το κέντρο της Λιόν όχθη του Σον ποτα μού και έκαναν πορεία κραυγάζοντας «ψωμί ή δουλειά». Τελικά οι αρχές συνέλαβαν 15 συμμετέχοντες (Rude, 1969: 198-202). Περαιτέρω διαδηλώσεις έγιναν σας 12 Φεβρουά ριου (αυτή τη φορά με τη μαύρη σημαία της εξέγερσης) και στις 25 Οκτωβρίου (περίπου με έξι χιλιάδες συμμετέ χοντες) πριν από την πλήρη εκδήλωση της εξέγερσης που ξεκίνησε με μια μαζική διαδήλωση και κατέλαβε την πόλη από την 21η έως την 24η Νοεμβρίου (Rude 1969:208,316, 357-596). Σε μερική συνεργασία με τους Παριζιάνους εξεγερμένους, οι μεταξουργοί της Λιόν οργάνωσαν μια σημα ντική εξέγερση το 1834. Ώστε, με τους μεταξουργούς της Λιόν τουλάχιστον, οι διαδηλώσεις είχαν καταγράψει ήδη μια σημαντική πολιτική ιστορία πριν από την επανάσταση του 1848. Από το σημείο αυτό και μετά, διαδηλώσεις γίνο νταν πιο συχνά σε καιρούς χαλαρωμένης καταστολής ή εκ δημοκρατισμού, υποχωρώντας όμως μόλις εντεινόταν η κυβερνητική καταστολή.
Π Ε Ρ ΙΠ Ε Τ Ε ΙΕ Σ ΤΟ Υ 19ου Α ΙΩ Ν Α
Τουλάχιστον οχτώ διαδηλώσεις διέσχισαν τη Λιόν τον πρώτο μήνα της επανάστασης του 1848. Τους μήνες Μάρ τιο και Απρίλιο, η Κεντρική Δημοκρατική Λέσχη οργάνω σε σημαντικές διαδηλώσεις υπέρ της ριζοσπαστικής δημο κρατίας (Robert, 1996: 94-100). Σύντομα, στη Λιόν διαδή λωναν ομάδες γυναικών, πολιτικές λέσχες, βετεράνοι των ναπολεόντειων στρατευμάτων, μαθητές σχολείων, εργάτες των εθνικών εργαστηρίων που δημιουργήθηκαν για την καταπολέμηση της ανεργίας και απεργοί που είχαν πραγ ματικά δουλειά. Οι περισσότεροι διαδήλωναν σε ένδειξη αλληλεγγύης προς το νέο καθεστώς αλλά και για προβολή ιδιαίτερων αιτημάτων. Διατύπωναν διεκδικήσεις προ γράμματος, ταυτότητας και υπόστασης, διακηρύσσοντας ότι οι ίδιοι και εκείνοι τους οποίους εκπροσωπούσαν είχαν δικαίωμα δημόσιας γνώμης. Σύντομα όμως, οι λαϊκές πορείες και συγκεντρώσεις στους δρόμους σταμάτησαν υπό το βάρος της καταστολής. Οι διαδηλώσεις έκαψαν για δεκαπέντε χρόνια περίπου. Τα τελευταία χρόνια της Δεύτερης Αυτοκρατορίας του Λουδοβίκου Βοναπάρτη, εποχή ραγδαίας εκβιομηχάνισης στη Γαλλία, το καθεστώς άρχισε να χαλαρώνει ορισμένους από τους ελέγχους του πάνω στις οργανώσεις και τις ενέρ γειες των εργατών. Το 1864, η αυτοκρατορία χορήγησε ένα περιορισμένο δικαίωμα στην απεργία. Το 1868, νομιμοποιή θηκαν οι εργάτες να οργανώνουν δημόσιες συγκεντρώσεις χωρίς προηγούμενη έγκριση από την κυβέρνηση. Αργότε ρα, μέσα στον ίδιο χρόνο, επιτράπηκε με αυτοκρατορικό διάταγμα η οργάνωση συνδικάτων, με την προϋπόθεση να εγκρίνεται το καταστατικό τους από τις Αρχές, να κατατί θενται σ’ αυτές τα πρακτικά των συνελεύσεών τους και να επιτρέπεται στους αστυνομικούς να παρευρίσκονται και να παρακολουθούν.
101
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
Μέσα crto κλίμα αυτό της μερικής νομιμότητας, ξανάρχι σαν οι συχνές διαδηλώσεις των εργατών στη Λιόν το 1870, που ήταν το έτος κρίσης της Δεύτερης Αυτοκρατορίας. Ό πως ανέφερε στις 30 Απριλίου, ο αστυνομικός πράκτο ρας που ήταν υπεύθυνος για το σταθμό Ζαρντέν ντε Πλαντ: Χθες το βράδυ μια ομάδα 200 περίπου εργατών ήρθε από τη συνοικία Κρουά-Ρους στη συνοικία μου, καθοδηγούμενοι από έναν αυτοσχέδιο επικεφαλής πομπής που κράδαινε μια βαρελοσανίδα προπορευόμενος τεσσάρων ατόμων με πυρ σούς και ενός δεκαεξάχρονου με μια κόκκινη σημαία... Από τα άτομα αυτά, που φαίνονταν να είναι μεταξύ δεκατεσσά ρων ετών και είκοσι πέντε, τα δύο τρίτα κρατούσαν βαρελο σανίδες. Τραγουδούσαν τη «Μασσαλιώτιδα», το τραγούδι των Γιρονδίνων και κατόπιν -στη μελωδία των «Λαμπιόν»τα συνθήματα «Κάτω ο Αυτοκράτορας! Ζητώ η Δημοκρα τία!» Σε κάθε πλευρά του πεζόδρομου, η ομάδα ακολουθού νταν από τριάντα περίπου άτομα μεταξύ τριάντα ετών και σαράντα πέντε που φαίνεται ότι ήταν εργάτες και χρησίμευαν ως προστασία. (Robert, 1996:168-169- το Λαμπιόν (Lampion), δηλαδή πυρσός, προέρχεται από τον τίτλο ενός παλιότερου επαναστατικού τραγουδιού που περιλάμβανε έναν τρίχρονο σκοπό σε μία μόνο νότα.)
102
Από το σημείο αυτό ώς τη νέα επανάσταση της 4ης Σεπτεμ βρίου 1870, στη Λιόν οι Αρχές και οι διαδηλωτές έπαιζαν τη γάτα με το ποντίκι. Μια κόκκινη σημαία της επανάστασης ανέμιζε στο δη μαρχείο της Λιόν από το Σεπτέμβριο ώς την άνοιξη. Η πό λη καθιέρωσε τη δική της εκδοχή μιας ριζοσπαστικής αυτό νομης κομμούνας, την οποία διέλυσαν κτηνωδώς οι κυβερ νητικές δυνάμεις τον Απρίλιο του 1871 (Aminzade, 1993Gaillard, 1971- Greenberg, 1971). Οι διαδηλώσεις επανεμ-
Π Ε Ρ ΙΠ Ε Τ Ε ΙΕ Σ Τ Ο Υ 19ου Α ΙΩ Ν Α
φανίστηκαν στη διάρκεια του νέου επαναστατικού δια λείμματος, με ρυθμό όμως βραδύτερο από εκείνον του 1848. Παρ’ όλα αυτά, από τη στιγμή που οι Αρχές της Τρί της Γαλλικής Δημοκρατίας ανέλαβαντσν πλήρη έλεγχο και για δύο ακόμη δεκαετίες, οι διαδηλώσεις της Λιόν προ σαρμόζονταν και εντάσσονταν συνήθως στο πλαίσιο άλ λων γεγονότων, όπως αντικληρικές κηδείες, θρησκευτικές τελετές, τοπικοί εορτασμοί της Ημέρας της Βαστίλης, επί σημες τελετές, αποστολές αντιπροσώπων στις δημοτικές και τις κρατικές Αρχές. Η νομιμοποίηση των συνδικάτων (1884) δεν άλλαξε ριζικά την κατάσταση. Μόνο με την επέ κταση των εθελοντικών ενώσεων προς το τέλος της δεκαε τίας του 1880 οι διαδηλώσεις απέκτησαν ξανά δεσπόζουσα θέση στη δημόσια ζωή της Λιόν. Ό πως και σε άλλα μέρη της Γαλλίας (Tilly, 1986:313319), η Πρωτομαγιά του 1890 εγκαινίασε μια μεγάλη σειρά ετήσιων διαδηλώσεων εργατών στη Λιόν. Δεκαπέντε περί που χιλιάδες εργάτες απήργησαν σ’ αυτή την πρώτη μεγάλη διεθνή επίδειξη εργατικής αλληλεγγύης (Robert, 1996: 270). Τις επόμενες δύο δεκαετίες, πολλές ακόμη ομάδες πέ ρα από τους εργάτες διαδήλωσαν στη Λιόν: καθολικοί, αντικαθολικοί, αντισημίτες και πολλοί άλλοι, ολοένα και με περισσότερο ρυθμό και συντονισμό με εθνικά κοινωνικά κινήματα. Ό πως το θέτει ο Ρομπέρ, ώς τον Λ' Παγκόσμιο πόλεμο: η διαδήλωση είχε γίνει μια συνήθης μορφή πολιτικής δράσης στις πόλεις και σημαντικό στοιχείο της πολιτικής ζωής εν γένει. Ακόμη και αν η οργάνωση μιας πορείας απαιτούσε επί σημη άδεια, οι Αρχές γνώριζαν ότι θα ήταν πιο επικίνδυνη η απαγόρευση από την έγκριση και ότι, εκτός απροόπτου, όλα θα γίνονταν ειρηνικά. (Robert, 1996:373)
103
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
Τα συμπεράσματα του Ρομπέρ για τη χρονολόγηση των αλ λαγών των ρεπερτορίων στη Γαλλία δείχνουν να θέτουν υπό αμφισβήτηση τα αντίστοιχα δικά μου, στην πραγματικό τητα όμως συμφωνούμε: την εποχή γύρω από την επανά σταση του 1848, πολλές από τις παλιότερες μορφές δημό σιας διεκδίκησης άρχισαν να παρακμάζουν ραγδαία σε όλη τη χώρα, ενώ για ένα προνομιακό έτος (ή περίπου τό σο) η διαδήλωση έγινε συνηθισμένος τρόπος υποστήριξης προγραμμάτων, προβολής ταυτοτήτων και διεκδίκησης πο λιτικής υπόστασης στη Γαλλία. Μετά την επανάσταση του 1848, χρειάστηκε επιπλέον μισός αιώνας εναλλαγής καθεστώτων άλλοτε καταπιεστι κών και άλλοτε σχετικά ανεκτικών για να αποκτήσει η δια δήλωση την ευρέως διαδεδομένη διαθεσιμότητα που δια τήρησε μέχρι τη γερμανική εισβολή του 1940 και επανέκτη σε μετά την Απελευθέρωση του 1944-45 (Duyvendak, 1994· Fillieule, 1997a· Tartakowsky, 1997" Tilly, 2003:207-213). Όμως αυτό αλήθευε επίσης και για άλλα συστατικά στοι χεία των κοινωνικών κινημάτων: τη δημιουργία ενώσεων και συνασπισμών ειδικού σκοπού, τη διοργάνωση δημό σιων συγκεντρώσεων για τη διατύπωση αιτημάτων, τον πολλαπλασιασμό των επιδείξεων α ε π δ και το συνδυασμό τους με άλλα στοιχεία σε δημόσιες εκστρατείες μεγάλης διάρκειας. Με αυτά τα χαρακτηριστικά, μπορούμε να χρο νολογήσουμε την καθιέρωση των κοινωνικών κινημάτων στη Γαλλία ως διαθέσιμων και χρήσιμων μορφών λαϊκής πολιτικής στις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα.
104
Π Ε Ρ ΙΠ Ε Τ Ε ΙΕ Σ Τ Ο Υ 19ου Α ΙΩ Ν Α
ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΗΛΩΣΕΙΣ ΣΤΟ ΒΕΛΓΙΟ
Τ ι γίνεται με το γείτονα της Γαλλίας, το Βέλγιο; Η Βελγίδα ιστορικός Ζίτα Ντενέκερε (Gita Deneckere) συνέταξε έναν κατάλογο «συλλογικών δράσεων» στην Αμβέρσα, στις Βριξέλες, στο Γκεντ και τη Λιέγη από το 1831 έως το 1918 από ένα πολύ μεγάλο εύρος αρχείων, επίσημων εκδό σεων, περιοδικών και ιστορικών έργων. Ο κατάλογός της αριθμεί περίπου 440 περιπτώσεις συγκεντρώσεων για δια τύπωση συλλογικών αιτημάτων «στο κοινωνικο-οικονομικό πεδίο σύγκρουσης», το οποίο σημαίνει κυρίως κινητο ποιήσεις εργατών και μαζικές ενέργειες που αφορούν την εργασία (Deneckere, 1997:10). Όμως οι εξιστορήσεις της Ντενέκερε εκτείνονται στην πραγματικότητα πέραν των ορίων του ορισμού μας, καθώς περιλαμβάνουν γεγονότα όπως η πατριωτική αντίσταση στη δημιουργία ενός Μεγά λου Δουκάτου του Λουξεμβούργου ως τμήματος της διευ θέτησης της ανεξαρτησίας του Βελγίου το 1838-39 (De neckere, 1997:66-68). Το επιλεκτικό κριτήριο της Ντενέκερε αφήνει επίσης απέξω την εκτεταμένη βία που εκδηλώθηκε με το χωρισμό της Εκκλησίας από το ολλανδικό κράτος, όπως και την τα ραγμένη συμβίωση βορρά και νότου που κατέρρεε. Παρα λείπει επίσης τις συγκρούσεις στις σχέσεις Εκκλησίας και κράτους μεταξύ 1879 και 1884. Ο έντονος ανταγωνισμός μεταξύ οργανωμένων γαλλόφωνων και ολλανδόφωνων για τα γλωσσικά δικαιώματα και για την πολιτική εξουσία εμ φανίζεται ελάχιστα στο χρονολόγιο συλλογικών δράσεων της Ντενέκερε (Carter, 2003· Zolberg, 1978). Στο πλαίσιο του επιλεγμένου πεδίου της Ντενέκερε, παρ’ όλα αυτά, τα
105
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
αποδεικτικά στοιχεία της δείχνουν μια μεγάλη αύξηση στις παραστάσεις που συνδέονται με το ρεπερτόριο των κοινωνικών κινημάτων. Τα στοιχεία αυτά αποκαλύπτουν σημαντικές μεταβολές στις μορφές σύγκρουσης μεταξύ 1830 και 1900 στο Βέλγιο. Πριν από τις η μιεπαναστατικές κινητοποιήσεις του 184748, τα συγκρουσιακό γεγονότα της Ντενέκερε περιλαμβά νουν εργατικές συγκεντρώσεις και πορείες για την προβο λή αιτημάτων, επιθέσεις κατά των εμπόρων που πωλούσαν τρόφιμα σε υψηλές τιμές, και τις στάσεις εργασίας σε συ ντεχνιακά εργαστήρια. Στις αρχές του 19ου αιώνα, ήταν ελάχιστες οι περιπτώσεις που οι εργάτες έσμιξαν με τους φλογερούς διαδηλωτές. Όπως το θέτει η Ντενέκερε: Η προοπτική ενός νέου ρεπερτορίου συλλογικής δράσης δεν ήταν προσφιλής στους εργάτες πριν από το 1848. Οι συντονι σμένες προσπάθειες των ριζοσπαστών δημοκρατών να δημι ουργήσουν ένα κίνημα εργατών που να ταιριάζει με τη δομή του νέου βελγικού κράτους δεν είχαν αποτέλεσμα. Η ανταπό κριση των εργατών υπήρξε ελάχιστη έως μηδενική. Οι αυθε ντικοί εργατικοί ηγέτες δεν ήρθαν πουθενά σε ρήξη με τα πα ραδοσιακά πρότυπά τους. (Deneckere, 1997:68)
106
Οι κινητοποιήσεις των εργατών έπαιρναν συχνά τη μορφή των συναθροίσεων: όπου ένας μικρός αριθμός δραστήριων εργατοόν από κάποια συντεχνία πήγαιναν από το ένα εργα στήριο στο άλλο παρακινώντας τους συντεχνίτες τους να αφήσουν τη δουλειά και να ενωθούν με το διογκούμενο πλήθος. Όταν ο γύρος τελείωνε, οι συγκεντρωμένοι συνέρ χονταν σε ένα ασφαλές μέρος, συνήθως κάποια ανοιχτωσιά στην άκρη της πόλης, εξέθεταν δημοσίως τα παράπονά τους, διατύπωναν αιτήματα και τα παρουσίαζαν στους
Π Ε Ρ ΙΠ Ε Τ Ε ΙΕ Σ Τ Ο Υ 19ου Α ΙΩ Ν Α
αρχιτεχνίτες της συντεχνίας (συχνά με συναντήσεις αντι προσωπειών από κάθε πλευρά), απέχοντας από την εργα σία μέχρις ότου οι αρχιτεχνίτες ανταποκριθούν ικανοποιη τικά ή τους εξαναγκάσουν να επιστρέφουν στις θέσεις τους. Πριν από το 1848 λοιπόν, ένα ελάχιστο μόνο μέρος του ρε περτορίου των κοινωνικών κινημάτων είναι σε χρήση. Πίνακας 3.1 Συγκεντρώσεις, διαδηλώσεις και εκστρατείες αιτήσεων στο Βέλγιο, 1831-1900 Δεκαετία 1831-1840 1841-1850 1851-1860 1861-1870 1871-1880 1881-1890 1891-1900
Συγκεντρώσεις
Διαδηλώσεις
Εκστρατείες αιτήσεων
4 0 2 1 1 0 2
2 1 0 3 11 59 57
7 3 0 0 0 0 0
Συντάχθηκε απάτην Deneckere, 1997:403-411.
Αμέσως μετά το ξέσπασμα της επανάστασης του 1848 στη Γαλλία, οι Βέλγοι ρεπουμπλικανοί και ριζοσπάστες έκα ναν έκκληση για μια αδελφή επανάσταση στην ίδια τους τη χώρα. Η κυβέρνηση αντέδρασε γρήγορα με μέτρα μεταξύ των οποίων ήταν και η εκδίωξη του Καρλ Μαρξ από τη χώ ρα στις 4 Μαρτίου. Ώ ς την εσπευσμένη έξοδο του Καρλ Μαρξ, η ελεγχόμενη από τους φιλελεύθερους βελγική κυ βέρνηση είχε πάρει ήδη μέτρα για τη ματαίωση της επανα στατικής κινητοποίησης στο Βέλγιο. Το κυριότερο από αυ τά ήταν η μείωση των οικονομικών προϋποθέσεων για το
107
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
108
δικαίωμα ψήφου και το δικαίωμα κατοχής αξιώματος, το οποίο διπλάσιασε το βελγικό εκλογικό σώμα. Η διάσταση μεταξύ γαλλόφωνων και ολλανδόφωνων λειτούργησε προς όφελος της κυβέρνησης, αφού οι ρεπουμπλικανοί και οι υποστηρικτές του γαλλικού προτύπου προέρχονταν σε δυ σανάλογα μεγάλο ποσοστό από τους γαλλόφωνους, γεγο νός που ενέτεινε την επιφυλακτικότητα της φλαμανδικής πλευράς απέναντι στα δημοκρατικά προγράμματα, λόγω της ύπαρξης σχεδίων ενσωμάτωσης του Βελγίου στη Γαλ λία (Dumont, 2002, κεφ. 3). Από τις πολιτικές μεταρρυθμίσεις του 1848 και μέχρι τη δεκαετία του 1890, ο χαρακτήρας των βελγικών συγκρού σεων, όπως καταγράφονται στον κατάλογο της Ντενέκερε, τροποποιήθηκε σημαντικά. Παραδείγματος χάρη, οι συ ντεχνιακές απεργίες εξαφανίστηκαν καθώς οι διαδηλώ σεις και οι απεργίες σε μεγάλες επιχειρήσεις έγιναν πάρα πολύ πιο συχνές και εμφανείς. Στη δεκαετία του 1890, οι περιφερειακά και οι εθνικά συντονισμένες γενικές απερ γίες αναδείχτηκαν σε βασικές μορφές συγκρουσιακής δράσης. Ο κατάλογος της Ντενέκερε αποκαλύπτει επίσης μια σημαντική μεταστροφή τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα προς τη διαδήλωση ως χώρο δημόσιας διατύ πωσης διεκδικήσεων. Κάποιοι χοντρικοί υπολογισμοί με βάση τα στοιχεία του καταλόγου των βελγικών δημόσιων συγκεντρώσεων, διαδηλώσεων και εκστρατειών με αιτή ματα ανά δεκαετία δείχνουν το μέγεθος της αλλαγής. Ο πί νακας 3.1 παρουσιάζει τους υπολογισμούς. Οι οργανώσεις της εργατικής τάξης βρίσκονταν πίσω από μια μεγάλη σειρά συγκεντρώσεων, διαδηλώσεων και εκστρατειών με αιτήματα. Οι αντιπροσωπείες συλλογής υπογραφών εξαφανίστηκαν γρήγορα ως τρόποι δημόσιας
Π Ε Ρ ΙΠ Ε Τ Ε ΙΕ Σ Τ Ο Υ 19ου Α ΙΩ Ν Α
διατύπωσης διεκδικήσεων υπέρ των αυτόνομα οργανωμέ νων συγκεντρώσεων, και ιδιαίτερα των διαδηλώσεων. (Η μείωση ωστόσο των δημόσιων συγκεντρώσεων είναι εν μέρει φαινομενική: οι βελγικές διαδηλώσεις ξεκινούσαν συ χνά από δημόσιες συγκεντρώσεις -ή περιλαμβάνονταν σε αυτές-, η εν λόγω κατάταξη όμως αποδέχεται το χαρακτη ρισμό μιας συνάθροισης διαζευκτικά ως συγκέντρωσης ή ως διαδήλωσης.) Οι οργανωμένοι εργάτες προωθούσαν βαθμιαία τις διεθνείς τους σχέσεις: καταγράφουμε ως πρώ τη τη Διεθνή Ένωση Εργατών εν δράσει, για παράδειγμα, στη διάρκεια μιας διαδήλωσης στην πόλη Γκενττο 1876. Πολλές από τις κατοπινές διαδηλώσεις γίνονταν στην πορεία της οργάνωσης μιας γενικής απεργίας. Όπως λέει η Ντενέκερε, οι εργατικοί και οι σοσιαλιστές ηγέτες σχέδια ζαν τις γενικές απεργίες να είναι μεγάλες, μορφικά τυπο ποιημένες, συντονισμένες σε πολλές περιοχές, και με στόχο τους εθνικούς κατόχους της εξουσίας. Αντί για ιδιαίτερες τοπικότητες και επαγγέλματα, οι συμμετέχοντες συνήθως αυτοχαρακτηρίζονταν ως σοσιαλιστές ή ως εργάτες γενικά. Οι Βέλγοι εργάτες άρχισαν να διατυπώνουν διεκδικήσεις προγράμματος σε πανεθνική κλίμακα: προγράμματος γενι κά για το σοσιαλισμό, προγράμματος ταυτότητας ως συνε κτικού εργατικού μετώπου και προγράμματος υπόστασης με αιχμή τον αντικανονικό αποκλεισμό τους από την εξου σία. Οι νέες αυτές δράσεις σηματοδότησαν μια σημαντική μεταστροφή στο ρεπερτόριο και παρέχουν αποδεικτικά στοιχεία του ότι τα κοινωνικά κινήματα καθιερώθηκαν από τη βελγική λαϊκή πολιτική μεταξύ 1848 και 1900. Η Ντενέκερε διαπιστώνει ολοένα και πιο στενή αλλη λεξάρτηση μεταξύ λαϊκών διεκδικήσεων και εθνικής πολι τικής. Στη δεκαετία του 1890:
109
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
η σύμπτωση μεταξύ των διαδοχικών σοσιαλιστικών μαζικών κινητοποιήσεων και της σημαντικής κοινοβουλευτικής εξέλι ξης προς την καθολική ψηφοφορία είναι τόσο εκπληκτική που δεν γίνεται να παραβλέψει κανείς την αιτιακή συσχέτιση. Στη βάση δημοσιευμένων και αδημοσίευτων αλληλογραφιών των κυρίαρχων κύκλων μπορεί κανείς να συμπεράνει ότι η γενική απεργία είχε αληθινή επίδραση, σημαντικότερη στην πραγματικότητα απ’ όσο είχαν συνειδητοποιήσει οι ίδιοι οι σοσιαλιστές της εποχής. Οι εκδηλώσεις διαμαρτυρίας των σοσιαλιστών επέσειαν κάθε τόσο εναντίον των κατόχων της εξουσίας την απειλή της επανάστασης κι αυτό οδήγησε στη ραγδαία διεύρυνση της δημοκρατίας. (Deneckere, 1997:384)
110
Έ τ σ ι στο Βέλγιο, όπως και στη Γαλλία, η πολιτική του δρόμου και η πολιτική του Κοινοβουλίου κατέληξαν να αλληλεξαρτώνται. Τα κοινωνικά κινήματα πρόσφεραν ένα σημαντικό τμήμα του συνδετικού ιστού. Κατά συνέπεια, η ιστορία της διαδήλωσης στη Γαλλία και το Βέλγιο ανιχνεύει γενικότερα την καθιέρωση των κοινωνικών κινημάτων στη γαλλική και τη βελγική δημό σια πολιτική. Στη διάρκεια του 19ου αιώνα, αυτό συνέβη σε πολλές εκδημοκρατιζόμενες χώρες της Δύσης καθώς και σε ορισμένες αποικίες. Ξεκινώντας νωρίς, ήδη από τον 18ο αιώνα, η Μεγάλη Βρετανία θεσμοποίησε τις διαδηλώ σεις και άλλες παραστάσεις (του τύπου των κοινωνικών κι νημάτων) πολύ πριν από τη Γαλλία και το Βέλγιο (Prothero, 1997:202-229). Ή δη από τις αρχές του 19ου αιώνα, οι δη μόσιες γιορτές, οι κηδείες και άλλες αποδεκτές συγκε ντρώσεις, που συνέχιζαν να προσελκύουν Γάλλους και Βέλγους πολιτικούς επικριτές και διεκδικητές, είχαν όλο και λιγότερο ενδιαφέρον στην Αγγλία, στον Καναδά και τις ΗΠΑ ως μέσα και αφορμές για διατύπωση διεκδική-
Π Ε Ρ ΙΠ Ε Τ Ε ΙΕ Σ ΤΟ Υ 19ου Α ΙΩ Ν Α
σεων. Οι εκλογές όμως ήταν διαφορετικές: με ένα διευρυνόμενο εκλογικό σώμα και με αυξανόμενα αιτήματα από την πλευρά των στερουμένων του δικαιώματος ψήφου, οι εκλο γικές εκστρατείες και οι κοινοβουλευτικές συνελεύσεις έγιναν ευκαιρία για διατύπωση διεκδικήσεων. Στη Βρετα νία, τα κοινωνικά κινήματα έστιασαν συχνά στα υπό συζή τηση νομοσχέδια για να διατυπώσουν τις διεκδικήσεις τους. Η ανάπτυξη του κοινοβουλευτισμού προωθούσε τα κοινωνικά κινήματα (Tilly, 1997· Tilly και Wood, 2003). Οι διαδηλώσεις απεικονίζουν γλαφυρά τις ιστορικές απαρχές συγκεκριμένων παραστάσεων με τη μορφή των κοινωνικών κινημάτων. Παρά τη μετέπειτα γενίκευση και διάδοσή τους σε μια μεγάλη ποικιλία πλαισίων, θεμάτων και διεκδικητών, η διαμόρφωση των διαδηλώσεων στους τόπους προέλευσής τους είχε ιδιαίτερο χαρακτήρα. Οι αρ χικές συνθήκες στους τόπους αυτούς συνεισέφεραν τρία χαρακτηριστικά στοιχεία στις διαδηλώσεις: πρότυπα αλλη λεπίδρασης, νομικά προηγούμενα για τη διοργάνωση συ γκεντρώσεων και τη συγκρότηση κινημάτων, παραστάσεις των σχέσεων μεταξύ διαδηλωτών και των άλλων πολιτικών παραγόντων (συμπεριλαμβανομένων των αρχών και των άλλων αποδεκτών των διεκδικήσεων). Είδαμε ήδη τη βρε τανική διαδήλωση να αξιοποιεί μορφές, νομικά προηγού μενα και παραστάσεις από αντιπροσωπείες, πορείες με αι τήματα, δημόσιες γιορτές, παρελάσεις τεχνιτών, εκλογικές συγκεντρώσεις και εξουσιοδοτημένες συνελεύσεις. Οι στρατιωτικές παρελάσεις παρείχαν επίσης ορισμένα πρό τυπα. Όπου οι πολιτοφυλακές των πολιτών διατηρούσαν νο μική υπόσταση τον 18ο αιώνα -όπως, για παράδειγμα, στην Ολλανδία αλλά όχι στη Γαλλία-, η ένοπλη παρέλαση
ill
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
112
των πολιτοφυλακών πρόσφερε ένα πρότυπο και ένα (επι κίνδυνο) νομικό προηγούμενο. Σε καθολικές χώρες όπως η Γαλλία και η Ισπανία, οι θρησκευτικές περιφορές έπαιξαν το ρόλο τους προσφέροντας ευκαιρίες για εκδήλωση αι σθημάτων που δεν μπορούσαν εύκολα να περιστείλουν οι αρχές, αλλά και για επιδείξεις ΑΕΠΔ. Στην Ιρλανδία, οι διαδηλώσεις του 19ου αιώνα άντλησαν από έναν, ή παρα πάνω, αιώνα με θρησκευτικές περιφορές, εκδρομές αδελ φοτήτων, γιορτές τεχνιτών και πορείες πολιτοφυλακών. Αυτό το ιστορικό προηγούμενο έριξε μια έντονη σκιά στις ιρλανδικές διαδηλώσεις στον 20ό αιώνα (Bryan, 2000' Kinealy, 2003* Tilly, 2003:111-127). Πράγματι, συγκρινόμενη με την πίσσα και τα πούπουλα και τις 45 προπόσεις, η διαδήλωση του δρόμου έχει την ιδιότητα να διαφοροποιεί ται κατά περίπτωση, πράγμα που διευκολύνει τη διάδοσή της σε μεγάλη ποικιλία κοινωνικών κινημάτων ανά τον κόσμο. Ιδιότητα που ωστόσο δεν την καθιστά ανεξάρτητη από τα εκάστοτε ιστορικά συμφραζόμενα. Το ίδιο ισχύει για τις άλλες παραστάσεις της μορφής του κοινωνικού κινήματος: δημιουργία ενώσεων και συνα σπισμών ειδικού σκοπού, δημόσιες συγκεντρώσεις, επίση μες παρελάσεις, ολονυχτίες, συλλαλητήρια, εκστρατείες συλλογής υπογραφών για κάποιο αίτημα, δηλώσεις στα μέ σα ενημέρωσης και διανομή φυλλαδίων. Ακόμη όμως και αν τελικά συγκρότησαν ένα ενιαίο, ευρέως διαθέσιμο ρε περτόριο που διαχώρισε τα κοινωνικά κινήματα από άλλες μορφές πολιτικής, καθεμιά από αυτές τις παραστάσεις έχει μια δική της ιστορία που αποτυπώνεται στις σημασίες και τις πρακτικές, που θέτει όρια ανάμεσα σε θεμιτές και αθέ μιτες χρήσεις της και επιφέρει εσωτερικές αλλαγές στην ίδια την παράσταση.
Π Ε Ρ ΙΠ Ε Τ Ε ΙΕ Σ ΤΟΥ 19ου Α ΙΩ Ν Α
Ας πάρουμε ένα μικρά αλλά σημαντικά παράδειγμα από τις αναφορές για τις διαδηλώσεις που έχουμε περι γράφει ήδη. Οι πρώιμες διαδηλώσεις της Λιόν που περι γράφει ο Ρομπέρ χρησιμοποίησαν χτυπητά σύμβολα, όπως ο Σκούφος της Ελευθερίας, παρήγαγαν σπουδαίες παρα στάσεις δραματικών πολιτικών γεγονότων, έφτιαξαν θού ριους, αλλά δεν εξέδωσαν παρά ελάχιστο ή καθόλου έντυ πο υλικό. Προς το τέλος του αιώνα, οι Γάλλοι διαδηλωτές συνήθιζαν στις πορείες να κρατάνε ταμπέλες και πανό που είχαν συνθήματα και σηματοδοτούσαν τα τμήματα του πλη θυσμού που εκπροσωπούσαν με λόγια μάλλον παρά με ει κόνες. Η αλλαγή αυτή μαρτυρά τόσο την άνοδο του μορ φωτικού επιπέδου του λαού όσο και τη χαλάρωση των νο μικών περιορισμών του πολιτικού λόγου. Αυτές οι βαθμιαίες μεταβολές του κοινωνικού και πολιτικού πλαισίου επηρέα σαν και τις δραστηριότητες των ενώσεων ειδικού σκοπού, την πρόσβαση στα μέσα ενημέρωσης και το συνολικό φά σμα των παραστάσεων των κοινωνικών κινημάτων.
ΧΑΡΤΙΣΤΕΣ
Για να δούμε πιο καθαρά τι συνέβη αφότου θεσμοποιήθηκαν τα κοινωνικά κινήματα, ας επιστρέφουμε σύντομα στη Μεγάλη Βρετανία -ή, μάλλον, στο Ηνωμένο Βασίλειο-, που ενσωμάτωσε την Ιρλανδία, την Αγγλία, την Ουαλία και τη Σκοτία το 1801. Από τη στιγμή που οι αγώνες της δεκαε τίας του 1820 και των αρχών της δεκαετίας του 1830 έβα λαν σταθερά τα κοινωνικά κινήματα στον πολιτικό χάρτη, το Ηνωμένο Βασίλειο, συμπεριλαμβανομένης της Ιρλαν δίας, έγινε ιδιαίτερα πρόσφορο για την ανάπτυξη κοινωνι-
H3
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
114
κών κινημάτων. Το κίνημα κατά της δουλείας, όπως είδα με, οδήγησε στην κατάργηση της το 1833. Τα κοινωνικά κι νήματα βοήθησαν την απόδοση πολιτικών δικαιωμάτων στους προτεστάντες διαφωνούντες το 1828 και στους καθο λικούς το 1829. Τα επόμενα τρία χρόνια, μια τεράότια κι νητοποίηση με μορφή κοινωνικού κινήματος υπέρ της κοι νοβουλευτικής μεταρρύθμισης κορυφώθηκε με την Πράξη περί Μεταρρύθμισης του 1832 (Tilly, 1995: 284-339). Η Πράξη δεν έδωσε δικαίωμα ψήφου στα πλήθη των εργα τών που πήραν μέρος σ’ αυτή την κινητοποίηση, ενίσχυσε όμως την ψήφο των εμπόρων και των αρχιτεχνιτών-μαστόρων τροποποιώντας -μετριοπαθώς βέβαια-την εκπροσώ πηση σε σχέση με τον αριθμό των εκλογέων και κάνοντάς την πιο αναλογική. Οι οργανωμένοι εργάτες επίσης υιοθε τούσαν όλο και περισσότερο τα μέσα του κοινωνικού κινή ματος -εκστρατείες, ρεπερτόριο και επιδείξεις ΑΕΠΔ—στις διεκδικήσεις για πρόνοια και ίσα δικαιώματα. Οι εργάτες και οι ριζοσπάστες σύμμαχοί τους διαμαρ τύρονταν έντονα, δημόσια και με το δίκιο τους, αφού η αστική τάξη, που μόλις είχε κατακτήσει τα εκλογικά της δι καιώματα, τους πούλησε αποδεχόμενη την Πράξη περί Μεταρρύθμισης του 1832. Η νομοθεσία απέκλειε επιδει κτικά τους μισθωτούς εργάτες και έθετε υψηλές περιου σιακές προϋποθέσεις στις κοινοβουλευτικές περιφέρειες που είχαν δώσει πρόσφατα σε λίγους έστω ευημερούντες εργάτες το δικαίωμα ψήφου. Παραπονέθηκαν επίσης όταν το νεοπαγές Κοινοβούλιο θέσπισε τη φιλελεύθερη εκδοχή του περί πολιτικής οικονομίας ψηφίζοντας ένα νέο Νόμο περί Πτωχών (1834) που εξουσιοδοτούσε τις ενορίες να συνεργαστούν με τις Ενώσεις του Νόμου περί Πτωχών. Οι ενώσεις αυτές διέκοψαν την παροχή υπαίθριας αρωγής σε
Π Ε Ρ ΙΠ Ε Τ Ε ΙΕ Σ ΤΟ Υ 19ου Α ΙΩ Ν Α
αρτιμελείς εργάτες στέλνοντας τους -εφόσον δεν έβρι σκαν κατάλληλη απασχόληση- σε φτωχοκομεία, όπου εί χαν κάνει τις συνθήκες πιο τιμωρητικές. Από τα δυο αυτά ζητήματα προέκυψαν, προς το τέλος της δεκαετίας του 1830, δυο ξεχωριστά κοινωνικά κινήματα, τα οποία συγχω νεύτηκαν στο σημαντικό κίνημα που ονομάστηκεχαρτιαμός. Η Χάρτα του Λαού δημοσιεύτηκε το Μάιο του 1838 και προέκυψε μετά από διαπραγμάτευση και συμβιβασμό ανά μεσα στους ριζοσπάστες και τους μεταρρυθμιστές ηγέτες. Απορρίφθηκαν, για παράδειγμα, τα ριζοσπαστικά αιτήμα τα για τη γυναικεία ψήφο, καθώς και η δεκάωρη εργάσιμη ημέρα. Παραλείφθηκαν επίσης αιτήματα που ήταν δημοφι λή στους κύκλους των φιλελεύθερων μεταρρυθμιστών, όπως η κατάργηση των Νόμων περί Σιτηρών που μέχρι το 1846 μείωναν την προστασία των σιτοπαραγωγών του Ηνωμένου Βασιλείου απέναντι στις ανταγωνιστικές εισα γωγές αυξάνοντας'έτσι το κόστος του ψωμιού. Η ίδια η Χάρτα πήρε την προβλεπόμενη μορφή της αίτησης που ξε κινούσε ως εξής: «Προς τα Αξιότιμα Μέλη του Κοινοβου λίου του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Ιρλανδίας, η Αίτηση των υπογεγραμμένων, των δοκι μαζόμενων συμπατριωτών τους, ταπεινώς...» Μετά από έναν πρόλογο που δραματοποιούσε την αθλιότητα των ερ γατών εν μέσω αφθονίας και επέκρινε την Πράξη περί Με ταρρύθμισης του 1832, η Χάρτα συνέχιζε διατυπώνοντας τα ακόλουθα ειδικότερα αιτήματα: 1. καθολική [των ανδρών προφανώς] ψηφοφορία, 2. μυστική ψηφοφορία (αντί της ψηφοφορίας διά βοής) στις κοινοβουλευτικές εκλογές,
115
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
3. κοινοβούλια μονοετούς θητείας, 4. μισθό στα μέλη του Κοινοβουλίου, 5. κατάργηση των περιουσιακών προϋποθέσεων για την εκλογή στο Κοινοβούλιο, και 6. ίσες εκλογικές περιφέρειες σε όλη τη χώρα. (Black, 1969:127-131)
116
Η πρόταση πρωτοπαρουσιάστηκε από τη μεταρρυθμιστική Ένωση Εργατών Λονδίνου που είχε δημιουργηθείτο 1836. Κέρδισε πολύ γρήγορα την υποστήριξη μιας μεγάλης ποι κιλίας μεταρρυθμιστικών, ριζοσπαστικών ενώσεων και ενώσεων ειδικού σκοπού απ’ άκρη σ’ άκρη του Ηνωμένου Βασιλείου. Πολλές από τις υφιστάμενες οργανώσεις εργατών προσκολλήθηκαν στο κίνημα. Το 1840 ιδρύθηκε στο Μάντσεστερ μια οργάνωση-ομπρέλα, η Ένωση για την Εθνική Χάρτα (National Charter Association - NCA) η οποία σύ ντομα απέκτησε παραπάνω από τετρακόσια παραρτήματα που προέρχονταν κυρίως από τις έως πρόσφατα ενεργούς τοπικές ομάδες εργατών. Η NCA «κατάφερε να οργανώσει τη συλλογή δύο εκατομμυρίων υπογραφών σε μια αίτηση το 1841 για την απελευθέρωση χαρτιστών κρατουμένων και τρία εκατομμύρια στη δεύτερη αίτηση για τη Χάρτα το 1842 (Prothero, 1997:222). Οι χαρτιστές ηγέτες αποκαλσύσαν συνήθως τις δραστηριότητές τους «κίνημα». Επίσης χρησιμοποιούσαν αναγνωρισμένα σύμβολα. Σε μια διαδή λωση χαρτιστών στο Λονδίνο, για παράδειγμα, τον Αύγου στο του 1842, η αστυνομία συνέλαβε δύο άνδρες που έφε ραν μια μεγάλη βρετανική σημαία και «ένα μικρό κυανό λευκο μεταξωτό με τυπωμένο επάνω του το σύνθημα “Μεταρρύθμιση στην Εκκλησία και το Κράτος” και με τον
Π Ε Ρ ΙΠ Ε Τ Ε ΙΕ Σ Τ Ο Υ 19ου Α ΙΩ Ν Α
Βαθυκόκκινο Σκούφο της Ελευθερίας από πάνω» (Good way, 1982:108). Από το 1839 έως το 1848, οι χαρτιστές οργάνωναν Γενι κές Συνελεύσεις των Εργατικών Τάξεων σχεδόν κάθε χρό νο. Οι συνελεύσεις αυτές ακολούθησαν ένα εικοσαετές ρι ζοσπαστικό πρόγραμμα δημιουργίας ενός αντι-Κοινοβουλίου που θα καταδείκνυε την ανεπάρκεια του υπάρχοντος σώματος, ωστόσο, το να οργανώσουν εκλογές για μια με γάλη εθνική συνέλευση θα αμφισβητούσε ευθέως τη νόμι μη αξίωση του Κοινοβουλίου να εκπροσωπείτο έθνος. Για να αποφύγουν λοιπόν τη δίωξη, οι εθνικές συνελεύσεις συ γκέντρωναν συνήθως μικρό πλήθος αντιπροσώπων, οι οποίοι όμως προέρχονταν από εκλογές διά βοής σε μαζι κές τοπικές συγκεντρώσεις σε ολόκληρη τη χώρα. Οι συνε λεύσεις πλαισιώνονταν επίσης από πολλές και μεγάλες δη μόσιες συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις. Στο Νότιγχαμ, για παράδειγμα, οι οργανωτές επιδίω ξαν να προσελκύσουν τους καταστηματάρχες στις μαζικές συγκεντρώσεις τους για την προετοιμασία της συνέλευσης του 1839 διανέμοντας μια προκήρυξη που έλεγε τα εξής: είναι ξένη προς εμάς η σκέψη ότι οι Λιανέμποροι είναι άχρη στο τμήμα της κοινωνίας, το συμφέρον τους είναι και δικό μας συμφέρον: αν δεν πληρώνονται καλά οι εργατικές τάξεις για την εργασία τους, οι Λιανέμποροι δεν μπορούν να υπάρ χουν ως αξιοσέβαστο σώμα αλλά πρέπει να μοιράζονται την ίδια μοίρα με τις εργατικές τάξεις. Γι’ αυτό, Συμπατριώτες, σας καλούμε να μας βοηθήσετε σε αυτόν το δίκαιο αγώνα... ελάτε στην πρώτη γραμμή να βοηθήσετε τους Πληρεξούσιους του Λαού. Έτσι οι εργατικές τάξεις θα σχηματίσουν μία φά λαγγα στην οποία δεν θα μπορεί να διεισδύσει ο Δεσποτισμός. (Church, 1966:131)
117
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
Παρατηρήστε την προσπάθεια επίδειξης ΑΕΠΔ. Βλέπουμε τους χαρτιστές να συνδυάζουν διεκδικήσεις προγράμματος εστιασμένες στην ίδια τη Χάρτα, διεκδικήσεις ταυτότητας με την ιδιότητα των συντεταγμένων, ευυπόληπτων εργατι κών τάξεων καθώς και διεκδικήσεις υπόστασης διαμαρτυρόμενοι για τον αποκλεισμό τους από την πολιτική εξουσία. Σίγουρα, δεν περιορίστηκε το σύνολο των δραστηριο τήτων των χαρτιστών σε μη βίαιες μορφές επίδειξης ΑΕΠΔ. Οι κινητοποιήσεις τους ποίκιλλαν από ειρηνικές συγκε ντρώσεις έως ανοιχτές επιθέσεις κατά των αντιπάλων. (Στην πραγματικότητα, οι ιστορικοί έκαναν μια χοντρική διάκριση μεταξύ χαρτιστών της «ηθικής» και χαρτιστών της «σωματικής» δύναμης με αυτό ακριβώς το κριτήριο.) Στο εσωτερικό του κινήματος των χαρτιστών ανέκυψαν κά ποιες ατελέσφορες ανταρσίες, οι οποίες όμως αποδιαρ θρώθηκαν με συνοπτικές διαδικασίες και οι αντάρτες εκ διώχτηκαν βίαια. Με τη Γαλλική Επανάσταση του 1848, σε πολλές διαδηλώσεις χαρτιστών προβάλλονταν έντονα οι τρίχρωμες σημαίες και γινόταν έκκληση για επαναστατική αλλαγή. Ο δικηγόρος χαρτιστής ποιητής Έρνεστ Τζόουνς (Ernest Jones) διακήρυσσε το 1848: Πιστεύω ότι στεκόμαστε στο κατώφλι της κατάκτησης των δι καιωμάτων μας. Έ να βήμα ακόμη, έστω και με τα πόδια μας φυλακισμένα στις σιδερένιες αρβύλες, και θα τα αδράξουμε. Είμαι πεπεισμένος ότι ο κόσμος είναι έτοιμος να διεκδικήσει τη Χάρτα. Γι’ αυτό λέω, αδράξτε τα κι ο Θεός θα υπερασπι στεί το δίκιο. Θα σεβαστούμε το νόμο, αν μας σεβαστούν οι νομοθέτες. Εάν δεν το κάνουν - η Γαλλία είναι Δημοκρατία! (Ward, 1973:2000)
118
Ό πω ς και σε πολλά άλλα κοινωνικά κινήματα μεγάλης κλίμακας του ύστερου 19ου αιώνα, οι προτεραιότητες όσον
Π Ε Ρ ΙΠ Ε Τ Ε ΙΕ Σ Τ Ο Υ 19ου Α ΙΩ Ν Α
αφορά τα τοπικά αιτήματα και τις στρατηγικές ποίκιλλαν εξαιρετικά στο εσωτερικό του κινήματος των χαρτιστών. Το κέντρο βάρους όμως παρέμενε πάντα η συλλογική διεκ δίκηση και προβολή αιτημάτων εξίσωσης των πολιτικών δι καιωμάτων στο Ηνωμένο Βασίλειο. Μετά από μια τελευταία μεγάλη έξαρση το 1848, ο χαρτισμός αποσυντέθηκε ως εθνικό κίνημα. Ορισμένοι ακτιβιστές κινήθηκαν προς τον αντιαλκοολισμό, τους συνεταιρι σμούς, τα προγράμματα τοπικής βελτίωσης ή της μεταρ ρύθμισης στην εκπαίδευση, στη γη και την ιδιοκτησία, ενώ μια μειονότητα παρέμεινε προσκολλημένη στις τοπικές και τις περιφερειακές χαρτιστικές ενώσεις (Price, 1986: 5667). Το επίσημο χαρτιστικό πρόγραμμα ως σύνολο δεν έγι νε μέρος της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου παρά μόνο τον 20ό αιώνα, ενώ τα λαϊκιστικά αιτήματά του εντέλει εγκαταλείφθηκαν (Thompson, 1984:335-337). Ωστόσο το χαρτιστικό κίνημα αποτέλεσε φυτώριο και πρότυπο για τις μεγάλες λαϊκές κινητοποιήσεις του 19ου αιώνα. Ό λα τα μεταγενέστερα αιτήματα, για επέκταση του εκλογικού δι καιώματος, τη γυναικεία ψήφο, το διαχωρισμό της Αγγλικανικής Εκκλησίας από το κράτος και την αυτονομία της Ιρλανδίας, ακολούθησαν ορισμένα από τα πρότυπα που καθιέρωσε ο χαρτισμός.
ΜΙΑ ΜΑΤΙΑ ΣΤΙΣ ΗΝΩΜΕΝΕΣ ΠΟΛΙΤΕΙΕΣ ΤΟΥ 19ου ΑΙΩΝΑ
Τ ι συνέβαινε με τα βορειοαμερικανικά κοινωνικά κινήματα στη διάρκεια του 19ου αιώνα; Σε μια πρωτοποριακή μελέτη των αμερικανικών κοινωνικών κινημάτων μεταξύ 1800 και 1945, ο Γουίλιαμ Γκέιμσον επινόησε μια πανέξυπνη στρατη-
119
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
γική καταλογογράφησης γι’ αυτό τον απειθάρχητο εσμό των εκστρατειών, των παραστάσεων και των επιδείξεων ΑΕΠΔ. Μαζί με την ερευνητική του ομάδα μελέτησε επισταμένως περίπου 75 ιστορικά έργα αναφοράς σημειώνοντας κάθε επώνυμη οργάνωση που έδινε το παρόν σε μια μεγάλη σειρά κοινωνικών κινημάτων και δραστηριοτήτων διαμαρτυρίας. Από αυτό τον κατάλογο των 4.500 περίπου οργανώσεων έλαβαν ένα τυχαίο δείγμα 467 οργανώσεων -11% δηλαδήαπό το οποίο επέλεξαν εντέλει 53 μετά από λεπτομερή εξέ ταση που έδειξε ότι αυτές: α) επιδίωκαν την κινητοποίηση ενός μη κινητοποιημένου ακόμη σώματος υποστηρικτών, και β) πρόβαλλαν διεκδικήσεις έναντι ανταγωνιστή ξένου προς το σύνολο των υποστηρικτών. Από τις 53 αυτές οργα νώσεις, οι 27 -ο ι οποίες καταγράφονται στον πίνακα 3.2ξεκίνησαν τις δραστηριότητές τους πριν από το 1900 και άρα μας δίνουν ένα πρόχειρο χρονολόγιο της αρχής των κοινω νικών κινημάτων του 19συ αιώνα στις Ηνωμένες Πολιτείες. Π ίνακας 3.2 Οι ομάδες αμφισβήτησης και οι προγραμματικές διεκδική σεις τους κατά τον Γουίλιαμ Γκέιμσοντον 19ο αιώνα Έτος (-η)
120
Ομάδα
Πρόγραμμα 1 Διεκδικήσεις προγράμματος
1816-1834 Εταιρεία για την Απελευθέρωση προώθηση της των Δούλων της Βόρειας Καρολίνας εθελοντικής χειραφέ τησης των δούλων 1825-1830 Εταιρεία Πειθαρχίας Φυλακών μεταρρύθμιση στις φυλακές φυσική ευεξία 1831-1833 Εταιρεία Προώθησης των Χειρωνακτών Εργατών σε Φιλολογικά Ιδρύματα
Π Ε Ρ ΙΠ Ε Τ Ε ΙΕ Σ Τ Ο Υ 19ου Α ΙΩ Ν Α
1832-1840 Εθνική Εταιρεία Γυναικών κατά της Δουλείας 1833-1836 Συνδικαλιστική Ένωση Ειδικευμένων Ραπτών 1833-1840 Αμερικανική Εταιρεία κατά της Δουλείας 1843-1847 Αμερικανικό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα (νατιβιστικό Αμερικανικό Κόμμα) 1858-1873 Ηνωμένοι Υ ιοί του Ηφαίστου 1865-1872
1869-1872 1869-1876 1880-1887 1880-1905
1881-1912 1881-1935
1882 1885-1891 1885-1934 1886-1888
κατάργηση της δουλείας επαγγελματικές παροχές κατάργηση της δουλείας πρστεσταντικό αντικαθολικό
παροχές στους σιδηρουργούς Σύνδεσμοι Οκτάωρης Εργάσιμης θέσπιση Ημέρας οκτάωρης εργάσιμης ημέρας Αμερικανικός Σύνδεσμος ανάκληση Ελευθέρου Εμπορίου δασμών Διεθνής Ένωση Εργατών σοσιαλιστική (Α' Διεθνής) πολιτική Κοινωνικές Επαναστατικές Λέσχες οικονομική (αναρχοκομμσυνιστικές αρχές) αναδιοργάνωση Σύνδεσμος Αμερικανών κατάργηση Δικυκλιστών οδικών περιορισμών για τους ποδηλάτες Ηνωμένη Αδελφότητα Ξυλουργών επαγγελματικές και Επιπλοποιών Αμερικής παροχές Αμερικανική Ομοσπονδία νομική και Εργασίας πολιτική υποστήριξη του εργατικού κινή ματος Σύνδεσμος για την Απαλλαγή αντίθεση στην εργα σία των Κινέζων Εθνική Αδελφότητα Παικτών του επαγγελματικές Μπέιζμπολ παροχές Τάγμα Ελεγκτών Σιδηροδρόμων επαγγελματικές παροχές Αμερικανικό Κόμμα αντιμεταναστευτικό πρόγραμμα
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
1887
Προοδευτικό Εργατικό Κόμμα
1888-1910 Ηνωμένες Εβραϊκές Συντεχνίες
1888-1935 Διεθνής Ένωση Μηχανουργίαν 1892-1915 Αδελφότητα του Βασιλείου 1892-1921 Ηνωμένο Συνδικάτο Εργατών Τραμ και Ηλεκτρικών Σιδηροδρόμων 1892-1933 Διεθνής Ένωση Λιμενεργατών (Ανατολικές ΗΠΑ) 1893-1932 Αμερικανικός Σύνδεσμος Αναλογικής Εκπροσώπησης
1896-1914 Αδελφότητα για τον Συνεται ριστικό Κοινό Πλούτο
σοσιαλιστές πολιτικοί υποψήφιοι επαγγελματικές παρο χές σε Εβραίους μετα νάστες εργάτες επαγγελματικές παροχές θρησκευτικές και κοι νωνικές ρυθμίσεις επαγγελματικές παροχές επαγγελματικές παροχές αναλογική εκπροσώπηση ενα ντίον (διεφθαρμένων) πολιτικών μηχανισμών των πόλεων επιδίωξη συνεταιριστικής-αυτοδιαχειριστικής πολιτικής και εκλογικής δύναμης
Πηγή: Gamson, 1990:277-285.
122
Όπως τόνισα νωρίτερα, τα κοινωνικά κινήματα και οι ορ γανώσεις τους δεν είναι καθόλου ταυτόσημες έννοιες· τα κινήματα δεν είναι οργανώσεις αλλά διαδραστικές εκ στρατείες. Οι οργανώσεις των κοινωνικών κινημάτων διαρκούν ορισμένες φορές περισσότερο από τις εκστρα τείες, και οι εκστρατείες αφορούν σχεδόν πάντοτε πολλές οργανώσεις, μεταβαλλόμενους συνασπισμούς και ανώνυ μα άτυπα δίκτυα. Στον βρετανικό χαρτισμό βρίσκουμε πολλά παραδείγματα συνόλων υποστηρικτών που κινητό-
Π Ε Ρ ΙΠ Ε Τ Ε ΙΕ Σ Τ Ο Υ 19ου Α ΙΩ Ν Α
ποιήθηκαν στο παρελθόν (τα οποία η μέθοδος του Γκέιμσον θα απέκλειε εκτός εάν σχηματιζόταν νέα οργάνωση που θα τα κινητοποιούσε και πάλι), τα οποία όμως ενώθη καν σε ένα τεράστιο κοινωνικό κίνημα. Τόσο η ιστορική παρουσίαση των διαδηλώσεων όσο και ο κατάλογος οργα νώσεων του Γκέιμσον δίνουν μια επιλεκτική εικόνα της δραστηριότητας των κοινωνικών κινημάτων στην Αμερική. Ωστόσο η εικόνα αυτή φωτίζει μερικά εντυπωσιακά στοιχεία. 1. Απεικονίζει μια αξιοσημείωτη επίσπευση της ανά πτυξης των κοινωνικών κινημάτων προς το τέλος του 19ου αιώνα. Μόνο 7 από τις 27 οργανώσεις άρχισαν να δρουν πριν από το 1850, ενώ παραπάνω από τις μισές ξεκίνησαν μετά το 1875. 2. Τα είδη των εμπλεκόμενων σε κοινωνικά κινήματα οργανώσεων μεταβλήθηκαν σημαντικά. Πριν από το 1850 βλέπουμε τις αναμενόμενες ενώσεις κατά της δουλείας και υπέρ της κοινωνικής μεταρρύθμισης αλ λά μόνο μία εργατική οργάνωση (τη Συνδικαλιστική Ένωση Ειδικευμένων Ραπτών) και ένα εκκολαπτό μενο πολιτικό κόμμα (το νατιβιστικό Αμερικανικό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα). Στο δεΰτερο μισό του αιώ να, εμφανίζονται πολύ δραστήριες οι ομάδες που προσπαθούν να οργανώσουν τους εργάτες είτε για τα δικά τους επαγγελματικά οφέλη είτε για γενικά πολι τικά προγράμματα, από τον κινεζικό αποκλεισμό έως τη σοσιαλιστική επανάσταση. 3. Οι περισσότεροι από τους διεκδικητές επιδίωκαν πα ροχές ή προστασία ειδικών συμφερόντων και όχι τη γενίκευση πολιτικών δικαιωμάτων. Με τα κριτήρια
123
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
του 21ου αιώνα, ορισμένες από τις κινητοποιήσεις αυτές -ιδίως εκείνη των νατιβιστών- φαίνονται εντε λώς αντιδραστικές (βλ. Hoffmann, 2003· Kaufman, 2002· Skocpol, 1999:72-75).
124
Στη διάρκεια του 19ου αιώνα, η διαδικασία διατύπωσης διεκδικήσεων έγινε προσιτή σε ένα ευρύ φάσμα αμερικα νικών συμφερόντων. Από τύχη, η διαδικασία δειγματολη ψίας του Γκέιμσον προσπέρασε δύο από τα πιο εξέχοντα ζητήματα των κοινωνικών κινημάτων του 19ου αιώνα, τον αντιαλκοολισμό και τη γυναικεία ψήφο. Προσπέρασε επί σης τα περισσότερα αντικινήματα, για παράδειγμα την εκτεταμένη κινητοποίηση εναντίον της κατάργησης της δουλείας πριν από τον εμφύλιο πόλεμο (Grimsted, 1998* McKivigan και Harrold, 1999). Έπιασε όμως τη δημοτική μεταρρύθμιση και το συνεταιριστικό κίνημα. Ο κατάλογος του Γκέιμσον απεικονίζει την επιτάχυνση και τη διεύρυνση της δραστηριότητας των κοινωνικών κινημάτων στις Ηνω μένες Πολιτείες τον ύστερο 19ο αιώνα. Η συστηματική ιστορική καταγραφή από τη Μαίρη Ράιαν (Mary Ryan) της δημόσιας πολιτικής της Νέας Υόρκης, του Σαν Φρανσίσκο και της Νέας Ορλεάνης τον 19ο αιώ να απεικονίζει με πληρότητα, και επιβεβαιώνει, την αίσθη ση των αλλαγών που δίνει η μελέτη του Γκέιμσον. Παρόλο που αναδεικνύει περισσότερο τις εθνοτικές και φυλετικές διαιρέσεις, ο κατάλογος των οργανώσεων του 19ου αιώνα της Ράιαν μοιάζει πολύ με αυτή του Γκέιμσον. Αναφέρει, παραδείγματος χάρη, τη δραστηριότητα της Εργατικής Φι λανθρωπικής Ένωσης της Νέας Υόρκης, μιας εταιρείας για την προστασία των Ιρλανδών εργατών στη δεκαετία του 1840, την εμφάνιση ενός νατιβιστικού Αμερικανικού Κόμματος στη Νέα Ορλεάνη ήδη από το 1856, τη συγκρότηση
Π Ε Ρ ΙΠ Ε Τ Ε ΙΕ Σ Τ Ο Υ 19ου Α ΙΩ Ν Α
μιας Επιτροπής Εμπόρων για την Περίθαλψη των Εγχρώ μων Ανθρώπων ως απάντηση σας ταραχές της Νέας Υόρκης εξαιτίας της υποχρεωτικής στράτευσης το 1863, τη διε ξαγωγή στη Νέα Ορλεάνη μιας Συνέλευσης Εγχρώμων Ανδρών της Λουιζιάνας το 1865, τις παρελάσεις των εργα τών του Σαν Φρανσίσκο με το Σύνδεσμο για την οχτάωρη εργασία το 1867 και την αποτελεσματική αντικινεζική κινη τοποίηση του Εργατικού Κόμματος της Καλκρόρνιας το 1877, καθώς και τις φυλετικά, εθνοτικά και επαγγελματικά διαχωρισμένες οργανώσεις, όπως το Αρχαίο Τάγμα των Ιρλανδών και την Ένωση Νομιμοφρόνων της Οράγγης (Ryan, 1997: 79,82,148-150,173,229,262,282,290-291). Όμως, η Ράιαν σημειώνει επίσης και την είσοδο το 1863 στη δημόσια πολιτική του Εθνικού Συνδέσμου Νομιμοφρόνων Γυναικών Νέας Υόρκης και του Εθνικού Συνδέσμου Τσων Δικαιωμάτων Νέας Ορλεάνης (Ryan, 1997:179,262). Τα αποδεικτικά στοιχεία της αποκαλύπτουν μια μεγάλη σειρά διεκδικήσεων προγράμματος, μια εντυπωσιακή ποικιλία διεκδικήσεων ταυτότητας και επίμονες διεκδικήσεις υπό στασης - συμπεριλαμβανομένων των αιτημάτων για τον αποκλεισμό άλλων δρώντων από τα πολιτικά δικαιώματα ή ακόμη και από τη χώρα γενικώς. Θυμίζοντας ξανά τις παρατηρήσεις του Γκέιμσον, η Ράιαν τονίζει την αυξανόμενη άνοδο των οργανώσεων των εργατών στη δημόσια πολιτική των τριών παραπάνω πό λεων μετά τον εμφύλιο πόλεμο: Το 1877, όταν οι μεγάλες απεργίες στους σιδηροδρόμους αφάνιζαν τις μικρότερες πόλεις και κωμοπόλεις, μια σειρά εργάτες βγήκαν στους δρόμους των μεγάλων πόλεων για έναν κοινό λόγο. Οι εργάτες κατασκευής πούρων έδειξαν τη μαχητικότητά τους στους δρόμους της Νέας Ορλεάνης και της
125
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
Νέας Υόρκης με ιδιαίτερη σφοδρότητα και αλληλεγγύη. Ο τύ πος της Νέας Ορλεάνης ανέφερε ότι συγκεντρώθηκαν στην πλατεία Κονγκό και ακόυσαν ομιλίες στα ισπανικά, στα γαλ λικά και τα αγγλικά. Παρόμοιες διακοπές εργασίας στη Νέα Υόρκη έγιναν δεκτές ευνοϊκά από τον κόσμο στα πεζοδρόμια και από τον τύπο. Στο άρθρο «Η παρέλαση των εργατών κα τασκευής πουρών στους δρόμους», η Tribune παρατηρούσε ότι «τα πρόσωπα των απεργών εργατών κατασκευής πούρων είχαν το πλατύ χαμόγελο του θριάμβου καθώς συγκεντρώνο νταν χτες μπροστά στο Μέγαρο Κονκόρντια για να πάρουν μέρος στην παρέλαση της οργάνωσης. Άνδρες, γυναίκες και παιδιά ήρθαν από τα εργαστήρια, άλλοι μόνοι τους και άλλοι κατά ομάδες, και έφεραν από μια σημαία ο καθένας κι από ένα πανό με επιγραφές». Οι σημαίες περιλάμβαναν τα χρώ ματα της Γερμανίας, της Βοημίας και της Αυστρίας και, καθώς οι ετερόγλωσσες ομάδες συγκεντρώθηκαν στην πλατεία Κον γκό, εγκαινίασαν μια νέα μορφή κινητοποίησης στον δημόσιο βίο της πόλης, αυτή της «οργανωμένης εργασίας» σε πολυεθνοτικό σχηματισμό. (Ryan, 1997:256)
126
Η Ράιαν συνοψίζει τις γενικές τροχιές της δημόσιας πολιτι κής των αμερικανικών πόλεων του 19ου αιώνα που κινού νται «από τις διαφορές προς το δυαδισμό, από την εκπρο σώπηση προς τη γραφειοκρατία, από το σύνολο των πολι τών προς τη βάση των φορολογουμένων, από τις εθελοντι κές ενώσεις προς τα κοινωνικά κινήματα (Ryan, 1997: 259)». Η γιορταστική φάση του αμερικανικού αστικού χώ ρου αντικαταστάθηκε βαθμιαία από την πειθαρχημένη διαδικασία διατύπωσης διεκδικήσεων, συχνά ιδιαίτερα ιδιοτελών: τα κοινωνικά κινήματα. Η ανάπτυξη των κοινω νικού κινήματος, υπονοεί η Ράιαν, εξημέρωσε τη φίλερι δημοκρατία των δρόμων του 19ου αιώνα (βλ. Vernon, 1993 για την Αγγλία του 19ου αιώνα).
Π Ε Ρ ΙΠ Ε Τ Ε ΙΕ Σ Τ Ο Υ 19ου Α ΙΩ Ν Α
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ: ΠΟΥ, ΠΟΤΕ ΚΑΙ ΓΙΑΤΙ;
Τ ι προσθέτουν λοιπόν στη γνώση μας για τις θεμελιώδεις προϋποθέσεις και τις επιδιώξεις των κοινωνικών κινημά των οι εμπειρίες της Γαλλίας, του Βελγίου, του Ηνωμένου Βασιλείου και των Ηνωμένων Πολιτειών; Στην πράξη, πά ρα πολλά. Ακόμη και αυτά τα σύντομα φωτογραφικά στιγ μιότυπα μας δείχνουν πόσο πολλά στοιχεία της τοπικής και της περιφερειακής κουλτούρας υιοθετήθηκαν και αξιοποιήθηκαν από τα κοινωνικά κινήματα: τραγούδια, συνθήματα, σύμβολα, κοστούμια και χαρακτηριστικές εκφράσεις που είχαν λάβει το νόημά τους από παλιότερες πρακτικές και καταστάσεις. Μέσα στον κύκλο της σύγκλισης της δράσης των ενώσεων ειδικού σκοπού, των δημόσιων συγκεντρώ σεων και των διαδηλώσεων που έγιναν και στις τέσσερις χώρες, διακρίνουμε συνεχείς διαφοροποιήσεις και προ σαρμογές που συνέδεαν τις διεκδικήσεις των κοινωνικών κινημάτων, τις παραστάσεις και τις επιδείξεις ΑΕΠΔ με τα άμεσα τοπικά συμφραζόμενά τους καθιστώντας τες έτσι ευανάγνωστες για τα τοπικά ακροατήρια. Η εμβατικότητα δεν συνεπάγεται τέλεια ομοιομορφία: μια τοπική ένωση ει δικού σκοπού ή μια διαδήλωση διατηρούσε την τοπική της χροιά, ενώ το διακριτικό γενικό περίγραμμα μεταφερόταν εύκολα από το ένα πλαίσιο στο άλλο. Οι μεταβολές των ρεπερτορίων που παρατηρήσαμε στις τέσσερις χώρες είχαν βαθιές συνέπειες για τη λαϊκή συμμε τοχή στη δημόσια πολιτική. Οι λεηλασίες, οι ομαδικοί διασυρμοί, οι εξαναγκαστικές φωταγωγήσεις των σπιτιών και οι άμεσες επιθέσεις στους αδικοπραγήσαντες παρήκμαζαν στο βαθμό που η πλειονότητα στρεφόταν σε νέες μορφές διατύπωσης διεκδικήσεων και οι αρχές ασκούσαν πιο αυ στηρή καταστολή στις παλιότερες μορφές. Σκέτη η αποτελε-
127
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
128
σματικότητα των στρατηγικών των κοινωνικών κινημάτων δεν αρκεί για να εξηγηθεί η αλλαγή αυτή. Οι άμεσες δρά σεις του παλιότερου ρεπερτορίου σπανίως επέφεραν πολι τική μεταρρύθμιση στο εθνικό επίπεδο, αλλά συχνά διευθε τούσαν γρήγορα και αποφασιστικά τα ζητήματα στο τοπικό επίπεδο. Οι συνηθισμένοι άνθρωποι στη Βόρεια Αμερική, στο Βέλγιο, στη Γαλλία και τις Βρετανικές Νήσους έχασαν ορισμένα από τα αγαπημένα τους δοκιμασμένα μέσα αντι ποίνων, εξαναγκασμού, ικεσίας και εκφοβισμού. Επιπροσθέτως, τα τμήματα του πληθυσμού που δεν εί χαν σχέσεις με πολίτικους επιχειρηματίες και ενώσεις ειδι κού σκοπού, έχασαν μέρος της πολιτικής ισχύος τους. Πριν από την εποχή του χαρτισμου, για παράδειγμα, οι ακτήμονες αγρεργάτες ήταν, έστω περιστασιακά, σε θέση να ασκουν συλλογική πίεση στους αγρότες και τις τοπικές αρ χές με τον προπηλακισμό, την προσφυγή σε τοπικούς πάτρονες, τη συλλογική καταστροφή αγροτικών μηχανημά των και τη συντονισμένη επίσχεση εργασίας. Ώ ςτη δεκαε τία του 1840 τα μέσα τους είχαν εκφυλιστεί σε περιστασιακά επεισόδια εμπρησμών, και καταστροφών χωραφιών και ζώων (Archer, 1990). Ο ίδιος ο χαρτισμός στρατολο γούσε κυρίως τεχνίτες και ειδικευμένους εργάτες αντί για ακτήμονες αγρεργάτες. Η αλλαγή των ρεπερτορίων επέ φερε μια εντυπωσιακή μείωση της πρόκλησης φυσικών βλαβών σε πρόσωπα και περιουσίες· οι περισσότερες δη μόσιες παραστάσεις των κοινωνικών κινημάτων διενεργήθηκαν χωρίς βία, και οι όποιες συγκρούσεις μεταξύ αστυ νομίας και διαδηλωτών γενικώς συνεπάγονταν λιγότερες ζημιές σε σχέση με τις επιθέσεις του παλιού ρεπερτορίου. Γιατί συνέβη αυτό; Συνολικά, ο κοινοβουλευτισμός φαίνεται να έχει προσφέρει ισχυρά κίνητρα για τη δημιουργία
Π Ε Ρ ΙΠ Ε Τ Ε ΙΕ Σ ΤΟΥ 19ου Α ΙΩ Ν Α
κοινωνικών κινημάτων και σας τέσσερις περιπτώσεις μας. Θυμηθείτε τα δυο κυρία συστατικά στοιχεία του κοινοβου λευτισμού: 1) αύξηση της απόλυτης εξουσίας των θεσμών εκπροσώπησης όσον αφορά κυβερνητικές δραστηριότητες όπως η φορολογία, η διεξαγωγή πολέμων, η παροχή δημό σιων υπηρεσιών και η δημιουργία δημόσιων υποδομών, και 2) αύξηση της σ χ ε τ ικ ή ς εξουσίας των θεσμών εκπρο σώπησης έναντι της εξουσίας των κληρονομικών α ρχό ντων, των πατρόνων, των ιερέων και των τοπικών κατόχων εξουσίας εν γένει.
Και στις τέσσερις περιπτώσεις, τα εν λόγω κοινοβούλια οργανώθηκαν σε εδαφική βάση και απλώθηκαν σε όλο τον εθνικό χώρο. Δεν συνέβαινε το ίδιο με όλα τα κοινοβούλιαγια παράδειγμα, οι Γενικές Τάξεις που συνιστούσαν την πλησιέστερη προσέγγιση προς ένα εθνικό κοινοβούλιο πριν από την Επανάσταση του 1789 που συγκεκριμένα εκ προσωπούσε όχι τις γαλλικές περιφέρειες αλλά τα εθνικά σώματα μελών των τριών Γενικών Τάξεων: του κλήρου, των ευγενών και των πολιτών-κατόχων ακίνητης περιου σίας. Οι επαναστατικοί αγώνες του 1789 και του 1790 μετέ τρεψαν αργότερα τις Γενικές Τάξεις σε γεωγραφικό αντι προσωπευτικό εθνικό σώμα (Lepetit, 1982,1988- Margadant, 1992- Markoff, 1996a- Ozouf-Marignier, 1986- Schultz, 1982- Tilly, 1962- Woloch, 1994). Στη Γαλλία και αλλού, μια τέτοια εδαφική οργάνωση αύξησε την κοινωνική και γεω γραφική εγγύτητα μεταξύ των κατόχων εθνικής εξουσίας και των υποστηρικτών τους. Η αυξανόμενη βαρύτητα των κοινοβουλευτικών αποφάσεων προσανατόλισε τους ενδια φερομένους πολίτες στους όλο και πιο προσιτούς αποδέ κτες αιτημάτων: τους τοπικούς εκπροσώπους τους στο Κοι νοβούλιο.
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
Η ισχυροποίηση του κοινοβουλίου παρήγαγε επίσης ένα επιπλέον σύνολο πολιτικών αποτελεσμάτων που, επί το πλείστον, ευνόησε τη διατύπωση διεκδικήσεων από τα κοινωνικά κινήματα: • μείωση της πολιτικής σημασίας των κατεστημένων δεσμών πάτρονα-πελάτη ως βασικών διαύλων της εθνικής πολιτικής· • σημαντικές νέες ευκαιρίες για τους πολιτικούς επι χειρηματίες που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν προσωρινούς συνδέσμους μεταξύ δημόσιων αξιωματούχων και ποικίλων ομάδων θίγόμενων, διασυνδεόμενων πολιτών· • έμφαση στην αξίωση της κυβέρνησης να μιλάει εξ ονόματος ενός ενοποιημένου συγκροτημένου λαού* και • τακτικές ημιδημόσιες συνεδριάσεις αντιπροσωπευτι κών σωμάτων που έγιναν στην πορεία γεωγραφικοί και πρόσκαιροι χώροι διατύπωσης διεκδικήσεων.
130
Τον 19ο αιώνα, στο Ηνωμένο Βασίλειο, στις Ηνωμένες Πολιτείες, στη Γαλλία και το Βέλγιο, τα θέματα των κοινο βουλευτικών συνεδριάσεων αποτέλεσαν το επίκεντρο πολ λών εκστρατειών κοινωνικών κινημάτων. Θυμίζουμε, για παράδειγμα, τη σύνδεση των «μαζικών σοσιαλιστικών ενεργειών» της Ντενέκερε και την καθιέρωση από το Κοι νοβούλιο της ανδρικής ψηφοφορίας το 1893. Παρατηρήστε, παρ’ όλα αυτά, τις σημαντικές διαφορές μεταξύ των σχετικά συγκεντρωτικών πολιτικών καθεστώ των της Γαλλίας και του Βελγίου, από τη μια πλευρά, και των πιο κερματισμένων πολιτικών δομών του Ηνωμένου Βασιλείου και ειδικά των Ηνωμένων Πολιτειών από την
Π Ε Ρ ΙΠ Ε Τ Ε ΙΕ Σ ΤΟΥ 19ου Α ΙΩ Ν Α
άλλη. Το διαθέσιμο υλικό δεν επιτρέπει ακριβείς συγκρί σεις, δίνει ωστόσο -στην περίπτωση των συγκεντρωτικών καθεστώτων- έντονη την εντύπωση μιας μεγαλύτερης εστίασης των κοινωνικών κινημάτων στο εθνικό κράτος. Πάρτε τους εργάτες: στη Γαλλία και στο Βέλγιο απεργούσαν εναντίον μεμονωμένων εργοδοτών αλλά απηύθυναν τα αιτήματα για δικαιώματα, πολιτικές και μεταρρυθμίσεις σας εθνικές αρχές· οι αλλεπάλληλες γενικές απεργίες των Βέλγων εργατών στόχευαν το κράτος αντί για τους εργοδό τες. Το Κοινοβούλιο ήταν αποδέκτης ενός μεγάλου ποσο στού των διεκδικήσεων των κοινωνικών κινημάτων στο Ηνωμένο Βασίλειο, το ίδιο συνέβαινε όμως και με τις τοπι κές και τις περιφερειακές αρχές. Αντιστοίχως, στις Ηνω μένες Πολιτείες αποδέκτες των διεκδικήσεων ήταν οι ηγέ τες των πόλεων και των πολιτειών. Οι εθνικές πολιτικές δο μές διαμόρφωσαν τη δραστηριότητα των κοινωνικών κινη μάτων. Ομοίως, οι μορφές οργάνωσης που είχαν εγκαθιδρυθεί ήδη, επηρέασαν επίσης το σχηματισμό των κοινωνικών κι νημάτων στις τέσσερις αυτές χώρες. Οργανώσεις όπως ο Σύνδεσμος των Αμερικανών Δικυκλιστών και το Αμερικα νικό Κόμμα δημιουργήθηκαν ακριβώς στη συνήθη διαδι κασία της δημόσιας διατύπωσης διεκδικήσεων. Όμως, ακόμη και όταν οι οργανώσεις των κοινωνικών κινημάτων δημιουργούνταν στη διαδικασία των κινητοποιήσεων, αντλούσαν από ήδη υφιστάμενα οργανωμένα σχήματα του περιβάλλοντος τους. Εκκλησιάσματα, σωματεία αλληλο βοήθειας, αδελφότητες και εθνικές ενώσεις, για παράδειγ μα, εμφανίζονται ως στοιχεία του πλαισίου για τους συνα σπισμούς και τις πολυσυλλεκτικές ενώσεις που πρωτοστά τησαν στα κοινωνικά κινήματα των Ηνωμένων Πολιτειών.
131
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
Οι συγκρούσεις, π.χ., μεταξύ των οργανώσεων των καθολι κών και των αντικληρικών αντιπάλων τους εμφανίζονταν με πολύ πιο απειλητικές διαστάσεις στη Γαλλία και στο Βέλγιο. Ακόμη κι εκεί όπου υπήρχε συνεργασία και αμοι βαία υιοθέτηση μεθόδων δράσης μεταξύ κοινωνικών κινη μάτων, θα αναμέναμε -στη διασταύρωση με διαφορετικά πλαίσια αναφοράς στις διαφορετικές χώρες- την προσαρ μογή των ιδιαίτερων οργανωτικών μορφών στα εκάστοτε τοπικά δεδομένα. Δεν θα έπρεπε να αναμένουμε τα κοινω νικά κινήματα, ως σύνθετη μορφή πολιτικής διάδρασης, να διαδίδονται απαράλλακτα, όπως γίνεται με τα κινητά τηλέ φωνα, τα φανελάκια με τα τυπωμένα συνθήματα και την έκφραση «ΟΚ».
ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ
132
Π έραν των διαφορών αυτών, μέγιστη ήταν η σημασία των πολιτικών δικαιωμάτων που εγγυόνταν (ή δεν αναγνώριζε) το κράτος. Στις ισιορίες που εξετάσαμε, τα δικαιώματα του συνέρχεσθαι, της σύστασης ενώσεων και του λόγου είχαν ιδιαίτερη σημασία (βλ. Anderson και Anderson, 1967: κεφ. 6 και 7, για μια κατάλληλη κριτική). Όπου και όταν τα κα θεστώτα περιέστειλαν δραστικά τα δικαιώματα αυτά (όπως συνέβη τα πρώτα χρόνια της Δεύτερης Αυτοκρατο ρίας της Γαλλίας), τα κοινωνικά κινήματα σε γενικές γραμ μές παρήκμασαν. Τα δικαιώματα της σύστασης ενώσεων επηρέασαν απευθείας όλες τις προσπάθειες των κύριων κοινωνικών κινημάτων και τις συνακόλουθες επιδείξεις ΑΕΠΔ. Αντίθετα από τις δράσεις του παλιότερου ρεπερτο ρίου που εκδηλώνονταν σε εγκεκριμένες συγκεντρώσεις ρουτίνας όπως οι αγορές και οι γιορτές, η δράση των κοι-
Π Ε Ρ ΙΠ Ε Τ Ε ΙΕ Σ Τ Ο Υ 19ου Α ΙΩ Ν Α
νωνικών κινημάτων ήταν συνυφασμένη στην ουσία της με τη συγκέντρωση πλήθους πολιτών. Τα δικαιώματα δημιουργίας ενώσεων αποδείχθηκαν κρίσιμης σημασίας για τις οργανώσεις ειδικού σκοπού και τους συνασπισμούς κοινωνικών κινημάτων. Παράνομες οργανώσεις και άτυπα δίκτυα μπορούσαν βέβαια να συ ντονίζουν ορισμένες μορφές διεκδικήσεων, όμως τα νομι κά δικαιώματα σύστασης ενώσεων διευκόλυναν πάρα πο λύ την κινητοποίηση και το συντονισμό των δημόσιων διεκ δικήσεων. Επίσης, πολλαπλασίασαν το πλήθος των πολιτικώς δραστήριων υποκειμένων που θα εκλάμβαναν ως απειλή τον όποιο περιορισμό εκ μέρους του καθεστώτος των δικαιωμάτων σύστασης ενώσεων σε οποιοδήποτε, ακόμη και αντίπαλο, ιδιαίτερο συμφέρον. Οι Βέλγοι υποστηρικτές της γαλλικής και της φλαμανδικής επικράτησης ενδιαφέρθηκαν εξίσου για τις μορφές οργάνωσης που ανέ πτυξαν οι αντίπαλοί τους. Η ελευθερία του λόγου ήταν κεντρικής σημασίας για τις δημόσιες διεκδικήσεις των κοινωνικών κινημάτων σε όλες τις μορφές τους: συγκέντρωση, διαδήλωση, φυλλάδια, μη νύματα μέσω των ΜΜΕ κ.λπ. Ανάμεσα στις περιπτώσεις που ερευνήθηκαν πρωτύτερα, ο χαρτισμός προσφέρει το πιο δραματικό παράδειγμα. Οι αρχές του Ηνωμένου Βασι λείου ανέλυαν σημείο προς σημείο και από κοντά τις δρα στηριότητες των χαρτιστών για σημάδια εγκληματικών συ νωμοσιών ή υπόθαλψης εξέγερσης, που θα τους επέτρεπαν να ασκήσουν δίωξη, αλλά έσπασαν τα μούτρα τους στην προσπάθειάτους να περιορίσουν τη δημόσια έκφραση. Ή δη τη δεκαετία του 1830 οι λαϊκοί ακτιβιστές του Ηνωμέ νου Βασιλείου είχαν κατοχυρώσει πλήρως το δικαίωμα να ασκούν κριτική στους κυβερνήτες και να προτείνουν ριζο σπαστικούς πολιτικούς μετασχηματισμούς.
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
Αυτός ο τρόπος όμως περιγραφής της κατάστασης υπο βάλλει ένα εσφαλμένο σενάριο: ότι δηλαδή πρώτα ένα κα θεστώς χορηγεί τα δικαιώματα και μετά οι πολίτες τα αξιοποιούν. Στην πραγματικότητα, έχουμε δει πολιτικούς ακτιβιστές και πολιτικούς επιχειρηματίες, από τον Τζον Γουίλκς και εφεξής, να προωθούν με διαπραγματεύσεις τα δικαιώ ματα της συνάθροισης, της σύστασης ενώσεων και του λό γου. Σε γενικές γραμμές πέτυχαν το στόχο τους επεκτείνοντας δικαιώματα ήδη εκχωρημένα σε ορισμένους πληθυ σμούς, για ορισμένες δραστηριότητες, οργανώσεις ή χώ ρους. Η νίκη του Γουίλκς στο δικαστήριο το 1768, που εμπέδωσε στο βρετανικό δίκαιο ισχυρό προηγούμενο για την προστασία του πολιτικού λόγου, προσφέρει ένα εντυ πωσιακό παράδειγμα. Λιγότερο εμφανώς αλλά και πιο ουσιαστικά, η καθημε ρινή διαπραγμάτευση στην πορεία των συγκρουσιακών διεκδικήσεων διεύρυνε τα όρια των υφιστάμενων δικαιω μάτων. Πολίτες που ήδη ασκούσαν κάποια περιορισμένα δικαιώματα συνάθροισης, ως φορολογούμενοι ή ως μέλη εκκλησιασμάτων, τόλμησαν να χρησιμοποιήσουν τις συγκε ντρώσεις φορολογουμένων και τις λειτουργίες των εκκλη σιών για τη διαμόρφωση και την έκφραση κοινών αιτημά των. Όπου τα μέλη της άρχουσας τάξης ασκούσαν ήδη τα δικαιώματα συγκέντρωσης, ένωσης και λόγου για τους δι κούς τους συλλογικούς σκοπούς -όπως, για παράδειγμα, στην προεπαναστατική Βοστόνη-, ήταν δύσκολο για τις αρ χές να τα αρνηθούν στους υπόλοιπους πολίτες. Ιδίως όταν τα διαφωνούντα μέλη της ελίτ κινητοποιούσαν λαϊκά πλήθη ή συμμαχούσαν σκόπιμα με αντιπάλους του καθεστώτος. 134
Η διαδικασία διαπραγμάτευσης επιταχύνθηκε δραστικά στη διάρκεια των πανεθνικών πολιτικών αγώνων και
Π Ε Ρ ΙΠ Ε Τ Ε ΙΕ Σ ΤΟΥ 19ου Α ΙΩ Ν Α
επαναστάσεων. Μπορούσε να προχωρεί από κάτω προς τα πάνω ή αντίστροφα. Από κάτω προς τα πάνω, βλέπουμε τους απλούς πολίτες να κερδίζουν προσβάσεις στις συνα θροίσεις, στις ενώσεις και το λόγο καθώς οι διαιρεμένες ελίτ αντιμάχονται η μία την άλλη και ορισμένες φορές ανα ζητούν οπαδούς στο λαό. Από πάνω προς τα κάτω, βλέπου με μεταρρυθμιστές ή επαναστάτες να καταλαμβάνουν καί ριες πολιτικές θέσεις και να καθιερώνουν δικαιώματα ως θέμα αρχής ή ως μέσα σταθεροποίησης της εξουσίας τους. Παρακολουθώντας τη Γαλλική Επανάσταση του 1848 από τη Λιόν είδαμε και τις δύο εκδοχές -την από κάτω προς τα πάνω (ανωφερή) και την από πάνω προς τα κάτω (κατωφε ρή)- επέκτασης δικαιωμάτων οι εργάτες και οι λοιποί διεκδικητές στη Λιόν αξιοποίησαν τις επαναστατικές διαι ρέσεις για να αναδυθούν από τις σκιές στη δημόσια πολιτι κή, αλλά και οι επαναστάτες που κατέλαβαν το γαλλικό κράτος μεταξύ Φεβρουαρίου-Μαρτίου του 1848 καθιέρω σαν επίσης ένα νομικό πρόγραμμα που υποστήριζε τα δι καιώματα στις συναθροίσεις, στις ενώσεις και το λόγο. Η κατωφερής παρέμβαση τότε προώθησε μια προσωρινή επέκταση της δραστηριότητας των κοινωνικών κινημάτων στη Λιόν και σε άλλες γαλλικές πόλεις. Στα 1870-71, οι ρι ζοσπάστες της Λιόν αντέστρεψαν τη διαδικασία: κατέλα βαν την εξουσία στην πόλη παρά την αντίθεση των εθνικών αρχών και επί έξι μήνες εγκατέστησαν μια κομμούνα όπου οι πολίτες διέθεταν εκτεταμένα δικαιώματα συνάθροισης, ένωσης και λόγου. Έ νας πολιτικός νεωτερισμός που προχωρούσε πάντοτε από πάνω προς τα κάτω προώθησε ιδιαίτερα τα κοινωνικά κινήματα: ο θεσμός των περιοδικά επαναλαμβανόμενων ανταγωνιστικών εκλογών. Ό πω ς δείχνουν γλαφυρά οι
135
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
ιστορίες της Βρετανίας και της Βόρειας Αμερικής, οι εκλο γές αυτές -ακόμη και με περιορισμένα και άνισα εκλογικά δικαιώματα- προωθούσαν τη δραστηριότητα των κοινωνι κών κινημάτων. Οι ανταγωνιστικές εκλογές προωθούσαν τις εκστρατείες, τις παραστάσεις και τις επιδείξεις α ε π δ με πολλούς και διάφορους τρόπους.
136
1. Κατά τρόπο παρόμοιο με αυτόν των επίσημων εορ τών, συνοδεύονταν σχεδόν αναπόφευκτα από δημό σιες συγκεντρώσεις, από τις οποίες οι αρχές δεν μπο ρούσαν να αποκλείσουν τους μη ψηφοφόρους. Οι συ γκεντρώσεις αυτές εξελίχτηκαν σε προνομιακές ευ καιρίες για τη δημόσια έκφραση διεκδικήσεων. 2. Πρόσφεραν ένα πρότυπο δημόσιας υποστήριξης για ανταγωνιστικά προγράμματα, καθώς έπαιρναν σάρ κα και οστά με ανταγωνιζόμενους υποψηφίους. Από τη στιγμή που οι κυβερνήσεις ενέκριναν τη δημόσια συζήτηση των βασικών ζητημάτων στη διάρκεια των εκλογικών εκστρατειών, ήταν δύσκολο πλέον να απαγορεύσουν την ίδια αυτή συζήτηση και πέραν των προεκλογικών εκστρατειών. 3. Οι εκλογές μεγέθυναν τη σημασία των αριθμών. Με τις ανταγωνιστικές εκλογές, κάθε ομάδα που απο κτούσε πειθαρχημένη υποστήριξη από μεγάλο πλή θος οπαδών γινόταν υπολογίσιμος πιθανός σύμμαχος ή εχθρός στις εκλογές. 4. Οι υποψήφιοι είχαν συχνά το κίνητρο για επίδειξη της λαϊκής υποστήριξης, ακόμη και από μη εκλογείς, για να ενισχύουν έτσι τους ισχυρισμούς τους ότι εκ προσωπούν όλο «το λαό» και να αποσπούν ευρύτερη υποστήριξη έναντι των εκλογικών αντιπάλων τους (Morgan, 1988).
Π Ε Ρ ΙΠ Ε Τ Ε ΙΕ Σ ΤΟΥ 19ου Α ΙΩ Ν Α
5. Στο βαθμό που οι εκλογικές περιφέρειες ήταν γεω γραφικές, τόσο οι εκστρατείες όσο και οι εκλογές πρόσφεραν ευκαιρίες για τον εμπλουτισμό της δημό σιας συζήτησης για τοπικά και περιφερειακά θέματα. 6. Οι εμφανείς νομικές διακρίσεις αναφορικά με το δι καίωμα της ψήφου γίνονταν την περίοδο των εκλο γών εκρηκτικά έκδηλες και υποδαύλιζαν τις διεκδι κήσεις όσων στερούνταν του δικαιώματος. Στη Βρετανία, στη Βόρεια Αμερική, στη Γαλλία και το Βέλ γιο, η θεσμοποίηση τον 19ο αιώνα των εθνικών εκλογών προώθησε τη δραστηριότητα των κοινωνικών κινημάτων. Η επέκταση του δικαιώματος ψήφου κατόπιν διευκόλυνε διπλά την ανάπτυξη των κοινωνικών κινημάτων: διευρυμένα δικαιώματα πολιτικής συμμετοχής για τους έχοντες δι καίωμα ψήφου, αύξηση κινήτρων για συλλογικές διεκδική σεις από τους μη έχοντες δικαίωμα ψήφου.
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ ΙΣΟΝ ΕΚΔΗΜΟΚΡΑΤΙΣΜΟΣ;
Ό λ α αυτά λοιπόν ισοδυναμούν άραγε με μια γιγαντιαία εξίσωση: κοινω νικά κινήματα = εκδημοκρατισμός (Giugni, McAdam και Tilly, 1998· Ibarra, 2003· Markoff, 1996b); Τα ιστορικά παραδείγματα συνηγορούν βέβαια για μια γενική συνάφεια μεταξύ κοινωνικών κινημάτων και εκδημοκρατισμού. Στην πραγματικότητα όμως, κοινω νικά κινήματα και εκδημοκρατισμός παραμένουν λογικά, εμπειρικά και αιτιακά διακριτά. Λογικά, ο πολλαπλασια σμός των κοινωνικών κινημάτων δεν συνεπάγεται τον εκ δημοκρατισμό, μιας και οι εκστρατείες, οι παραστάσεις
137
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
138
και οι επιδείξεις α ε π δ των κοινωνικών κινημάτων μπο ρούν κάλλιστα να αποσκοπούν στην ανισότητα και τον αποκλεισμό και όχι στην ισότητα και τη συμπερίληψη* αναλογιστείτε την (πολύ λογική) πιθανότητα κινημάτων υπέρ της εκδίωξης των πρόσφατων μεταναστών. Η εμπειρία μας δίνει πληθώρα αντιδημοκρατικών κινημάτων- δεν χρειάζε ται να πάμε πιο πέρα από τις κινητοποιήσεις των νατιβιστών του καταλόγου του Γουίλιαμ Γκέιμσον στις Ηνωμένες Πολιτείες του 19ου αιώνα. Αιτιακά πάλι, είναι εμφανής η σχετική ανεξαρτησία των κοινωνικών κινημάτων και του εκδημοκρατισμού- σε περιπτώσεις κατάκτησης ή επανάστασης, για παράδειγμα, έχει συμβεί ορισμένες φορές η νέα εξουσία να επιβάλει αίφνης δημοκρατικούς θεσμούς, απουσία οποιασδήποτε προγενέστερης κινητοποίησης υπέρ της δημοκρατίας- φέρ’ ειπείν, όπως στην Ιαπωνία και τη Γερμανία μετά τον Β' Παγκόσμιο πόλεμο. Δεν υπάρχει λοιπόν αναγκαία σύνδε ση μεταξύ των κοινωνικών κινημάτων και της δημοκρα τίας. Μια γενίκευση στην οποία μπορούμε να προβούμε από τις μέχρι τώρα ενδείξεις μας είναι μάλλον ότι, από τη στιγμή που θα λάβει χώρα ο εκδημοκρατισμός, τα κοινωνι κά κινήματα (δημοκρατικά ή μη) συχνά έπονται. Η συγκριτική μελέτη της Ρουθ Μπέρινς Κόλιερ (Ruth Berins Collier) για τον εκδημοκρατισμό στη Δυτική Ευρώ πη και τη Νότια Αμερική προσφέρει μια ευκαιρία να ενισχυθούν οι ισχυρισμοί αυτοί με λίγο περισσότερη ακρίβεια (για αναλυτική ερμηνεία και κριτική της ανάλυσης της Collier, βλ. Tilly, 2001a). Σε μια συστηματική προσπάθεια να ανιχνευτούν τα αποτελέσματα της συμμετοχής της με σαίας και της εργατικής τάξης σε δημοκρατικούς θεσμούς, η Κόλιερ παραβάλλει δεκαεφτά «ιστορικές» περιπτώσεις
Π Ε Ρ ΙΠ Ε Τ Ε ΙΕ Σ Τ Ο Υ 19ου Α ΙΩ Ν Α
εκδημοκρατισμού, του 19ου αιώνα κυρίως, και δέκα «πρό σφατες» περιπτώσεις που έλαβαν χώρα μεταξύ 1974 και 1990. Εκδημοκρατισμός, σύμφωνα με την Κόλιερ, σημαίνει καθιέρωση 1) της φιλελεύθερης συνταγματικής διακυβέρ νησης, 2) των κλασικών εκλογών, και 3) μιας ανεξάρτητης και εκλεγμένης από το λαό νομοθετικής συνέλευσης (Col lier, 1999: 24). Ο πίνακας 3.3 καταγράφει τις ιστορικές πε ριπτώσεις της, από την Ελβετία του 1848 έως την Ισπανία (τρεις μεταβάσεις στη δημοκρατία που αργά ή γρήγορα όλες τους αντιστράφηκαν, από το 1868 έως το 1931). Για να διακρίνουμε την αλληλεξάρτηση των κοινωνικών κινημά των και των δημοκρατικών μεταβάσεων της Κόλιερ, πρέ πει να αποφασίσουμε ποιες μεταβάσεις θα τονίσουμε, να προσδιορίσουμε το χρόνο που διαδόθηκαν τα κοινωνικά κινήματα στη λαϊκή πολιτική και να ταιριάξουμε κατόπιν τις δύο ημερομηνίες. Όπως δείχνει η ιστορία της Γαλλίας, κάτι τέτοιο δεν είναι πάντοτε εύκολο. Οι ημερομηνίες 1848 και 1875-77 της Κόλιερ για τις γαλλικές δημοκρατικές με ταβάσεις προηγούνται σαφώς του χρόνου συγκρότησης αν θεκτικών κοινωνικών κινημάτων που υποδηλώνει η ιστο ρία των διαδηλώσεων, σίγουρα όμως το 1848 έφερε στη Γαλλία μια προσωρινή άνθηση ενώσεων, συγκεντρώσεων, διαδηλώσεων και άλλων παραστάσεων της μορφής του κοινωνικού κινήματος.
139
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
Π ίν α κ α ς 3.3 «Ιστορικές» περιπτώσεις εκδημοκρατισμού, σύμφωνα με τη Ρουθ Μπέρινς Κόλιερ, με ημερομηνίες μετάβασης στη δημοκρατία Χώρα Ελβετία Γαλλία Δανία Ελλάδα Χιλή Μεγάλη Βρετανία Νορβηγία Φινλανδία Σουηδία Πορτογαλία Αργεντινή Ιταλία Ολλανδία Βέλγιο Γερμανία Ουρουγουάη Ισπανία
Έτος(-η)
1848 1848,1875-1877 1849,1915 1864 1874/1891 1884,1918 1898 (1906), 1919 1907/1909,1918/1920 1911,1918 1912 1912(1919) 1917 1918 1918-1919 1918 1868,1890,1931
Πηγή: Collier, 1999:23. KXel&C:ημερομηνία/ημερομηνία: στοιχεία δημοκρατικής διακυβέρνησης που επιτεύχθηκαν σταδιακά- (ημερομηνία): συζητήσιμη εναλλακτική στη βασική δεδομένη ημερομηνία- επαναλαμβανόμενες ημερομηνίες: μερική καθιέρωση ακολουθούμενη από αντιστροφή(-ές) ή μακρά πε ρίοδο σταθερότητας.
140
Π Ε Ρ ΙΠ Ε Τ Ε ΙΕ Σ ΤΟΥ 19ου Α ΙΩ Ν Α
Π ίνακας 3.4 Σειρά των κοινωνικών κινημάτων και των δημοκρατικών μεταβάσεων στις «ιστορικές» περιπτώσεις της Ρουθ Μπέρινς Κόλιερ Προήγηση κοινωνικών κινημάτων Δανία 1849,1915 Μεγάλη Βρετανία 1884,1918 Νορβηγία 1898 Φινλανδία (1906), 1919 Σουηδία 1907/1909,1918/1920 Αργεντινή 1912 Ιταλία 1912(1919) Ολλανδία 1917 Βέλγιο 1918 Γερμανία 1918-1919 Ουρουγουάη 1918 Ισπανία 1890,1931
Προήγηση μετάβασης Ελβετία 1848 Γαλλία 1848,1875-1877 Ελλάδα 1864 Χιλή 1874/1891 Πορτογαλία 1911,1918 Ισπανία 1868
Πηγές: Alapuro, 1988- Ballbe, 1983· Birmingham, 1993· Caramani, 2003Collier, 1999· Deneckere, 1997· Dolleans και Crozier, 1950· Dowe, 1970· Gonzdlez Calleja, 1998,1999· Lida, 1972· Ldpez-Alves, 2000· Lundqvist, 1977- Ohngren, 1974· Paige, 1997· Rock, 1987· Sabato, 2001· Seip, 1974· 1981· Skidmore και Smith, 1984· Stenius, 1987- Tilly, 1986,1995· Wahlin, 1986 Wirtz, 1981.
Θα κάνω εδώ μια πρόχειρη ταξινόμηση των περιπτώσεων της Κόλιερ αντλώντας από τις περιγραφές της ίδιας της Κόλιερ καθώς και από μια ποικιλία ιστορικών έργων. Η ταξινόμηση αυτή κάνει διάκριση μεταξύ των περιπτώσεων όπου η δραστηριότητα των κοινωνικών κινημάτων εντάθηκε σαφώς πριν από την ημερομηνία μετάβασης, σύμφωνα με την Κόλιερ, και εκείνων όπου η ουσιαστική καθιέρωση των δημοκρατικών θεσμών προηγήθηκε της ευρείας ανά-
141
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
πτύξης κοινωνικών κινημάτων. Ο πίνακας 3.4 παρουσιάζει την ανάλυση. Η Ισπανία εμφανίζεται δυο φορές στην ταξι νόμηση με τον ανεπιτυχή εκδημοκρατισμό του 1868 να προηγείται οποιοσδήποτε σημαντικής δραστηριοποίησης κάποιου κοινωνικού κινήματος, αλλά με τις νέες μεταβά σεις του 1890 και του 1931 να πραγματοποιούνται μετά την έναρξη του πολλαπλασιασμού των κοινωνικών κινημάτων, τουλάχιστον στις μεγάλες πόλεις της χώρας (Ballbe, 1983· Gonzalez Calleja, 1998,1999). Οι άλλες χώρες εμφανίζο νται μόνο μία φορά αλλά ορισμένες φορές με πολλαπλές ημερομηνίες, πράγμα που αντανακλά τις ατελείς μεταβά σεις, τις μεταβάσεις που αργότερα αντιστράφηκαν ή εναλ λακτικές ημερομηνίες. Εκτός από την Ισπανία όμως, οι πολλαπλές ημερομηνίες δεν θολώνουν την εικόνα όσον αφορά το αν προηγήθηκε η μετάβαση ή τα κοινωνικά κινή ματα.
142
Πώς κατατάσσονται λοιπόν οι χώρες; Αν και τα κοινω νικά κινήματα προηγήθηκαν των δημοκρατικών μεταβά σεων σας δώδεκα από τις δεκαοχτώ περιπτώσεις, στις υπό λοιπες έξι οι περιορισμένες δημοκρατικές μεταβάσεις προώθησαν εκ των υστέρων κοινωνικά κινήματα εκεί όπου αυτά είχαν ελάχιστη ή δεν είχαν καν πολιτική υπόσταση έως τότε. Κατά μέσο όρο, καθεστώτα που βίωσαν νωρίς την κατωφερή δημιουργία φιλελεύθερων συνταγμάτων, ανταγωνιστικών εκλογών και εκλεγόμενων από το λαό νο μοθετικών σωμάτων, τα καθιέρωσαν προτού αναπτυχθούν πλήρως τα κοινωνικά κινήματα. Παρακολουθήσαμε πρω τύτερα ακριβώς μια τέτοια εμπειρία στη Γαλλία. Πέρα από αυτό το ολοφάνερο σημείο, δεν υπάρχει καμιά έντονη δια φορά γεωγραφικής θέσης ή προηγούμενου καθεστώτος που να διαφοροποιεί τις δύο όψεις της κατάταξης.
Π Ε Ρ ΙΠ Ε Τ Ε ΙΕ Σ Τ Ο Υ 19ου Α ΙΩ Ν Α
Μια γεωγραφική εξαίρεση ωστόσο: οι σκανδιναβικές χώρες -Δανία, Νορβηγία, Φινλανδία και Σουηδία- συγκε ντρώνονται νωρίς στη στήλη «Τα κοινωνικά κινήματα πρώ τα». Η Βαλτική διακρινόταν από την υπόλοιπη Ευρώπη για τον εξαιρετικό της συνδυασμό ισχυρών (λουθηρανικών) κρατικών εκκλησιών με εκτεταμένα δικαιώματα του πολί τη. Η πρώιμη δημιουργία ενός σχετικά δημοκρατικού συ ντάγματος στη Δανία (1849) ήταν αποτέλεσμα μιας νεοπα γούς μεταρρυθμιστικής μοναρχίας στην αυγή των επανα στάσεων του 1848. Ακόμη όμως και στη Δανία, οι χωρικοί, οι εργάτες και οι θρησκευτικοί ακτιβιστές δημιουργούσαν ενώσεις ειδικού σκοπού και τις χρησιμοποιούσαν αποτελε σματικά στη δημόσια πολιτική ήδη έναν αιώνα νωρίτερα (Wahlin, 1986). Κατακυρώσαμε στο προηγούμενο κεφά λαιο την επινόηση των κοινωνικών κινημάτων στην Αγγλία και τη Βόρεια Αμερική. Οι σκανδιναβικές χώρες λοιπόν διεκδικούν τρόπον τινά τη θέση του συνιδρυτή, όμως οι καινοτομίες τους του 18ου αιώνα δεν είχαν ευρεία ή ταχεία διάδοση. Στη Νορβηγία, σιη Φινλανδία και τη Σουηδία τα κοινω νικά κινήματα ήταν σε άνθηση κατά το μεγαλύτερο μέρος του 19ου αιώνα. Οργανώσεις που στηρίζονταν στην Εκκλη σία πρόσφεραν την αρχική ώθηση, αλλά κοσμικοί φιλελεύ θεροι, θρησκευτικοί αντίπαλοι των κατεστημένων εκκλη σιών, υποστηρικτές των συνεταιρισμών, οπαδοί του λαϊκού εθνικισμού, οργανωμένοι εργάτες και (ειδικά μετά το 1880) αντίπαλοι του αλκοολισμού, εξαπέλυσαν στη συνέ χεια τεράστιες εκστρατείες, υιοθέτησαν τις παραστάσεις καιπροέβαιναν σε τακτικές, ολοκληρωμένες επιδείξεις ΑΕΠΔ στις διεκδικήσεις τους (Alapuro, 1988· Lundqvist, 1977' Ohngren, 1974· Seip, 1974,1981· Stenius, 1987). Σε
143
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
μερική αλληλεξάρτηση επομένως με τις δημοκρατικές με ταβάσεις, οι περιφερειακές και οι εθνικές κοινωνικές δια δικασίες προώθησαν ορισμένες φορές τα κοινωνικά κινή ματα.
ΤΟ ΠΑΖΛ ΤΗΣ ΕΛΒΕΤΙΑΣ
144
Δεδομένης της φήμης πσυ έχει η Ελβετία ως χώρα με έντο να συμμετοχικά πολιτικό σύστημα, η εμφάνισή της στην κο ρυφή του «καταλόγου μεταβάσεων» προκαλεί έκπληξη. Θα σκεφτόταν κανείς ότι οι Ελβετοί πολίτες ασχολούνται με τη συγκρότηση ενώσεων, την οργάνωση διαδηλώσεων και τις εκστρατείες κοινωνικών κινημάτων πολύ πριν από το 1848. Κάπου εδώ υπάρχει ένας μύθος. Ό χ ι μόνο δεν υπήρξε ομαλός εκδημοκρατισμός ως αποτέλεσμα μακρο χρόνιας συνήθειας και κουλτούρας, αλλά, αντιθέτως, η Ελβετία διαμόρφωσε τους δημοκρατικούς θεσμούς ως συμβιβαστική λύση, αμφισβητούμενη και πρόχειρη, σε συνθήκες επαναστατικής έξαρσης (για το γενικό ιστορικό παρελθόν, βλ. Bonjour, 1948’ Bonjour, Offer και Potter, 1952· Capitani, 1986· Deutsch, 1976· Gilliard, 1955· Gros sman, 2000· Kohn, 1956· Wimmer, 2002:222-268). Οι ελβετικές πόλεις και τα καντόνια είχαν πράγματι -στα ορεινά ιδίως- μια μακρά ιστορία πολιτικής συμμετο χής, αλλά με την περιορισμένη παλαιοκαθεστωτική εκδοχή των ευρωπαϊκών αγροτικών χωριών και πόλεων-κρατών. Κάποιο υποσύνολο των ευκατάστατων ανδρών και των υιών τους απάρτιζαν επισήμως μια συνέλευση που έδινε τη συ γκατάθεσή της για βασικούς φόρους και δαπάνες, εξέλεγε τους αξιωματούχους της χρονιάς και ασκούσε το δικαίωμα του βέτο στην περίπτωση σοβαρών διαφωνιών με τις ενέρ-
Π Ε Ρ ΙΠ Ε Τ Ε ΙΕ Σ Τ Ο Υ 19ου Α ΙΩ Ν Α
γειες των αξιωματούχων. Τα περήφανα όμως αυτά σώματα απέκλειαν ολοσχερώςτους άκληρους και συχνά κυβερνού σαν εξαρτημένες περιοχές που οι κάτοικοί τους δεν είχαν κανένα λόγο για τις δημόσιες υποθέσεις (Boning, 1998Wyrsch, 1983). Για το σύστημα αυτό, ο όρος ολιγαρχία θα ήταν ορθότερος από τον όρο δημοκρατία. Η Γαλλική Επανάσταση κλόνισε τους οικονομικούς και τους πολιτικούς δεσμούς της Ελβετίας με τη Γαλλία. Επι πλέον μύησε τον ελβετικό λαό, ιδιαίτερα την εμπορική αστική τάξη του και το αυξανόμενο βιομηχανικό προλετα ριάτο, στα νέα γαλλικά πρότυπα και τις νέες διδαχές. Από το 1789 και ύστερα, συγκροτήθηκαν επαναστατικά κινήμα τα σε αρκετές περιοχές της Ελβετίας. Το 1793 η Γενεύη (δεν ήταν μέλος της ομοσπονδίας, ήταν όμως στενά συνδεδεμένη με την Ελβετία) βίωσε μια επανάσταση σύμφωνα με το γαλλικό πρότυπο. Καθώς εντεινόταν η απειλή της γαλλικής επέμβασης σας αρχές του 1798, η Βασιλεία, η Βο, η Λουκέρνη, η Ζυρίχη και άλλες ελβετικές πόλεις ακολού θησαν το δρόμο της επανάστασης. Η Βασιλεία, παραδείγ ματος χάρη, αντικατέστησε ένα σύνταγμα, με βάση το οποίο μόνο οι πολίτες της πόλης εξέλεγαν τους γερουσια στές του καντονιού, με ένα άλλο που προέβλεπε ίση εκπρο σώπηση για τους πληθυσμούς της πόλης και της υπαίθρου. Κατακτημένο από τη Γαλλία με τη συνεργασία Ελβετών επαναστατών το 1798 και ενστερνιζόμενο ένα νέο σύνταγ μα, το ελβετικό καθεστώς υιοθέτησε μια πολύ πιο συγκε ντρωτική μορφή διακυβέρνησης με παράλληλη σημαντική διεύρυνση του σώματος των πολιτών. Το νέο καθεστώς εν σωμάτωσε τις περιοχές των καντονιών Ζανκτ Γκάλεν, Γκράουμπιντεν, Τούργκαου, Τιτσίνο, Άαργκαου και Βο επί ίσοις όροις με τα παλιότερα καντόνια, αλλά, ακολου- 145
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
146
θοδντας τη γαλλική επαναστατική πρακτική, υποβίβασε τα καντόνια σε διοικητικές και εκλογικές μονάδες. Παρ’ όλα αυτά, η κεντρική κυβέρνηση παρέμενε εύθραυστη. Μόνο μεταξύ 1800 και 1802 έγιναν τέσσερα πραξικοπήματα. Ό ταν αποσύρθηκαν τα γαλλικά στρατεύματα, ξέσπασαν εξεγέρσεις. Η χώρα έφτασε γρήγορα στα πρόθυρα ενός εμφυλίου πολέμου, αλλά η παρέμβαση του Ναπολέοντα και η επιβολή ενός νέου συντάγματος το 1803 την κράτησε ενωμένη. Το καθεστώς του 1803, γνωστό στην ελβετική ιστορία ως «Μεσολάβηση», ξανάδωσε σημαντικές εξουσίες στα καντόνια χωρίς όμως να αποκαταστήσει το Παλαιό Καθεσιώς. Η ξανασχηματισμένη ομοσπονδία της Ελβετίας λει τουργούσε με εθνική συνέλευση, επισημοποίησε την πολυ γλωσσία, τη σχετική ισότητα μεταξύ των καντονιών και την ελευθερία των πολιτών να κινούνται από το ένα καντόνι στο άλλο. Παρά τις κάποιες εδαφικές τροποποιήσεις, ένα αδύναμο νομοθετικό και εκτελεστικό σώμα επιβίωσε της ήττας του Ναπολέοντα. Η οριστική όμως επιβίωση επιτεύ χθηκε μετά από άλλη μια κρίση, όπου η εμφύλια σύγκρου ση αποσοβήθηκε με την παρέμβαση των Μεγάλων Δυνά μεων μεταξύ 1813 και 1815. Με τη διευθέτηση του πολέμου το 1815 η Αυστρία, η Γαλλία, η Μεγάλη Βρετανία, η Πορ τογαλία, η Πρωσία, η Ρωσία, η Ισπανία και η Σουηδία απο δέχθηκαν μια συμφωνία μεταξύ 22 καντονιών που ονομά στηκε Ομοσπονδιακό Σύμφωνο (προστέθηκαν αργότερα τα καντόνια του Βαλέ, του Νεσατέλ και της Γενεύης), όπου εγγυήθηκαν την αιώνια ουδετερότητα της Ελβετίας και το απαραβίαστο των συνόρων της. Οι νικητές του 1815 δεν έδωσαν στις κεντρικές αρχές της Ελβετίας τα κατάλληλα μέσα για την αντιμετώπιση των
Π Ε Ρ ΙΠ Ε Τ Ε ΙΕ Σ Τ Ο Υ 19ου Α ΙΩ Ν Α
περιπλοκών της χώρας. Η Ελβετία του Ομοσπονδιακού Συμφώνου λειτουργούσε δίχως σταθερό κρατικό μηχανι σμό, μόνιμο στρατό, κοινό νόμισμα, κοινά μέτρα και σταθ μά ή εθνική σημαία, αλλά με πολλαπλά εσωτερικά τελω νειακό σύνορα, με κυκλικά περιφερόμενη πρωτεύουσα και με τους αδιάκοπους διαπληκτισμούς για ασήμαντα θέ ματα μεταξύ των εκπροσώπων των καντονιών, οι οποίοι δεν είχαν δικαίωμα να παρεκκλίνουν από τις οδηγίες των εκλογικών περιφερειών τους. Σε εθνική κλίμακα οι Ελβε τοί ζούσαν με ένα σύστημα που ήταν περισσότερο επιρρε πές στην άσκηση του δικαιώματος αρνησικυρίας παρά στη συντονισμένη αλλαγή. Στο σημείο αυτό, τα κοινωνικά κινή ματα δεν έπαιζαν σημαντικό ρόλο στη δημόσια ζωή της Ελβετίας. Κατά τη Γαλλική Επανάσταση του Ιουλίου του 1830, ο αντικληρικαλισμός κέρδισε έδαφος στον ελβετικό ριζο σπαστισμό. Μετά το 1830 η Ελβετία έγινε προσωρινή πα τρίδα για πολλούς εξόριστους επαναστάτες (π.χ., τον Τζουζέπε Ματσίνι (Giuseppe Mazzini), τον Βίλελμ Βάιτλινγκ (Wilhelm Weitling), και -το πιο εκπληκτικό- για τον μετέπειτα αυτοκράτορα Λουδοβίκο Βοναπάρτη, ο οποίος συ νεργαζόταν με Ελβετούς ριζοσπάστες στην έκκληση για μεταρρύθμιση). Τη δεκαετία του 1830, οι ιστορικοί της Ελβετίας μιλούσαν για το Κίνημα της Αναγέννησης που προωθούνταν μέσα από τη «δημοσιότητα, τις λέσχες και τις μαζικές πορείες» (Nabholz, von Muralt, Feller και Bonjour, 1938: II, 406). Όμως, αυτό το «κίνημα» έμοιαζε με τις πε ριορισμένης ευρύτητας (και από πάνω προς τα κάτω) κινη τοποιήσεις που παρατηρήσαμε ήδη στη Γαλλία και το Βέλ γιο πριν από το 1848. Μια μεγάλη έκρηξη νέων περιοδικών και φυλλαδίων συνοδέυσε την πολιτική αναταραχή του
147
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
1830-31 (Andrey, 1986: 551-552). Μέσα σε κάθε καντόνι χωριστά, οι φιλελεύθεροι που ήταν στην εξουσία έθεσαν σε εφαρμογή τις τυπικές μεταρρυθμίσεις του 19ου αιώνα, όπως ο περιορισμός της παιδικής εργασίας και η επέκταση της δημόσιας εκπαίδευσης. Ωστόσο τα νέα συντάγματα των καντονιών που καθιερώθηκαν στη διάρκεια αυτής της κινητοποίησης υπογράμμισαν την ελευθερία και την αδελ φοσύνη πολύ περισσότερο από την ισότητα. Μεταξύ 1830 και 1848 η Ελβετία πέρασε από μια σειρά αντιφατικές πολιτικές διαδικασίες. Οι αγώνες της εποχής αυτής ανέδειξαν βέβαια και κινητοποίησαν πολλούς δεδη λωμένους δημοκράτες, έφεραν όμως σε αντιπαράθεση ανταγωνιστικές αντιλήψεις περί δημοκρατίας με φόντο μά λιστα τον ανταγωνισμό για τον συνολικό έλεγχο της ελβετι κής ομοσπονδίας. Τα πλουσιότερα, πιο προτεσταντικά, κα ντόνια αγωνίζονταν με τον δικό τους τρόπο για τις δικές τους εκδοχές περί δημοκρατίας. Τα καντόνια αυτά καθιέ ρωσαν αντιπροσωπευτικούς θεσμούς αντί της άμεσης δη μοκρατίας των αρρένων πολιτών που ίσχυαν στα ορεινά καντόνια. Ένοπλοι ακτιβιστές εξορμούσαν από τα μεταρ ρυθμισμένα καντόνια για να επιβάλουν στους μη μεταρ ρυθμισμένους γείτονές τους την αντιπροσωπευτική δημο κρατία. Οι επιδρομές κατά μήκος των συνόρων των καντο νιών κατέληξαν σε έναν ανοιχτό και σύντομο εμφύλιο πό λεμο, τον Ζούντερμπουνττου 1847 (Bucher, 1966- Remak, 1993). Αφού η φιλελεύθερη πλευρά κέρδισε οριστικά τον εμφύλιο πόλεμο, άρχισαν οι διαπραγματεύσεις που κατέ ληξαν σε ένα δημοκρατικό σύνταγμα.
148
Στη διάρκεια της κρίσης επιπλέον, τα θρησκευτικά χα ρακτηριστικά γίνονταν όλο και πιο βασικά ως προσόντα για την ιδιότητα του πολίτη. Ο οξυδερκής παρατηρητής
Π Ε Ρ ΙΠ Ε Τ Ε ΙΕ Σ Τ Ο Υ 19ου Α ΙΩ Ν Α
Αλεξίς ντε Τοκβίλ (Alexis de Tocqueville) το εξέφρασε εν συντομία μετά τον εμφύλιο πόλεμο: Πουθενά άλλου η δημοκρατική επανάσταση, που αναστατώ νει στις μέρες μας τον κόσμο, δεν έγινε σε τόσο περίπλοκες και αλλόκοτες συνθήκες. Έ νας λαός που αποτελείται από πολλές φυλές, που μιλάει πολλές γλώσσες, που είναι προσκολλημένος σε πολλά θρησκευτικά δόγματα και σέκτες διαφωνούντων, με δύο εξίσου καθιερωμένες και προνομιούχες εκκλησίες, έτσι που κάθε πολιτικό ζήτημα να ανάγεται γρή γορα σε θρησκευτικό και κάθε θρησκευτικό ζήτημα να κατα λήγει σε πολιτικό- δύο κοινωνίες στην πραγματικότητα, η μια πολύ παλιά και η άλλη πολύ νέα, παντρεμένες μεταξύ τους παρά τη διαφορά ηλικίας. Αυτή είναι η Ελβετία. (Tocqueville, 1983:635-636)
Η Ελβετία στην πράξη αποδημοκρατικοποιήθηκε στο σύ νολό της την περίοδο 1830 έως 1847. Η διευθέτηση όμως του 1848 προώθησε και πάλι τη δημοκρατία σε εθνική κλί μακα και μάλιστα σε επίπεδο υψηλότερο από εκείνο του 1798, του 1803, του 1815 ή ακόμη και του 1830. Σύντομα, ο εκδημοκρατισμός δημιούργησε ευκαιρίες για τα κοινωνι κά κινήματα. Μετά το 1848 προέκυψε ένα ευρύ φάσμα κοι νωνικών κινημάτων στενά συντονισμένο με τους γνωμοδοτικούς θεσμούς -για παράδειγμα, τα δημοψηφίσματα σε επίπεδο καντονιών και σε εθνικό επίπεδο- που καθιερώ θηκαν με τη συνταγματική ειρηνευτική συμφωνία. Δημι ούργησαν την έντονα συμμετοχική ελβετική δημόσια πολι τική που γνωρίζουμε σήμερα (Frey και Stutzer, 2002: κεφ. 8-9· Kriesi, Levy, Ganguillet και Zwicky, 1981' Steinberg, 1996· Stutzer και Frey, 2002· Trechsel, 2000). 149
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΑΡΓΕΝΤΙΝΗ
Α ς δούμε τώρα μια πιο μπερδεμένη καταχώριση στον πί νακα μας. Η Αργεντινή βρίσκεται στη στήλη των χωρών όπου τα κοινωνικά κινήματα προηγήθηκαν των δημοκρατι κών θεσμών. Με την πολιτική ιστορία της χώρας με τους αυταρχικούς ηγέτες, τους συνταγματάρχες και τα καταπιε στικά καθεστώτα, θα περίμενε κανείς η Αργεντινή να μοιά ζει με την Ελλάδα, τη Χιλή ή την Πορτογαλία. Στην πραγ ματικότητα, η πολύ άνιση σχέση μεταξύ κέντρου και περι φέρειας στη χώρα αυτή άφησε χώρο για κάποιες νησίδες δραστηριότητας για κοινωνικά κινήματα. Τουλάχιστον στο Μπουένος Άιρες, τα κοινωνικά κινήματα ως μορφή πολιτι κής εμφανίστηκαν αρκετά νωρίς. Όπως συνοψίζει η Αργε ντινή ιστορικός Χίλντα Σάμπατο (Hilda Sabato):
150
Στις δεκαετίες του 1860 και του 1870, οι πολίτες του Μπουέ νος Άιρες κινητοποιούνταν συχνά για να ενθαρρύνουν την κυβερνητική δράση, για να διαμαρτυρηθούν εναντίον ή τέλος πάντων να την επηρεάσουν. Σημαντικές διαδηλώσεις οργα νώθηκαν, για παράδειγμα, το 1864 για την υποστήριξη του Περού στη σύγκρουσή του με την Ισπανία, για την υποστήρι ξη του Πολέμου της Τριπλής Συμμαχίας εναντίον της Παρα γουάης τον επόμενο χρόνο, την επίδειξη αλληλεγγύης στην Κούβα το 1869 και το 1873, την αντίθεση στη θανατική ποινή όταν ο Πασκουάλ Κάστρο Τσαβαρία (Pascual Castro Chavarria) καταδικάστηκε σε θάνατο το 1870, για την ενα ντίωση στην επίσημη οργάνωση που στήθηκε με την επιδημία του κίτρινου πυρετού το 1871, τη διαμαρτυρία για την απόδο ση της εκκλησίας του Αγίου Ιγνατίου στους αρχικούς ιδιοκτή τες, τους Ιησουίτες, το 1875, την αντίσταση κατά του νόμου του 1878 που επέβαλε επιπρόσθετο φόρο στο αλκοόλ, τον κα πνό και τις τράπουλες, τη διαδήλωση για την ειρήνη ενόψει των επαναστατικών γεγονότων του 1880. (Sabato, 2001:118)
Π Ε Ρ ΙΠ Ε Τ Ε ΙΕ Σ Τ Ο Υ 19ου ΑΙΩ Ν Α
Η δραστηριότητα των κοινωνικών κινημάτων συνεχίστηκε τη δεκαετία του 1880. Το 1889 οι φοιτητές του Μπουένος Άιρες συνέστησαν μια οργάνωση, την Πολιτική Ένωση Νεολαίας (Union Civica de la Juventud), για να αντιπαρατεθούν στις κυβερνητικές πολιτικές. Σύντομα η οργάνωση προσείλκυσε μη φοιτητές οπαδούς και εξελίχτηκε σε μια γενική Πολιτική Ένωση. Το 1890 η ένωση οργάνωσε μια διαδήλωση στο Μπουένος Άιρες με τριάντα χιλιάδες συμμετέχοντες. Αργότερα τον ίδιο χρόνο μια λαϊκή πολιτοφυ λακή που συμπαρατάχθηκε με την ένωση επιτέθηκε κατά των κυβερνητικών δυνάμεων σε μια αποτυχημένη εξέγερ ση, για να διαπιστώσει τελικά ότι οι πολιτικοί που είχαν εν θαρρύνει την επίθεση είχαν κάνει συμφωνία πίσω από τις πλάτες τους για την αλλαγή της κυβέρνησης. Η δεκαετία του 1890 έφερε στην εθνική σκηνή μια λαϊκή πολιτική βασι σμένη στις οργανώσεις και εναντίον της παραδοσιακής πο λιτικής των στρατιωτικών και των ισχυρών ανδρών. Μεταξύ 1890 και 1914, οι ενώσεις άνθησαν στην Αργε ντινή. Έ να ευρύ, ημι-συνωμοτικό κίνημα ανθρώπων που αυτοαποκαλούνταν ριζοσπάστες και διασυνδέονταν με πο λυάριθμες τοπικές πολιτικές λέσχες της μεσαίας τάξης με μια πυραμίδα κομματικών επιτροπών. Υιοθέτησαν καθιε ρωμένα μέσα των κοινωνικών κινημάτων, συμπεριλαμβα νομένων των μαζικών συγκεντρώσεων και διαδηλώσεων. Ορισμένες αναρχικές ομοσπονδίες οργάνωναν εργάτες στην περιοχή του Μπουένος Άιρες. Πέρα από τις δικές τους διαδηλώσεις με ευκαιρίες σαν αυτή της Πρωτομαγιάς και της Πρωτοχρονιάς, μεταξύ 1899 και 1910 οι αναρχικοί διοργάνωσαν μισή ντουζίνα γενικές απεργίες μέσα και γύ ρω από το Μπουένος Άιρες. Όταν όμως απείλησαν να σα μποτάρουν τις γιορτές της αργεντίνικης ανεξαρτησίας το
151
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
1910, η κυβέρνηση άρχισε να καταστρέφει τους χώρους των συγκεντρώσεων τους συλλαμβάνοντας αυτούς που τους περιφρουρούσαν. Στο μεταξύ οι Αργεντινοί σοσιαλιστές (που διαφορο ποιούνταν ρητά από τους αναρχικούς) ξεκίνησαν τις κα θιερωμένες από τα κοινωνικά κινήματα εκστρατείες για οικονομική αρωγή στους εργάτες, για την εργατική κατοι κία και την εκπαίδευση, για το διαζύγιο, για την ψήφο των γυναικών και για την οκτάωρη ημερήσια εργασία. Το Σο σιαλιστικό Κόμμα τους, που ιδρύθηκε το 1894, ένωσε ερ γάτες και επαγγελματίες με ορισμένους μικρούς βιομηχάνους. Ώ ς το 1904 που το κόμμα εξέλεξε τον πρώτο βουλευ τή του, το κοινωνικό κίνημα ως μορφή πολιτικής είχε απο κτήσει ήδη σταθερές ρίζες στη χώρα. Έ τσι τα κοινωνικά κινήματα της Αργεντινής προηγήθηκαν αναμφίβολα της δημοκρατικής μετάβασης που η Ρουθ Μπέρινς Κόλιερ το ποθέτησε στο 1912, όταν ο Νόμος του Σάενς Πένια (Roque Saenz Pena)1θέσπισε τη μυστική ψηφοφορία και το γενικευμένο εκλογικό δικαίωμα για τους άνδρες άνω των 18 ετών. Τόσο η δική μου κατάταξη όσο και αυτή της Κόλιερ αγ γίζουν ένα ενοχλητικό πρόβλημα που κρύβουν όλες ουσια στικά οι περιπτώσεις: την ποικιλότητα των προσεγγίσεων στα κοινωνικά κινήματα και στη δημοκρατία μέσα στο πλαίσιο του κάθε καθεστώτος. Από το 1912 το Μπουένος Άιρες είχε γίνει η κοσμοπολίτικη πρωτεύουσα μιας μεγά λης και ευημερούσας χώρας. Ωστόσο το μεγαλύτερο μέρος
152
1.0 Ρόκε Σάενς Πένια υπήρξε Πρόεδρος της Αργεντινής (1910-14), ο οποίος καθιέρωσε την καθολική 'ψηφοφορία με νόμο που πήρε το όνομάτου. (Σ.τ.Ε.)
Π Ε Ρ ΙΠ Ε Τ Ε ΙΕ Σ Τ Ο Υ 19ου Α ΙΩ Ν Α
της χώρας παρέμενε αγροτικό, σημαντικές περιοχές της κατοικούνταν ακόμη από ιθαγενείς πληθυσμούς που εμπλέκονταν ελάχιστα στην εθνική πολιτική, ενώ μεγάλες εκτάσεις γης κατέχονταν από μεγαλογαιοκτήμονες, κτηνοτρόφους και περιφερειακούς ισχυρούς παράγοντες (Rock, 1987:179-183). Οι ημερομηνίες που σημειώνουμε παρα βλέπουν την έντονη ανισότητα των διαφόρων μερίδων του πληθυσμού ως προς τα πολιτικά δικαιώματα και τη δυνατό τητα συγκρότησης κοινωνικού κινήματος. Σημειώνουν μό νο την εποχή που κάποιο σημαντικό τμήμα του εθνικού πληθυσμού κέρδισε για πρώτη φορά τη δυνατότητα αυτή.
ΔΙΕΘΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΙΝΗΜΑΤΩΝ
Α πό τη διεθνή εμπειρία που εξετάζει αυτή η έρευνα προ κύπτει μια πιο σημαντική παρατήρηση. Μολονότι ο χρόνος εκδήλωσης και ο χαρακτήρας των κοινωνικών κινημάτων εξαρτιόνταν πρωτίστως από την κατά περίπτωση δομή της εθνικής πολιτικής, οι διεθνείς επαφές είχαν μια ιδιαίτερη βαρύτητα. Παρατηρήσαμε ήδη τη στενή αλληλεπίδραση μεταξύ Βρετανών και Βορειοαμερικανών ακτιβιστών στη διάρκεια του 19ου αιώνα, από τις πρώτες κιόλας μέρες του σχηματισμού του κοινωνικού κινήματος. Το κίνημα κατά της δουλείας πήρε από πολύ νωρίς διεθνή χαρακτήρα. Στη διάρκεια του 19ου αιώνα, οι διεθνείς επαφές επηρέαζαν τα πολιτικά πράγματα των χωρών με τρεις διαφορετικούς τρόπους: 1. Τα κοινωνικά κινήματα ανταποκρίνονταν σε αλλαγές οι οποίες προκαλούνταν από τις διεθνείς επικοί- 153
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
νωνίες όπως ήταν η μεταναστευτική ροή. Μια τέτοια περίπτωση είναι τα κινήματα των Αμερικανών νατιβιστών. 2. Για να υπερφαλαγγίσουν τις εθνικές αρχές, οι επιχει ρηματίες των κοινωνικών κινημάτων φρόντισαν να οργανωθούν σε διεθνή βάση. Είδαμε παραπάνω τη Διεθνή Ένωση Εργατών που λειτουργούσε στις δε καετίες του 1860 και του 1870, αλλά θα μπορούσαμε επίσης να ανιχνεύσουμε τη μεγάλη επιρροή των Ιρλανδών εξορίσιων και των συμπαθούντων τα εθνι κιστικά ιρλανδικά κινήματα του 19ου αιώνα. 3. Οι διεθνείς επαφές μεταξύ των κυβερνώντων και των πολιτικών τους ανταγωνιστών επηρέαζαν επίσης τη δραστηριότητα των κοινωνικών κινημάτων, καθώς τα ανταγωνιζόμενα μέρη επιζητούσαν την εξωτερική επικύρωση της πολιτικής τους. Με το να διατείνονται οι πολιτικοί αντίπαλοι, ο καθένας για λογαριασμό του, ότι αυτός διαθέτει τη λαϊκή σύμπνοια, ενθαρρύνονταν οι τρίτοι να απαιτούν αποδείξεις των ισχυρι σμών ως προϋπόθεση για τη διεθνή υποστήριξη. Κα θώς προχωρούσε ο 19ος αιώνας, οι διαρκείς ισχυρι σμοί των κυβερνώντων ότι τα καθεστώτα τους αποτε λούσαν δημοκρατίες και των αντιπολιτεύσεων ότι τα καθεστώτα αυτά δεν ήταν δημοκρατίες, οδηγούσαν σε όλο και πιο αυστηρούς ελέγχους ή ακόμη και σε ανοιχτές παρεμβάσεις των ξένων.
154
Η επιζήτηση της νομιμοποίησης από τους κυβερνώντες πα ρακινούσε τους καταπιεσμένους λαούς να υιοθετούν τις στρατηγικές των κοινωνικών κινημάτων -εκστρατείες, ρε περτόρια και επιδείξεις ΑΕΠΔ- στη δική τους επιδίωξη υποστήριξης από το εξωτερικό εναντίον των καταπιεστών
Π Ε Ρ ΙΠ Ε Τ Ε ΙΕ Σ Τ Ο Υ 19ου Α ΙΩ Ν Α
τους. Το Ινδικό Εθνικό Κογκρέσο (που ιδρύθηκε το 1885) προέκυψε μέσα από μια τέτοια προσπάθεια ακριβώς. Στη διάρκεια των πρώτων χρόνων του το Κογκρέσο διατύπωνε τις διεκδικήσεις του με τον τρόπο των πειθαρχημένων βρε τανικών ομάδων πίεσης μέσω των λόμπι, της συλλογής υπογραφών και συντάσσοντας συστάσεις: δρούσε λοιπόν ως κοινωνικό κίνημα (Bose και Jalal, 1998:116-117· Johnson, 1996:156-162). Στη διάρκεια του 19ου αιώνα επι ταχύνθηκαν πάρα πολύ τόσο η διάδοση όσο και η διεθνο ποίηση των κοινωνικών κινημάτων. Η ιστορία μας του αιώ να αυτού επικεντρώθηκε έντονα στη Δυτική Ευρώπη και στη Βόρεια Αμερική. Η ιστορία του 20ού αιώνα θα είναι διαφορετική.
155
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4
ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΚΑΙ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ K a t a τ ο ν 20ό Α ιώ ν α
ΤΕΛΕΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΕΥΣΕΒΕΙΣ ΠΟΘΟΙ σ υ χ ν ά σ υ
μπίπτουν. Λέμε για το παρελθόν μυθεύματα όπου ολόκληρη η ιστορία συνωμοτεί λες για να προκόψει το υπο φερτό μας παρόν και, στη συνέχεια, το ένδοξό μας μέλλον. Την αρχή αυτή εφάρμοσε πιστά για λογαριασμό της Κε ντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος Σοβιετι κής Έ νωσης (ΚΚΣΕ) το Τμήμα Ιστορίας του Διεθνούς Εργατικού και Απελευθερωτικού Κινήματος της Ανώτερης Κομματικής Σχολής εκδίδοντας το 1962 δύο χοντρούς τό μους για το διεθνές εργατικό και απελευθερωτικό κίνημα από τον 18ο αιώνα έως το πρόσφατο παρελθόν. O l δύο τό μοι χωρίζονταν, εμφαντικά, από το 1917, από το έτος δηλα δή της Μπολσεβικικής Επανάστασης. Το χρονικό διάστη μα μέχρι το 1917 αποτιμήθηκε σε 644 σελίδες και αυτό με ταξύ 1917 και 1939 σε 634 σελίδες. Πριν από το 1917, έδει χναν να εννοούν, ήταν η προετοιμασία, και από το 1917 και εφεξής η εκπλήρωση. Το παρελθόν, κατ’ αυτούς, πρόσφερε ένα δικαιωτικό όραμα του μέλλοντος (Bogolyubov, R’izhkova, Popov και Dubinskii, 1962). Κάθε τόμος περιείχε εντεταλμένες μελέτες για τα βασι κά γεγονότα, τις οικονομικές αλλαγές, τα εργατικά κινή ματα στις βασικές περιοχές και τα απελευθερωτικά κινή-
Ε Π Ε Κ Τ Α Σ Η ΚΑΙ Μ Ε Τ Α Σ Χ Η Μ Α Τ ΙΣ Μ Ο Σ Κ Α ΤΑ Τ Ο Ν 20ό Α ΙΩ Ν Α
ματα σας μη βιομηχανικές περιοχές. Υπήρχαν περιλήψεις για κάθε χώρα και για κάθε περιοχή, σε όλο τον κόσμο. Ιδού οι τίτλοι των εισαγωγικών και των καταληκτικών κε φαλαίων: Τόμος I, κεφάλαιο 1: Σχηματισμός ενός παραγωγικού προλεταριάτου και οι πρώτες ανεξάρτητες εμφανί σεις των εργατών στην Αγγλία, στη Γαλλία και τη Γερμανία. Τόμος 1, κεφάλαιο 33: Εργατικά και εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα στη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου πολέ μου. Τόμος 2, κεφάλαιο 1: Η κοσμοϊστορική σημασία της με γάλης Οκτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης. Τόμος 2, κεφάλαιο 27: Διεθνή εργατικά κινήματα 191739. Κομμουνιστική Διεθνής. Βλέπουμε να ξεδιπλώνεται μία εν είδει εκσυγχρονισμένου Κομμουνιστικού Μανιφέστου εξιστόρηση του σχηματι σμού των τάξεων και της αποκρυστάλλωσης της λαϊκής δράσης σε μαχητικά κινήματα, με την Μπολσεβικική Επα νάσταση στο ρόλο του προάγγελου της παγκόσμιας συλλο γικής δράσης εναντίον της τυραννίας. Το τελευταίο κεφά λαιο του δεύτερου τόμου έκλεινε με την εξής σύνοψη των συνθηκών του 1939: Παρά την αδυναμία οργάνωσης συνεδρίου της Κομιντέρν στις συνθήκες του ξεσπάσματος του πολέμου και τη δυσκολία διατή ρησης επαφών μεταξύ των μεμονωμένων κομμάτων και των καθοδηγητικών οργάνων της Κομιντέρν, τα κομμουνιστικά κόμ ματα των περισσότερων χωρών κατάφεραν να προσφέρουν τις ορθές αναλύσεις των συνθηκών και των σχέσεων των ταξικών δυνάμεων και να επεξεργαστούν ορθές τακτικές γραμμές, να
157
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
συγκεντρώσουν γΰρω τους ευρείες λαϊκές μάζες στη μάχη υπέρ των συμφερόντων των εργατών, υπέρ της ελευθερίας και της ανεξαρτησίας των χωρών τους, υπέρ της δημοκρατίας και εναντίον της αντίδρασης και τσυ φασισμού. Εδώ περιγράψαμε τον τεράστιο ρόλο που έπαιξε η Κομμουνιστική Διεθνής στην ανάπτυξη του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος. (Bogolyubov, R’izhkova, Popov και Dubinskii, 1962: Π, 625)
158
Παρόλο που, για έναν αναγνώστη του 21ου αιώνα, η σαραντάχρονη πρόζα της κομματικής γραμμής με τις «ορθές αναλύσεις» και τις «ορθές τακτικές γραμμές» βρομάει μου χλιασμένη αρχαιότητα, εκφράζε ι ωστόσο μια άποψη συνή θη στο εσωτερικό των κοινωνικών κινημάτων του 20ου αιώ να: δικαιώνουμε την ιστορία και θα επικρατήσουμε. Οι συγκεκριμένοι Σοβιετικοί συγγραφείς του 1962 έδω σαν βέβαια έμφαση στα κομμουνιστικά κόμματα και την Κομιντέρν. Εξέτασαν ωστόσο με ευρύτητα τα σχετικά κι νήματα σε όλο τον κόσμο. Οι χρονολογήσεις του δεύτερου τόμου τους για το 1935 και το 1936 εμφανίζονται στον πίνα κα 4.1. Μέσα σε αυτό το πλούσιο σε γεγονότα διάστημα, οι χρονολογήσεις των βασικών γεγονότων περιλάμβαναν την κατηγορηματικά μη κομμουνιστική νομοθεσία του αμερι κανικού Νιου Ντιλ, την οποία τελικά ενέκριναν τα βιομη χανικά (αλλά όχι τα συντεχνιακά) συνδικάτα, την αντιφα σιστική δράση, είτε αυτή οργανώθηκε από τους κομμουνι στές είτε όχι, και τις εκλογικές νίκες των αριστερών συνα σπισμών στην Ισπανία και τη Γαλλία. (Δεν πρέπει να εκ πλήσσει το ότι οι χρονικογράφοι παρέλειψαν τις φονικές εκκαθαρίσεις του ΚΚΣΕ, τις μαζικές μετακινήσεις αγροτι κών πληθυσμών και τις μαζικές απελάσεις «ύποπτων» αντεπαναστατών από τη Μόσχα και το Λένινγκραντ που ενορχήστρωνε ο Στάλιν την ίδια περίοδο.) Για το διάστη μα
Ε Π Ε Κ Τ Α Σ Η Κ Α Ι Μ Ε Τ Α Σ Χ Η Μ Α Τ ΙΣ Μ Ο Σ Κ Α ΤΑ Τ Ο Ν 20ό Α ΙΩ Ν Α
από την αρχή του 20ού αιώνα έως το 1939, οι χρονολογή σεις παρουσιάζουν το πορτρέτο ενός διεθνούς κινήματος εργατών που ορισμένες φορές αντιμετώπιζε αναποδιές, όπως ήταν οι φασιστικές αντι-κινητοποιήσεις και οι ηττημένες εξεγέρσεις, αλλά σε γενικές γραμμές κέρδιζε σε δύ ναμη, αύξανε το διεθνές πεδίο δράσης του και μετά το κρί σιμο έτος 1917 εμπνεόταν από το ΚΚΣΕ. Η πρώτη σύνθεση, αυτή για τον 19ο αιώνα, παραθέτει ένα πλήθος γεγονότων που μας είναι ήδη οικεία από τη ανασκόπησή μας για τον αιώνα. Περιλαμβάνουν τη μερική νομιμοποίηση των οργανώσεων των εργατών στην Αγγλία (1824), τις εξεγέρσεις των εργατών στη Λιόν του 1831 και του 1834, το σχηματισμό των μαχητικών κομμάτων εργατών σε συνδυασμό με τα γεγονότα της δεκαετίας του 1860 και την ίδρυση του Σοσιαλιστικού Κόμματος της Αργεντινής (1896). Στη Γαλλία αφιερώνεται ιδιαίτερη προσοχή, αφε νός λόγω της επαναστατικής της παράδοσης και αφετέρου επειδή ο Μαρξ, ο Ένγκελς και ο Λένιν έγραψαν αξιολογότατες αναλύσεις της πολιτικής ιστορίας της χώρας αυτής τον 19ο αιώνα. Π ίνακας 4.1 Χρονολογήσεις των κινημάτων του 1935 και του 1936 από τους Σοβιετικούς ιστορικούς 1935__________________________________________________ Ιούλιος Ιούλιος ΙσύλιοςΑύγσυστος
Πράξη Βάγκνερ ή νόμος για τις εργασιακές σχέσεις στιςΗΠΑ Αντιφασιστικές διαδηλώσεις στο Παρίσι και σε άλλες γαλλικές πόλεις Έβδομο Συνέδριο της Κομιντέρν
159
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
1 Αύγουστου Το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας απευθύνει στον κινεζι κό λαό έκκληση για τη συγκρότηση ενός ενιαίου μετώπου κατά των Ιαπώνων Οκτώβριος Συνδιάσκεψη του Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας στις Βριξέλες Οκτώβριος Ιταλική αντιφασιστική συνδιάσκεψη στις Βριξέλες Όλο το έτος Μαζικό αντιφασιστικό κίνημα στην Πολωνία, με γενικές απεργίες στις πόλεις Λστζ, Κρακοβία και Λβοφ 1936_____________________________________________________ Ιανουάριος
Δημοσίευση του προγράμματος του Λαϊκού Μετώπου στη Γαλλία Φεβρουάριος Νίκη του Λαϊκού Μετώπου στις ισπανικές εκλογές Μάιος Νίκη του Λαϊκού Μετώπου στις γαλλικές εκλογές Ιούλιος Φασιστική ανταρσία στην Ισπανία. Έναρξη του ισπανικού λαϊκού εθνικο-επαναστατικού πολέμου εναντίον των φα σιστών στασιαστών και της γερμανοϊταλικής επέμβασης Ιούλιος Έναρξη του διεθνούς μαζικού αντιφασιστικού κινήματος για την υπεράσπιση της ισπανικής δημοκρατίας Πηγή: Bogolyubov, R ’izhkova, Popov και Dubinskii, 1962: II, 633.
160
Εκτός από την Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι χρο νολογήσεις σημειώνουν επίσης τους λατινοαμερικανικούς αγώνες για ανεξαρτησία (1810-26), τον Πόλεμο του Οπίου μεταξύ Αγγλίας και Κίνας (1839-42), την εξέγερση των Τάιπινγκτης Κίνας (1851-64), τις ινδικές εξεγέρσεις εναντίον της αγγλικής κυριαρχίας (1857-59), την ίδρυση του Ινδικού Εθνικού Κογκρέσου (1885), τη δημιουργία από τον Σουν Γιατ-σεν της Εταιρείας Αναγέννησης της Κίνας (1894), την εξέγερση της Κούβας κατά της Ισπανίας (1895-98), τη δημι ουργία του Σοσιαλιστικού Κόμματος της Χιλής (1897) και την εξέγερση των Μπόξερ στην Κίνα (1899-1900). Όμως ορισμένες από τις αποσιωπήσεις του σοβιετικού βιβλίου είναι κραυγαλέες για τα αυτιά των εξοικειωμένων
Ε Π Ε Κ Τ Α Σ Η Κ Α Ι Μ Ε Τ Α Σ Χ Η Μ Α Τ ΙΣ Μ Ο Σ Κ Α ΤΑ ΤΟΝ 20(5 Α ΙΩ Ν Α
τουλάχιστον με τα κοινωνικά κινήματα. Παρά τα σημαντι κά κεφάλαια για την εκβιομηχάνιση της Αγγλίας και τον αμερικανικό εμφύλιο πόλεμο, οι κινητοποιήσεις κατά της δουλείας δεν εμφανίζονται στην ιστορία του 19ου αιώνα. Η χειραφέτηση των καθολικών, ο κοινοβουλευτικός μετα σχηματισμός και η ψήφος των γυναικών εξαφανίζονται από τον βρετανικό πίνακα. Στις Ηνωμένες Πολιτείες δεν ακούμε τίποτε για το νατιβισμό, τον αντιαλκοολισμό και τη δημοτική μεταρρύθμιση. Η Ένωση Πολιτών της Αργεντι νής δεν αναφέρεται καν. Τα έτη 1848 και 1849 βρίθουν επαναστατικών γεγονότων, απουσιάζει όμως ο ελβετικός εμφύλιος πόλεμος. Οι ερευνητές του Τμήματος Ιστορίας του Διεθνούς Εργατικού και Απελευθερωτικού Κινήματος πήραν την εντολή στα σοβαρά. Δεν μελετούσαν όλου του κόσμου τα κοινωνικά κινήματα και τους πολιτικούς αγώ νες, αλλά μόνο ό,τι ταίριαζε κάπως στην αποστολή της ένταξης των εργατών του κόσμου στην κομμουνιστικής κα θοδήγησης συλλογική πάλη για την ελευθερία. Μέσα σε αυτή την πιο περιορισμένη οπτική, ποια εικό να των κοινωνικών κινημάτων του 19ου αιώνα προβάλλει η σοβιετική έρευνα; Με την αναδρομική εξέτασή της το 1962 απεικονίζει έναν αιώνα μεγάλων υποσχέσεων. Οι Βορειοαμερικανοί και οι Ευρωπαίοι εργάτες ξεκινούν νωρίς να δείχνουν σημάδια ταξικής συνείδησης καθώς οι λατινοα μερικανικές μάζες ανατρέπουν τους Ισπανούς δυνάστες τους. Σύντομα, οι λαοί της Κίνας, της Ινδίας και της Λατινι κής Αμερικής ξεκινούν αντίσταση εναντίον των υπόλοιπων εκδοχών της αποικιοκρατίας και συνάπτουν σχέσεις με το παγκόσμιο εργατικό κίνημα. Μπαίνοντας στον 20ό αιώνα η σοβιετική ιστορία των κι νημάτων συνδέει τη Ρωσική Επανάσταση του 1905 με την
161
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ 1768-2004
162
επαναστατική παράδοση της Ρωσίας του 19ου αιώνα και διαπιστώνει ότι το προλεταριάτο δεν είναι ακόμη έτοιμο να καταλάβει την εξουσία. Η Μπολσεβίκικη Επανάσταση κα τόπιν ενοποιεί όλα τα ελπιδοφόρα προγράμματα του 19ου αιώνα προσφέροντας ένα συνεκτικό πρότυπο προλεταρια κής επανάστασης και ένα κομμουνιστικό καθεστώς ικανό να συνδράμει στις απανταχού προσπάθειες των εργατών. Μεταξύ του 1917 και του τερματισμού της χρονολόγησης το 1939, βλέπουμε έναν κύκλο επαναστατικών αγώνων, που ξεκινάει ακριβώς μετά τον Α' Παγκόσμιο πόλεμο. Ιδρύεται η Κομιντέρν και η προοδευτική κινητοποίηση επεκτείνεται σε περιοχές πέραν αυτών που εκτείνονταν έως το 1917. Εξαπλώνεται στην Ιαπωνία, στην Κορέα, στο Μεξικό, στην Ινδονησία, στο Ιράν, στην Τουρκία, στην Ουρουγουάη, στη Μογγολία, στην Αίγυπτο, στο Χονγκ Κονγκ, στη Συρία, στις Φιλιππίνες και αλλού, και φτάνει στην αποκορύφωση τη δε καετία του 1930 με τη δημιουργία ενός μεγάλου αντιφασι στικού συνασπισμού. Οι Σοβιετικοί ιστορικοί συντάσσουν τα κείμενά τους το 1962, αφού τα φασιστικά καθεστώτα της Γερμανίας και της Ιταλίας έχουν καταρρεύσει με τον Β' Παγκόσμιο πόλεμο και η Σοβιετική Ένωση έχει αναδυθεί -ρημαγμένη έστω- από την πλευρά των νικητών. Έχοντας υπόψη μας την ευνοϊκή αυτή θέση κατανοούμε το κράμα τελεολογίας και ευσεβών πόθων που διαποτίζειτην ιστορία τους για τα κινήματα έως το 1939. Εάν οι ίδιοι αυτοί ειδήμονες επεξέτειναν τον απολογι σμό τους στο υπόλοιπο του 20ού αιώνα, ποια χαρακτηρι στικά στοιχεία της περιόδου από το 1939 έως το 2000 θα εξηγούσαν άραγε με επιτυχία; Θα είχαν τιμηθεί διότι θα είχαν προβλέψει τα κινήματα ενάντια στην αποικιοκρατία, τονίζοντας πόσο συχνά οι ηγέτες των κινημάτων αυτό-
Ε Π Ε Κ Τ Α Σ Η Κ Α Ι Μ Ε Τ Α Σ Χ Η Μ Α Τ ΙΣ Μ Ο Σ ΚΑ ΤΑ Τ Ο Ν 20ό Α ΙΩ Ν Α
προσδιορίζονταν ως σοσιαλιστές και έπαιρναν κουράγιο από την Κίνα ή τη Σοβιετική Ένωση. Θα είχαν αντλήσει κάποια ικανοποίηση από τη δημιουργία ρωμαλέων εργατι κών κινημάτων στην Ιαπωνία, στην Κορέα, στη Βραζιλία και στις ραγδαία εκβιομηχανιζόμενες χώρες. Θα μπορού σαν ενδεχομένως, έστω εκ των υστέρων, να αναγνωρίσουν το αμερικανικό κίνημα της δεκαετίας του 1960 για τα πολι τικά δικαιώματα. Θα αντιμετώπιζαν όμως τρεις πολύ μεγά λες εκπλήξεις: τον πολλαπλασιασμό αυτών που οι Δυτικοί παρατηρητές κατέληξαν να αποκαλούν νέα κοινωνικά κι νήματα, την αποσύνθεση όλων των καθεστώτων κρατικού σοσιαλισμού και τη σύνδεση που θα άρχιζαν όλοι οι ιστορι κοί να κάνουν μεταξύ των νέων κοινωνικών κινημάτων από τη μια πλευρά και την αντίθεση στον κρατικό σοσιαλι σμό από την άλλη.
ΤΟ ΚΥΜΑ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΙΝΗΜΑΤΩΝ ΜΕΤΑ ΤΟ 1968
Α π ’ όλα τα έτη του 20ού αιώνα, αφότου ολοκλήρωσαν το εν λόγω έργο οι Σοβιετικοί ιστορικοί, το 1968 και το 1989 θα τους εξέπλητταν περισσότερο. Από το 1968, για παρά δειγμα, το Δυτικό Βερολίνο, που είχε αποκλειστεί με το τεί χος τού υπό κομμουνιστική διοίκηση Ανατολικού Βερολί νου, δημιούργησε μια δυτική νησίδα στη μέση της συμπαγώς κομμουνιστικής Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας (για μια άρτια παγκόσμια έρευνα για το 1968 βλ. Suri, 2003, κεφ. 5). Παρ’ όλα αυτά, στη διάρκεια του 1968, το Ελεύθε ρο Πανεπιστήμιο του Δυτικού Βερολίνου έγινε βάση μαζι κών διαδηλώσεων εναντίον της αμερικανικής ανάμειξης
i